Συνεχίζεται για “ψύλλου πήδημα” ο απεργιακός ορυμαγδός – Όμως η κάστα των Συνδικαλιστών αγνοεί ότι κάθε επαγγελματικός τομέας, δεν υπάρχει για τον εαυτό του – Το Σχολείο υπάρχει για τα παιδιά και όχι για τους εκπαιδευτικούς
Αφότου, μετά την απόλυση μου από τον στρατό, άρχισα τη διδασκαλία, εξήγησα σε κάποια συνέλευση ότι η απεργία δεν συνάδει με την εκπαιδευτική λειτουργία.
Μπορούμε να διεκδικήσουμε τα αιτήματα μας με ένα περιβραχιόνιο ειδικού χρώματος στο μανίκι, όπως έκαναν τότε οι εργαζόμενοι στην Ιαπωνία.
Ποτέ, όμως, διακοπή των μαθημάτων, διότι δίνουμε το κακό παράδειγμα στους μαθητές και, το χειρότερο, βλάπτουμε όχι τους εργοδότες – κράτος και ιδιοκτήτες σχολείων – αλλά τους ίδιους τους μαθητές.
Μετά τη μεταπολίτευση άρχισε για «ψύλλου πήδημα» ένας απεργιακός ορυμαγδός.
Γεννήθηκε μια νέα επαγγελματική/πολιτική κάστα, αυτή των συνδικαλιστών, στο μυαλό των οποίων, πέρα από την απαραίτητη ιδεολογική θολούρα, υπήρχε μια αναμπουμπούλα όση και στο «Μετρό» του Συντάγματος σε ώρα αιχμής.
Ήταν φυσικό τα εργοστάσια να κλείνουν το ένα μετά το άλλο και η «εργατική τάξη να πηγαίνει στον Παράδεισο», κατά τον τίτλο γνωστής ιταλικής ταινίας.
Στους απολυόμενους εργάτες και υπαλλήλους προσφέρονταν λόγια παρηγοριάς σαν το ποτό και το τσιγάρο που μεγαλόκαρδα προσφέρονται στον μελλοθάνατο λίγο πριν από την εκτέλεση.
Σε δέκα χρόνια, από μια ανεμώλια πολιτική της Αριστεράς, η ελληνική βιομηχανία, για την οποία είχε γράψει ένας μάρτυρας της Αριστεράς, ο Μπάτσης, που σκοτώθηκε με τον Μπελογιάννη, έσβησε.
Μαζί με τη βιομηχανία έσβησε και η εργατική τάξη.
Παλαιότερα κάποιοι χάθηκαν για την Αριστερά ή εξ αιτίας των επιλογών της Αριστεράς.
Μεταπολιτευτικά πάμπολλοι έζησαν και ζουν από τη Αριστερά.
Ο αριστερισμός έγινε επαγγελματικό εφόδιο, με πιο προωθημένη μορφή τον συνδικαλισμό που μοιάζει με χοντρή αγελάδα που νέμεται το χορτάρι όλου του εργοστασιακού χώρου.
Μόνο η κουδούνα από το λαιμό της λείπει.
Λυπάμαι που εκφράζομαι τόσο βαριά, αλλά το κάνω διότι κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο γελοιοποιήθηκε η έννοια της απεργίας.
Η απεργία είναι το έσχατο και ότι το προχειρότερο όπλο μάχης.
Η κατάχρηση στο θέμα των απεργιών καθιστά επιτακτική την ανάγκη της επιστρατεύσεως.
Η πρόσφατη επιστράτευση των εκπαιδευτικών για να μη γίνει απεργία στην περίοδο των “Πανελλαδικών” λειτούργησε σαν ανάσα ζωής για χιλιάδες υποψηφίους και για τις οικογένειές τους. Αλλά και για τους περισσότερους εκπαιδευτικούς που θα συμμετείχαν στην απεργία με βαριά καρδιά.
Η επαγγελματική κάστα των συνδικαλιστών αγνοεί κάτι βασικό – κι ας το «τσαμπουνά» σε κάθε απεργία:
Κάθε επαγγελματικός τομέας – οποίος κι αν είναι αυτός – δεν υπάρχει για τον εαυτό του, υπάρχει για τον λαό.
Το σχολείο υπάρχει για τα παιδιά ‘ όχι για τους εκπαιδευτικούς. Πρώτα έρχεται το παιδί και μετά έρχονται οι μισθοί ή άλλα προβλήματα.
Τα παιδιά τα χρησιμοποιούν οι συνδικαλιστές προσχηματικά.
Προσχηματική είναι και η έγνοια τους για το παιδί και τον εκπαιδευτικό, που πάντα ήσαν πειραματόζωα του κομματικού συνδικαλισμού.
Πότε οι συνδικαλιστές απήργησαν για τα αίσχη της «παπαγαλίας», για τη δικτατορία του ενός και μοναδικού σχολικού εγχειριδίου, για τα αθλιογραφήματα του Δημοτικού και του Γυμνασίου, όπου η κουταμάρα ανταγωνίζεται τη σαχλαμάρα; Αφήνω πια την αξιοθρήνητη κατάσταση του Λυκείου.
Δυστυχώς, ο μόνος επαγγελματικός τομέας που προήχθη μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα, σαν δενδροφόνος κισσός, είναι ο συνδικαλισμός.
Όλοι σχεδόν οι συνδικαλιστές έκαναν καριέρα στην πολιτική ή στους πανεπιστημιακούς τομείς ‘ αλλά η δική τους προαγωγή δεν έφερε την ανύψωση της επαγγελματικής μας ζωής που υποτονεί ιδίως στον δημόσιο τομέα.
Σε πολύ παλαιούς χρόνους οι συντεχνίες ή τα «ισνάφια» (απ’ όπου το σινάφι) ασκούσαν εποπτεία για την ποιότητα της δουλειάς και για την ποιότητα των μελών τους.
Εργαζόμενος με κακή απόδοση στη δουλειά ή με κακή συμπεριφορά ήταν απόβλητος από τη συντεχνία.
Ο συνδικαλισμός στην Ελλάδα πότε άσκησε τέτοια επαγγελματική παιδαγωγία; Έτσι χάθηκε αυτό που λέγαμε επαγγελματική συνείδηση ή κάπως ειδικότερα εργατική συνείδηση.
Όταν εδώ και 39 χρόνια φώναζα κι έγραφα «οικονομία στις απεργίες», οι συνδικαλιστές μου είχαν κηρύξει τον πόλεμο.
Κάποιοι πέταξαν 2.000 βιβλία μου, που είχα προσφέρει δωρεάν σε σχολικές βιβλιοθήκες. Κάποτε υπουργός Εργασίας μου ζήτησε έναν κατάλογο βιβλίων μου για την Εργατική Εστία.
Έστειλα μια «λίστα» με 13.
Οι συνδικαλιστές – όπως μου είπε απολογητικά ο υπουργός – τα διέγραψαν.
Προτίμησαν τον Ιούδα που φιλούσε υπέροχα. Ας εισπράξουν τώρα το φιλί του.
Έχουν κερδίσει την αντιπάθεια του ελληνικού λαού σε μείζονα βαθμό από τους πολιτικούς.
Υ.Γ. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι κατά του συνδικαλισμού. Απλώς είμαι υπέρ της εξυγιάνσεως του.
Και η εξυγίανση θα έλθει μόνο με την άνευ αμοιβής συνδικαλιστική δράση.