Στο γκρίζο του Φθινοπώρου, μαύρα είν’ τα μαντάτα,
να μας φτωχύνουν προσπαθούν, μα δεν το λεν σταράτα.
Από τη μια το Δου, Νου, Του, η Μέρκελ απ’ την άλλη
θλίψη μας φέρνουν στις ψυχές, και ζάλη στο κεφάλι,
μα κάπου φταίξαμε κι εμείς, αυτό μην το ξεχνάμε,
όλοι επιδιώκαμε, όμορφα να περνάμε,
μα τώρα εδώ που φθάσαμε, εις του γκρεμού το χείλος,
πείτε, φωνή πως να βρεθεί, νάχουμε κάποιο κύρος.
Μα ας μας το πουν ξεκάθαρα, τίμια και σταράτα,
πως θέλουν να μας διώξουνε, μα δεν βρίσκουν την στράτα.
Φταίει όπου ξεθώριασε ο πατριωτισμός μας,
κι αυτό πια ας το νιώσουμε, δεν είναι για καλό μας.
Τα πράγματα σαν σκούρηναν, βγάλανε τα λεφτά τους,
μήπως κάτι και χάσουνε, απ’ τα μερίσματά τους.
Όλο το βάρος τόριξαν, εις του λαού τις πλάτες,
γι’ αυτό και οι νιοι μας πήρανε, της ξενιτιάς τις στράτες.
Αν φύγουν όλα τα μυαλά, πως θα προκόψει η Χώρα;
Ξένοι τα εκμεταλλεύονται. Αυτά θα λέμε τώρα;
Σ’ όσους τον γνώστη κάνουνε, εις την οικονομία,
τους λέγω εγώ ο φουκαράς, η λύση είναι μία.
Ανάπτυξη ας φροντίσουνε, να γίνει εδώ και τώρα,
αυτό θα βοηθήσει, για να σωθεί η χώρα.
Να ξαναρχίσει η οικοδομή, να εργαστεί ο εργάτης,
ν’ ανέβει στο τρακτέρ του, ο πρώην ζευγολάτης.
Τη γη καλλιεργήστε, μόνιμη προτροπή,
λεμόνια να εισάγουμε, μεγάλη ειν’ ντροπή.
Τις ώρες εις τον καφενέ, μειώστε όσο μπορείτε,
με νέες καλλιέργειες, πρέπει ν’ ασχοληθείτε.
Όμως φροντίστε τελικά, εσείς οι τριακόσιοι,
μην έχουν οι μεσάζοντες, ελευθερία τόση,
να κτυπηθούνε τα ΚΑΡΤΕΛ, έννοιας σας ναν’ η πρώτη,
το αίμα να μην πίνουνε, εργάτη και αγρότη,
και για τους επισκέπτες μας, να, για τον τουρισμό μας,
πολύ ας τους προσέξουμε, το λέγω για καλό μας,
μα για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να ενωθούμε,
και μονιασμένοι όλοι μαζί, σκληρά να εργαστούμε.
Αλεξανδρούπολη