Στην Ελλάδα δεν υπάρχει λογική στην φορολογία – Αντί το περίσσευμα του κόπου να επενδύεται προς όφελος της οικονομίας, αυτό ουσιαστικά δημεύεται, υπέρ των Δημοσίων δαπανών

Η φορολόγηση της περιουσίας δεν μπορεί να είναι εισπρακτικός φόρος, αλλά ελεγκτικός, ώστε να ελέγχεται η νομιμότης της αποκτήσεως πλούτου.
Και όπου ισχύει φορολογία επί των ακινήτων, αυτή έχει συνήθως ανταποδοτική σκοπιμότητα.
Βάσει της αρχής αυτής, στα ορθολογικώς κυ βερνώμενα κράτη ο κύριος όγκος των δημοσίων εσόδων προέρχεται από την φορολόγηση του εισοδήματος και των συναλλαγών.
Όταν πραγματοποιείται εισόδημα, υπάρχει αντικείμενο για να επιβληθεί φόρος, ο οποίος ενίοτε φθάνει και στο 50% του εισοδήματος.
Οι δε συναλλαγές, όπου επίσης δημιουργείται φορολογητέα ύλη λόγω της προστιθεμένης αξίας, φορολογούνται με ένα ποσοστό που συνήθως δεν υπερβαίνει το 20%.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει λογική στην φορολογία.
Οι φόροι έχουν επιβληθεί αυθαίρετα, με μόνο κριτήριο τις εισπρακτικές ανάγκες της στιγμής, ενώ κάθε νέος φόρος που επιβάλλεται, κατά κανόνα νομιμοποιείται.
Έτσι έχουμε φθάσει στο σημερινό άθλιο φορολογικό καθεστώς που θυμίζει «αχταρμά».
Η φορολογία είναι τυχάρπαστη. Δεν έχει ούτε λογικής ούτε συνοχή.
Με αποτέλεσμα, αφ’ ενός να ανατροφοδοτείται η φοροδιαφυγή και αφ’ ετέρου να τορπιλλίζεται η ανάπτυξις.
Κραυγαλέο παράδειγμα του φορολογικού παραλογισμού, είναι αυτό που συμβαίνει με τον φόρο ακίνητης περιουσίας και αυτό που πρόκειται να συμβεί με τον φόρο περιουσίας, μετά την καθιέρωση του περιουσιολογίου.
Για εφέτος, τα έσοδα από τον ΕΝΦΙΑ έχουν προβλεφθεί να φθάσουν τα 3,5 δις ευρώ, ενώ για το προσεχές έτος, που υποτίθεται ότι θα ισχύσει το περιουσιολόγιο, λέγεται ότι από τον συνολικό φόρο περιουσίας θα προβλεφθούν έσοδα της τάξεως των 4 δις ευρώ ετησίως.
Τα ποσά αυτά είναι εξωφρενικά αν συγκριθούν με αυτά που εισπράττονται από την φορολογία εισοδήματος.
Τα συνολικά έσοδα του δημοσίου από την φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων είναι της τάξεως των 7,5 δις ευρώ ετησίως.
Και τούτο όταν θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον διπλάσια, αφού σημαντικό τμήμα των εισοδημάτων φοροδιαφεύγει. Πώς δικαιολογείται λοιπόν να εισπράττονται μόλις 7,5 δις ευρώ από εκεί όπου υπάρχει εισόδημα και 4 δις από εκεί που δεν υπάρχει;
Περιουσία είναι και oι τραπεζικές καταθέσεις. Όμως εκεί δεν φορολογείται η ίδια η κατάθεσις, παρά μόνον ο τόκος. Και ορθώς.
Διότι αν φορολογείτο η κατάθεσις, θα μιλούσαν όλοι για «κούρεμα» και δήμευση.
Σήμερα στα ακίνητα και εφεξής στα λοιπά περιουσιακά στοιχεία, αυτό ακριβώς γίνεται: Δήμευσις.
Δεν φορολογείται η πρόσοδος, αλλά το προϊόν της προσόδου που θα έπρεπε να έχει φορολογηθεί κατά την γένεση του.
Έτσι, οι έντιμοι πολίτες διπλοφορολογούνται!
Με την διαδικασία αυτή η οικονομία τρώει τις σάρκες της.
Αντί το περίσσευμα του κόπου των παραγωγικών ανθρώπων να επενδύεται προς όφελος της οικονομίας, αυτό δημεύεται και χάνεται στον Καιάδα των δημοσίων δαπανών.
Εκεί έγκειται ο παραλογισμός του φόρου περιουσίας.
Ζ.




