
- της Κυριακής Γιαλαμά
Κάθε φορά που η Ελλάδα πλήττεται από μια φυσική καταστροφή – μια φωτιά, μια πλημμύρα, μια κατολίσθηση -παρακολουθούμε το ίδιο επαναλαμβανόμενο έργο. Οι εικόνες απελπισμένων ανθρώπων, οι σπασμένες υποδομές, οι αυτοσχέδιες αντιστάσεις όσων έμειναν πίσω.
Και ύστερα, το τελετουργικό της πολιτικής διαχείρισης: δηλώσεις, εξαγγελίες, επίσημες έρευνες, έκτακτες συσκέψεις. Μόνο που όταν πέσει η κάμερα, μένει η πραγματικότητα: τα ίδια λάθη, οι ίδιες παραλείψεις, η ίδια αίσθηση ότι ζούμε σε μια χώρα που δεν μαθαίνει.
Η πολιτική προστασία στην Ελλάδα λειτουργεί σαν ένα διαρκές ημίμετρο. Είμαστε χώρα που γνωρίζει τις φυσικές της αδυναμίες, αλλά κάνει ελάχιστα για να τις αντιμετωπίσει προληπτικά. Στη μεγάλη φωτιά, στη μεγάλη πλημμύρα, στη μεγάλη κρίση, ξαφνικά όλοι εμφανίζονται έκπληκτοι. Σαν να μην ξέραμε ότι ο χάρτης κοκκινίζει κάθε καλοκαίρι, ότι τα ρέματα είναι κλεισμένα από δεκαετίες, ότι οι υποδομές είναι γερασμένες και οι μηχανισμοί συντονισμού συχνά ανύπαρκτοι. Η εικόνα έχει δύο όψεις: από τη μια, ένα κράτος που λειτουργεί κυρίως αντιδραστικά, καταναλώνοντας ενέργεια στην επικοινωνία αντί στην οργάνωση – κάτι που γνωρίζω καλά και από την επαγγελματική μου πορεία…
Από την άλλη, μια κοινωνία που έχει αποδεχθεί την κανονικότητα της καταστροφής. Που έχει μάθει να ζει με τηνμόνιμη ανασφάλεια: «έτσι είναι αυτά», «πού να τα βάλεις με τη φύση», «τι να κάνει το κράτος σε τόσο ακραία φαινόμενα». Είναι βολικές αυτές οι φράσεις· χαμηλώνουν τις προσδοκίες, καλύπτουν τις πραγματικές ευθύνες.

Κι όμως, άλλες χώρες με παρόμοια ή και δυσκολότερα περιβάλλοντα έχουν καταφέρει να χτίσουν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, αντιπλημμυρικής θωράκισης, αναδάσωσης, εκπαίδευσης πληθυσμού. Εκεί όπου η πολιτική προστασία δεν είναι ένας μηχανισμός που ενεργοποιείται «όταν γίνει το κακό», αλλά μια συνεχής διαδικασία πρόληψης.
Στην Ελλάδα, όμως, η πρόληψη συχνά αντιμετωπίζεται ως περιττή πολυτέλεια – μέχρι να αποδειχθεί ότι το κόστος της αμέλειας είναι πάντα μεγαλύτερο. Το πιο ανησυχητικό δεν είναι πως συμβαίνουν καταστροφές. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι οι πολίτες δεν εκπλήσσονται πια. Η απάθεια αυτή είναι πολιτικά επικίνδυνη: μια κοινωνία που δεν πιστεύει ότι το κράτος μπορεί να την προστατεύσει, παραιτείται. Συνηθίζει την ανικανότητα, αποδέχεται την αναποτελεσματικότητα, χάνει την απαίτηση για σοβαρότητα. Και τώρα, με τον χειμώνα προ των πυλών και τα ακραία φαινόμενα να εντείνονται, η αίσθηση αυτή γίνεται ακόμα πιο βαριά.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε ειλικρινά για πολιτική προστασία, πρέπει να αφήσουμε πίσω την λογική της «αυτοθυσίας» και της «ηρωικής επέμβασης της τελευταίας στιγμής». Και δεν χρειάζεται να πάμε μακριά για να θυμηθούμε τι σημαίνει αυτή η κουλτούρα: τον Αύγουστο του 2022, στις μεγάλες πυρκαγιές του Έβρου, ένας εκ των θανόντων ο Γιώργος Αγγελίδης – ένας άνθρωπος που έδινε μάχη άυπνος, όπως τόσοι άλλοι που επιστρατεύονται όταν το σύστημα έχει ήδη αποτύχει. Μια απώλεια που δεν γράφτηκε σε επίσημες ανακοινώσεις· γράφτηκε όμως στις ζωές όσων τον γνώριζαν, συνεργάστηκαν μαζί του, τον θεωρούσαν οικογένεια.
Αυτές οι ιστορίες δεν πρέπει να γίνονται κανονικότητα. Δεν πρέπει να λειτουργούν ως άλλοθι ηρωισμού. Είναι σημάδια αποτυχίας ενός συστήματος που στηρίζεται στη θυσία αντί στη στρατηγική.
Σήμερα, οι πολίτες χρειάζονται κάτι πολύ πιο προσγειωμένο: σχεδιασμό, επιστημονική προσέγγιση, διαφάνεια, αξιολόγηση. Χρειάζονται στρατηγικές που να προστατεύουν, όχι εικόνες που να εντυπωσιάζουν.

Μέχρι τότε, η Ελλάδα θα συνεχίσει να ισορροπεί ανάμεσα σε δύο πραγματικότητες: μια φύση που αλλάζει και ένα κράτος που δυσκολεύεται να αλλάξει μαζί της. Και το ερώτημα θα παραμένει αναπάντητο: Έχουμε πολιτική προστασία – ή απλώς πολιτική προσποίηση;
Κυριακή Γιαλαμά
Εκπαιδευτικός



