Πρέπει να εντυπωθεί στο μυαλό των Ελλήνων, η εικόνα μιας Κυβέρνησης που φροντίζει για όλα, την στιγμή που ακραία διαλυτικά φαινόμενα, μαστίζουν την κοινωνία
Το αστείο με το παράλληλο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο θα θεραπεύσει τα δεινά του μνημονίου καλά κρατεί.
Περιφέρεται ως φάρμακο για πάσα νόσο και βέβαια ουδείς γνωρίζει πώς θα επιδράσει στον ασθενή, ο όποιος θα πρέπει να πληρώσει και το κόστος της «πειραματικής» θεραπείας…
Προφανώς και πρόκειται περί σχιζοφρένειας, καθώς γίνεται εργώδης προσπάθεια για να εντυπωθεί στο μυαλό των Ελλήνων η εικόνα μιας κυβέρνησης η οποία φροντίζει για όλα την στιγμή κατά την όποια ακραία διαλυτικά φαινόμενα -αποτελέσματα της πολύχρονης κρίσης, και όχι μόνο- μαστίζουν την κοινωνία.
Υπό την έννοια αυτή είναι σχήμα οξύμωρο να κάνουν λόγο για παράλληλο πρόγραμμα θεραπείας της καταστροφής αυτοί που επιτείνουν την καταστροφή, εμμένοντας στις αδιέξοδες πολιτικές της υπερφορολόγησης και της πάταξης κάθε ίχνους επιχειρηματικότητας στην κοινωνία.
Γι’ αυτό και έχουν ανάγκη ανάγκη το προπαγανδιστικό τέχνασμα του παραλλήλου προγράμματος που αποτελεί και το προπέτασμα καπνού, μέσω του οποίου επιχειρείται να μεταμορφωθεί πλήρως η πραγματικότητα.
Έτσι, ο υπουργός Υγείας της Κυβέρνησης, κ. Α. Ξανθός, στο πλαίσιο του παραλλήλου προγράμματος εξαγγέλλει την εκπόνηση σχεδίου που θα στοχεύει στην παροχή δημόσιας περίθαλψης στους λαθρομετανάστες, που κατακλύζουν την χώρα, με την βοήθεια των ΜΚΟ, που ασκούν και εξωτερική πολιτική υποβοηθώντας το έργο του υπουργείου Εξωτερικών.
Την ίδια στιγμή που ο «πονόψυχος» υπουργός Υγείας ξοδεύει κατά τέτοιο τρόπο τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, παίρνει ενδημικές διαστάσεις στην Ελλάδα το πλήθος των προβλημάτων στις ΜΕΘ των Δημοσίων Νοσοκομείων, αλλά και οι ελλείψεις σε φάρμακα για σοβαρές ασθένειες.
Προχθές πάντως ο προαναφερόμενος υπουργός, που διαφημίζει με δαπάνες των φορολογουμένων τον ανθρωπισμό του, απέφυγε να πάει στην Βουλή για να απαντήσει σε ερώτηση σχετικά με τις ελλείψεις φαρμάκων στα Δημόσια Νοσοκομεία.
Λίγο αργότερα, πάντως, προσήλθε κανονικά γα να συμμετάσχει στην ψήφιση άλλου νομοσχεδίου.
Το παράλληλο πρόγραμμα, όπως καταλαβαίνει ο καθέναν είναι μια επιπλέον καλοστημένη άπατη, που αποσκοπεί στο να κερδίσει η Κυβέρνηση χρόνο και κυρίως να πείσει κάποιους από τους πρώην ψηφοφόρους της ότι συνεχίζει να «αμύνεται» περί των δικαίων της κοινωνίας ακόμα και τώρα που βρίσκεται εντός του μνημονιακού στρατοπέδου.
Του παραλλήλου προγράμματος «αμύνεται» και ο υπουργός Εργασίας, κ. Γιώργος Κατρούγκαλος, ο οποίος ανοιχτά ομολογεί ότι σήμερα στην Ελλάδα ο καλός μισθός είναι τα 1.000 ευρώ!
Όσοι είναι κάτω από 1.000 ευρώ θα έχoυν ελαφρύνσεις ασφαλιστικές και φορολογικές.
Ενώ όσοι είναι πάνω από το συγκεκριμένο όριο πρέπει να υποστούν την «περιποίηση» του Προκρούστη, ο οποίος θα φροντίσει να αφαιρέσει ό,τι τους περισσεύει, για να χρηματοδοτηθεί το κράτος και ψωμιζόμενοι εξ αυτού.
Της προσπάθειας να εμπεδωθεί στην κοινή γνώμη ότι ό ΣΥΡΙΖΑ κάνει κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνει, συμμετέχει και ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, κ. Τρύφων Αλεξιάδης, ο οποίος εκ της θέσεώς του αποτελεί και τον χρηματοδότη του παραλλήλου προγράμματος, μέσω των φόρων που συγκεντρώνει.
Απηνής «διώκτης» της φοροδιαφυγής εκ των μικροφώνων των τηλεοράσεων και των ραδιοφώνων, ο προηγούμενος έχει διατρέξει όλη την κλίμακα της τρομοκρατίας σε βάρος των φορολογουμένων και των καταθετών.
Το αστείο εν προκειμένω είναι ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που επιθυμεί όπως έχει πει κατ’ επανάληψη ο Πρωθυπουργός, κ. Αλ. Τσίπρας, την επιστροφή των καταθέσεων στις τράπεζες, έχει ταυτόχρονα και έναν υπουργό Οικονομικών που διά λόγων και πράξεων αντιμάχεται με ιδιαίτερο ζήλο την επιστροφή των συγκεκριμένων χρημάτων.
Μόλις προχθές, πάντως, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, μιλώντας στην Βουλή, όταν ερωτήθηκε σχετικά με το πότε θα γίνει άρση των «κεφαλαιακών έλεγχων», απάντησε ότι δεν γνωρίζει, καθώς αυτό είναι συνάρτηση άφ’ ενός της επιστροφής των καταθέσεων στις τράπεζες και άφ’ ετέρου της ανάκτησης της εμπιστοσύνης της οικονομίας.
Προφανώς όμως ο κ. Αλεξιάδης ως «αριστερός υπουργός» και πρώην συνδικαλιστής εφοριακός δεν δεσμεύεται εκ των νόμων της οικονομίας, επιλέγοντας τις δικές του προσωπικές ερμηνείες, με τις οποίες πορεύεται.
Δ.Γ. Παπαδοκωστόπουλος