Τον άρχοντα μέμνησθαι, έτυχε να διαβάσω,
και η μνήμη πισωγύρισε, κει στα παλιά να ψάξω.
Στον δασυφρύδη άρχοντα, στάθηκα μια στιγμή
στον Κωνσταντίνο φίλοι μου, ναι, στον Καραμανλή.
Με παγκοσμίου πνεύματος, ανθρώπους εκλεκτούς,
σ’ ομήγυρη είχε βρεθεί, κει πάνω στους Δελφούς.
Σπουδαία τα όσα είπανε, όπως και να το πεις,
ήτανε λέει τυχεροί, που αξιωθήκαν να βρεθούν,
στον ομφαλό της γης.
Σαν ήλθε η σειρά του, τους ευχαρίστησε, και είπε τα εξής.
Θέλω κι εγώ κάτι να ειπώ, και θα το πω ευθύς.
Φεύγοντας απ’΄την χώρα, θερμά παρακαλώ,
να πάρετε μαζί σας, τούτο τον αφαλό,
και μακριά πετάξτε τον, όσο είναι καιρός,
πολύ κακό μας έκανε, τούτος ο αφαλός.
Πολύ βαρύ μου φάνηκε, προβληματίστηκα,
κι έτσι στις άλλες εκλογές, τον καταψήφισα,
μα όσο περνούσε ο καιρός, κι εγώ το είχα μαράζι,
η άωρη μου γνώση, άρχισε να ωριμάζει,
και τότε διαπίστωσα, την επανάπαυσή μας,
στ’ αρχαίο μεγαλείο, της ένδοξης φυλής μας.
Τα τόσα επιτεύγματα εις την φιλοσοφία,
ο Παρθενών, η Πνύκα και η Δημοκρατία,
οι Πλαταιές, ο Μαραθών, καθώς και η Σαλαμίνα,
είχανε κάνει ξακουστή, κι ένδοξη την Αθήνα.
Καλοί μου φίλοι όλα αυτά, θρέψανε το εγώ μας,
η αίσθηση όμοιοι ότι είμαστε, έγινε βατερλό μας.
Το έβλεπε ο Καραμανλής, κι είπε κείνον τον λόγο,
κι άδικα καταλόγισα, εγώ, κείνον τον ψόγο.
Σ’ αυτό δεν φταίει ο λαός, φταίει το υπουργείο, φταίει η πολιτεία,
φταίνε μαζί κι οι δάσκαλοι, όπου παλμό δεν έδωσαν,
για πατριδολατρεία
ανιαρή την έκαναν, με συνεχή κουρέματα, την ένδοξη ιστορία,
μα ίσως πίσω απ’ όλα αυτά, να κρύβεται φατρία.
Συνετιστείτε όλοι εκεί, εδώ εδώ και τώρα,
θαρρώ πως ξένοι κυβερνούν, την άμοιρή μας Χώρα.
Αν δημοσκόπηση γενεί, τι λέει ο λαός θα δείτε,
και τότε οι ψαλιδίζοντες, θα πρέπει να κρυφτείτε.
Ο Θρακιώτης
Αλεξανδρούπολη