Ποιοι ήταν οι όροι της συνθήκης του 1774 που οδήγησαν στην προστασία του Ελληνισμού και την αναγνώριση δικαιωμάτων των Ορθοδόξων από την Οθωμανική αυτοκρατορία
Άμεση τουρκική εμπλοκή στην κρίση της Κριμαίας ζητά η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ με ένα άρθρο-πρόκληση.
Η τουρκική εφημερίδα δηλώνει ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να μείνει αμέτοχη και επικαλείται τουρκικά «δικαιώματα» στην Χερσόνησο της Κριμαίας που, όπως ισχυρίζεται “απορρέουν” από… την συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή του 1774!
«Σε περίπτωση διχοτόμησης της Ουκρανίας, η Κριμαία δεν θα πάει στην Ρωσία αλλά στην Τουρκία!» γράφει ο Nerdun Khadzhyoglu, στην Χουριέτ, προτρέποντας την κυβέρνηση Ερντογάν να προσφέρει χείρα βοηθείας στους ναζιστές του Κιέβου και τους μουσουλμάνους Τατάρους της Κριμαίας.
«Η Τουρκία δεν είναι πλέον αδύναμη όπως το 1944, για να παρακολουθεί απαθής τον Στάλιν να εκτοπίζει τους Τούρκους από την Κριμαία.
Το παιχνίδι έχει αλλάξει. Σήμερα η Ρωσία δεν διαθέτει την στρατιωτική ισχύ για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο», ισχυρίζεται ο Τούρκος δημοσιογράφος.
Μάλιστα για την τεκμηρίωση και δικαιολόγηση της τουρκικής εμπλοκής στην κρίση στην Κριμαία, ανατρέχει στην συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, σύμφωνα με την οποία εάν η Κριμαία επιχειρήσει να διεκδικήσει αυτονομία, η Τουρκία δικαιούται να επέμβει για να προστατέψει την αυτονομία της ταταρικής μειονότητας, την οποία προέβλεπε η… συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774!
Και φυσικά με μια τέτοια «α λα Κύπρο» επέμβαση η Τουρκία θα εγείρει εδαφικές αξιώσεις στην Κριμαία!
«Την ίδια δυνατότητα είχε η Τουρκία και το 1991 αλλά ο τότε πρόεδρος, Τουργκούτ Οζάλ αντάλλαξε τις όποιες διεκδικήσεις με την διασφάλιση των δικαιωμάτων για την ταταρική μειονότητα»!
Και το άρθρο-πρόκληση καταλήγει σε μία ευθεία πολεμική απειλή κατά της Ρωσίας:
«Εάν ο Ρώσικος στρατός που κατάφερε με δυσκολία (σ.σ. κατά τη γνώμη του Τούρκου δημοσιογράφου) να επιβληθεί στην Γεωργία το 2008 νιώθει έτοιμος να προκαλέσει έναν από τους πιο ισχυρούς στρατούς του ΝΑΤΟ (την Τουρκία), ας έχει κατά νου πως σε αντίθεση με την Ευρώπη όπου όλοι είναι “υστερικοί για την παγκόσμια ειρήνη” ο τουρκικός λαός είναι πανέτοιμος για οποιαδήποτε χρήση στρατιωτικής βίας»!
Ας δούμε όμως λίγο πιο λεπτομερώς τι ήταν η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, την οποία ακόμα, μετά από τόσες άλλες συνθήκες που έχουν μεσολαβήσει, γεωπολιτικές ανακατατάξεις, και ιδρύσεις νέων κρατών, οι Τούρκοι προσπαθούν να επικαλεστούν.
Η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (τούρκικα: Küçük Kaynarca Antlaşması) πήρε το όνομά της από το ομώνυμο βουλγαρικό χωριό, (σήμερα ονομάζεται Kainarca), κοντά στη Σιλιστρία, στο οποίο υπογράφηκε το 1774, που ήταν το αποτέλεσμα του πρώτου μεγάλου ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-74), στον οποίο η Ρωσία κατέλαβε την Αζοφική, την Κριμαία και τη Βεσσαραβία.
Υπό τον κόμητα στρατάρχη Πέτρου Ρουμιάντσωφ, ή Ρουμιαντζώφ, οι Ρώσοι επέδραμαν στη Μολδαβία και νίκησαν τους Οθωμανούς στη Βουλγαρία.
Οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να ζητήσουν ειρήνη και στις 21 Ιουλίου 1774 υπογράφτηκε η ομώνυμη Συνθήκη ειρήνης.
Με τη συνθήκη αυτή η Ρωσία διαμόρφωσε τη διπλωματική βάση για περαιτέρω επέμβαση στα εσωτερικά της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η Συνθήκη αυτή συντάχθηκε και υπογράφηκε μέσα σε 6 ημέρες και περιλαμβάνει 28 φανερά και 2 μυστικά άρθρα.
Οι όροι
Από πλευράς Ρωσίας προς Οθωμανική αυτοκρατορία:
Η Ρωσία αναγνώρισε την πολιτική ανεξαρτησία των Τατάρων της Κριμαίας, της Βεσσαραβίας και του Κουμπάν καθώς και την θρησκευτική μόνο εξάρτηση αυτών από τον Σουλτάνο με την ιδιότητα του Χαλίφη.
