22.000 θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν από τις Ελληνικές επιχειρήσεις παραγωγής ενδυμάτων – Συνεργασίες με Σκόπια, Αλβανία, Τουρκία, Ρουμανία
Η ελληνική επιχείρηση ένδυσης έχει διαλέξει να παράγει στο εξωτερικό, κυρίως για λόγους κόστους αλλά και φορολογικής μεταχείρισης. Στην Ελλάδα, έχει μείνει μόνο το 23% της παραγωγής των ελληνικών επιχειρήσεων, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της εκτός Ελλάδος παραγωγής, γίνεται στη Βουλγαρία.
Ωστόσο, με δεδομένη τη νέα πραγματικότητα, που άρχισε σταδιακά να δημιουργείται από το 1995 ως σήμερα, ο ελληνικός κλάδος ένδυσης, έχει συμφέρον να επιδιώξει συνεργασία, στο πλαίσιο του προγράμματος «Skills in Fashion» , με τους αντίστοιχους κλάδους της Βουλγαρίας αλλά και της ΠΓΔΜ, προκειμένου να παραμείνει μέσω της διασυνοριακής συνεργασίας, ανταγωνιστικός στη διεθνή αγορά.
Άλλωστε, ένα μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων στο τομέα της ένδυσης, στις δύο αυτές γειτονικές χώρες, είναι ελληνικών συμφερόντων, ενώ στη Βουλγαρία το ποσοστό που συνεργάζεται με ελληνικές να φθάνει στο 48%. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάσθηκαν στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο ΣΕΠΕΕ, το 66% των πωλήσεων ειδών ένδυσης της Βουλγαρίας, κατευθύνεται στην Ελλάδα.
Σε αυτά τα χρόνια, τα περίπου 15, της ελληνικής βιομηχανίας ένδυσης, Έλληνες επιχειρηματίες δημιούργησαν 250-270 επιχειρήσεις εκτός συνόρων, μεταφέροντας τις κυρίως παραγωγικές διαδικασίες ( κοπή, ραφή) στη Βουλγαρία ( το 57%), στη ΠΓΔΜ (20%), στην Αλβανία (10%), αλλά και στη Τουρκία ( 7%) και την Ρουμανία (4%), ενώ ποσοστό 2% αναφέρεται σε άλλες χώρες υποδοχής στη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις, μέσω αμιγώς θυγατρικών εταιρειών ή μεικτών με τοπικούς εταίρους, σε αυτές τις περίπου 250-270 επιχειρήσεις που έστησαν, δημιούργησαν 22.000 θέσεις εργασίας.
Οι πέραν των συνόρων ελληνικές επιχειρήσεις, είναι μεσαίου μεγέθους, αφού κατά μέσο όρο έχουν τζίρο της τάξης των 5 εκατ. ευρώ και απασχολούν κάτι λιγότερο από 25 άτομα. Οι εταιρείες αυτές ρίχνουν το βάρος κυρίως στη παραγωγή και το εμπορικό κομμάτι, ενώ ο σχεδιασμός και η διοίκηση γίνονται ως επί το πλείστον από τις ελληνικές μητρικές.
Όπως τονίσθηκε από τον γενικό διευθυντή του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πλεκτικής Ένδυσης Ελλάδας , Θεόφιλο Ασλανίδη, οι ελληνικών συμφερόντων επιχειρήσεις του εξωτερικού, σε ό,τι αφορά την παραγωγή, παρουσιάζει μία συγκέντρωση μεγάλη, της τάξης του 57%, στη Βουλγαρία. Οι εταιρείες αυτές, βρίσκονται σε περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα, ενώ η ένταξη της Βουλγαρίας στην Ε.Ε. , οπωσδήποτε διευκολύνει την δραστηριότητα και στις δύο πλευρές των συνόρων.
Πάντως, ένα αρκετό μέρος της παραγωγής, 20%, γίνεται στη ΠΓΔΜ, ένα 7% στην Αλβανία, ενώ ένα ποσοστό 10% έχει πάει στη μακρινή Κίνα. Τέλος, ένα μερίδιο 6% της παραγωγής έχουν διάφορες άλλες χώρες.
Από τις…ξενιτεμένες αυτές επιχειρήσεις, το 58% παράγει private label είδη, φασόν για ξένες φίρμες και ένα 42% επώνυμα ελληνικά brand.
Σε αυτή τη 15ετία της συνεργασίας, πολλά προβλήματα έχουν ξεπεραστεί και πλέον κρίνεται η σχέση συνεργασίας μεταξύ ελληνικών επιχειρήσεων και μονάδων στη Βουλγαρία, θετική σε ποσοστό 73%. Αν συνυπολογιστεί το 9% εκείνων που την κρίνουν πολύ θετική, τότε μπορεί κανείς να μιλήσει για μία επιτυχημένη κίνηση εκτός συνόρων, της ελληνικής βιομηχανίας ένδυσης, η οποία μάλιστα δεν είχε κάτω του μετρίου βαθμολογήσεις (18%).
Μπορεί οι ελληνικές επιχειρήσεις να αντιμετωπίζουν κάποια προβλήματα, κυρίως με χρονικές καθυστερήσεις, εξεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού και ποιοτικά ζητήματα, όμως από την άλλη μεριά, έχουν και σημαντικά πλεονεκτήματα όπως εγγύτητα, χαμηλό εργατικό κόστος, παραγωγική ικανότητα και μεγάλα εργαστήρια ραφής.
Σε αυτή λοιπόν την περιοχή, τη διασυνοριακή, μεταξύ Ελλάδας- Βουλγαρίας πρωτίστως, αλλά και μεταξύ Ελλάδας- Σκοπίων, έχει δημιουργηθεί ένας από τους σημαντικότερους πόλους συγκέντρωσης της βιομηχανίας ένδυσης- κλωστοϋφαντουργίας στην Ευρώπη. Η συνεργασία, όπως υποστηρίχθηκε, θα είναι αυτή που θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις να παραμείνουν ανταγωνιστικές στον κλάδο της ένδυσης και της μόδας.
Άννη Καρολίδου