Η Ρωσία επιστρέφει στον Σουλτάνο όλα τα νησιά του Αιγαίου που κατείχε. Συνολικά 18 νησιά, καθώς και την Πελοπόννησο.
Η Ρωσία αποχωρεί από τις Παρίστριες Ηγεμονίες (Μολδαβία και Βλαχία) που επιστράφησαν μεν στον Σουλτάνο αλλά ετέθησαν σε ειδικό καθεστώς.
Η Ρωσία εξασφάλισε το δικαίωμα να διατηρεί στόλο στον Εύξεινο Πόντο, αποκτώντας το δικαίωμα της ελεύθερης ναυσιπλοΐας των υπό ρωσική σημαία εμπορικών πλοίων σ΄ αυτόν, καθώς και του ελεύθερου εμπορίου των Ρώσων υπηκόων στην οθωμανική επικράτεια.
Η Ρωσία επέβαλε το ασαφές δικαίωμα προστασίας των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων της Πύλης από τον Τσάρο.
Από πλευράς Οθωμανικής αυτοκρατορίας προς Ρωσία:
Το χανάτο της Κριμαίας απέκτησε την ανεξαρτησία του από τον σουλτάνο.
Τα διάφορα Φρούρια επί του Ευξείνου Πόντου (Γενικαλέ, Κερτς, Αζοφ κ.ά.) αποδίδονται στη Ρωσία.
Η Οθωμανική αυτοκρατορία υποχρεώθηκε σε καταβολή εξόδων πολέμου, «πολεμικής αποζημίωσης» τεσσάρων εκατομμυρίων χρυσών ρουβλίων.
Κατοχυρώθηκε η αυτονομία των ηγεμονιών Μολδαβίας και Βλαχίας και της πολιτικής ανεξαρτησίας των Τατάρων της Κριμαίας.
Ο Σουλτάνος αναγνώρισε στη Ρωσία το δικαίωμα δημιουργίας ρωσικών προξενείων σε πόλεις της επιλογής της.
«Εδώ, στις 10/21 Ιουλίου 1774 υπογράφτηκε η Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή μεταξύ των εμπίστων της Αικατερίνης της Μεγάλης, Πέτρου Ρουμυάντσεφ, και του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Α΄, Μεγάλου Βεζίρη Μουσούλ Ζαντέ Μεχμέτ Πασά.
Το άρθρο 7 της Συνθήκης αυτής προβλέπει: Η Υψηλή Πύλη υπόσχεται μόνιμη προστασία της Χριστιανικής Θρησκείας και των εκκλησιών της.»
Ελληνισμός
Σε ό,τι αφορά στα ελληνικά ενδιαφέροντα, με την υπογραφή της Συνθήκης κατοχυρώθηκε νομικά το δικαίωμα της χρήσης της ρωσικής σημαίας από Έλληνες πλοιοκτήτες, όπως και η ναυπήγηση πλοίων μεγάλου εκτοπίσματος.
Χρησιμοποιώντας τη ρωσική σημαία και τη χορήγηση αδείας επιτηδεύματος, σε όσους ύψωναν τη ρωσική σημαία, από τον διοικητή της Οδησσού, ο εμπορικός στόλος των Ελλήνων πλοιοκτητών αναπτύχθηκε θεαματικά.
Ακολουθώντας πιστά τα γεωστρατηγικά της ενδιαφέροντα, η Ρωσία ενδιαφερόταν άμεσα για την ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας, είτε εξαιτίας της έλλειψης ρωσικών εμπορικών πλοίων για τη μεταφορά εμπορευμάτων είτε εξαιτίας της ναυτικής δεξιότητας των ελληνικών πληρωμάτων.
Γενικά οι Έλληνες (στεριανοί και νησιώτες) του ελλαδικού χώρου υποτάσονταν ηθελημένα στους Ρώσους και πολλοί εξ αυτών, μετά την υπογραφή της συνθήκης, εγκαταστάθηκαν στη Ρωσία ιδρύοντας νέους οικισμούς σε εκτάσεις που παραχώρησε η ίδια η Αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας και ειδικά στους Έλληνες.
Αλλά και ένα μεγάλο ρεύμα νησιωτών και πελοποννησίων κατευθύνθηκε στις Μικρασιατικές περιοχές όπου ο ζυγός φαινόταν ελαφρύτερος, καθώς και σε μεγαλύτερα κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως Κωνσταντινούπολη, ή και σε κατεχόμενες περιοχές στην Αυστρία και Ουγγαρία.
Το σημαντικότερο άρθρο της Συνθήκης αυτής για τους Έλληνες ήταν το 7ο κατά το οποίο: «Η Πύλη υπόσχεται να παρέχει συνεχή προστασία στη Χριστιανική Θρησκεία και τις εκκλησίες αυτής».
Ορθοδοξία
Ιδιαίτερη σημασία για την Ορθοδοξία έχει το γεγονός ότι με την υπογραφή της συνθήκης οι Ρώσοι απέκτησαν το δικαίωμα να κτίσουν στην Κωνσταντινούπολη μια εκκλησία, στη συνοικία του Γαλατά.
Η συμφωνία προέβλεπε επιπλέον ότι η εκκλησία ήταν υπό την εποπτεία του ρωσικού πατριαρχείου, το οποίο μπορούσε να έρχεται οποτεδήποτε επιθυμούσε σε επαφή με την Υψηλή Πύλη.
Η εκκλησία και το δικαίωμα της προστασίας της ήταν το θεμέλιο πάνω στο οποίο διεκδίκησε μεταγενέστερα η Ρωσία το δικαίωμα της προστασίας της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, ακόμη και των Ελλήνων Ορθοδόξων στην οθωμανική επικράτεια.
Παρόλο που μια τέτοια διεκδίκηση φαίνεται πιθανώς υπερβολική, η διασύνδεση μέσω του άρθρου 14 της συνθήκης εξυπηρετούσε τις βλέψεις του ρωσικού πατριαρχείου για επικυριαρχία στους ορθόδοξους πληθυσμούς.
Ωστόσο, στο τουρκικό κείμενο της συνθήκης όπως το αναπαράγει ο τούρκος ιστορικός Σεβντέτ Πασά δεν αναφέρεται κάποια εκκλησία ‘ελληνικού τυπικού’ όπως συμβαίνει με τη ρωσική εκδοχή, αλλά την κατονομάζει ως εκκλησία dusujrafa ή dosografa.
Η εξέταση του ιταλικού κειμένου που υπογράφηκε ως επίσημο και από τις δύο δυνάμεις υποδεικνύει ότι πρόκειται πιθανώς περί παραφθοράς του Russogreca.
Οπωσδήποτε η ανέγερση ενός νέου ναού αποτελούσε παραβίαση του ισλαμικού νόμου και η Αικατερίνη θα επευφημείτο από τους ορθόδοξους της Κωνσταντινούπολης.
Μία εκκλησία υπό ρωσική προστασία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένη επιρροή της Αγίας Πετρούπολης στους ορθόδοξους πληθυσμούς.
Η αύξηση της θρησκευτικής επίδρασης συμβάδιζε με τις εδαφικές, εμπορικές και διπλωματικές βλέψεις της Ρωσίας.
Συνέπειες
Γενικά η Συνθήκη αυτή παρά τη φαινομενική αμοιβαιότητα υποχρεώσεων, τελικά κατάφερε σοβαρό πλήγμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ενώ πολλοί είναι εκείνοι οι ιστορικοί που πρεσβεύουν πως αυτή απετέλεσε και την απαρχή της κατάρρευσής της.
Η γρήγορη ανάπτυξη, χάρη στις διομολογήσεις που επέβαλαν οι ξένοι στην Οθωμανική αυτοκρατορία, απέβη βέβαια εις βάρος της ανάπτυξης του ελληνικού βιομηχανικού κεφαλαίου, του μοναδικού φορέα της πραγματικής οικονομικής ανάπτυξης, του τόπου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, μετά τη συνθήκη, εγκαταλείφθηκαν βαθμιαία οι πρώτες προσπάθειες εκβιομηχάνισης της Ελλάδας και το ελληνικό κεφάλαιο στράφηκε, σχεδόν αποκλειστικά, στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές και στο αποικιακό εμπόριο.
Γι’ αυτό και ορισμένοι ιστορικοί αμφισβητούν την ευεργετική σημασία της συνθήκης για την Ελλάδα, αξιολογώντας την ως ένα αποφασιστικό βήμα για την αποτελμάτωση της ελληνικής ανάπτυξης. Άλλοι όμως θεωρούν ότι, παρ’ όλα αυτά, έπαιξε θετικό ρόλο στην επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης του ελληνισμού και αργότερα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Η συνθήκη παραχώρησε οριστικά στη Ρωσία το Αζόφ, το Ταϊγάνι, το Γενί-Καλέ και το Κίνμπουρν.
Η Κριμαία, η ζωτική αυτή περιοχή για το ρωσικό εμπόριο της Μαύρης θάλασσας, έπαψε να βρίσκεται στην επικράτεια του σουλτάνου και οι Παραδουνάβιες ηγεμονίες (Βλαχία, Μολδαβία) τέθηκαν υπό την προστασία της Ρωσίας.
Τα πλεονεκτήματα της συνθήκης υπήρξαν τόσο πολλά για τη Ρωσία ώστε ο τότε πρωθυπουργός της Ποτιόμκιν οδηγήθηκε στη σκέψη να καταρτίσει σχέδιο έξωσης της Τουρκίας από την Ευρώπη και ίδρυσης νέας Βυζαντινής αυτοκρατορίας, με ηγεμόνα κάποιον από τους μεγάλους δούκες της Τσαρικής οικογένειας.
Το σχέδιό του όμως δεν υπολόγιζε τις άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις, ο οποίες διεκδικούσαν επίσης την κυριαρχία στην περιοχή.