Γράφει ο ΣΧΟΛ-ιαστής
Κατεβαίνανε παρέες νεαρών, εφήβων, παιδιών από τις γειτονιές τους και μαχαλάδες της Αλεξ/πολης, πολλές τώρα δεκαετίες πριν όταν η διαχρονική οικονομική ταλαιπωρία εκείνης της εποχής, έμοιαζε με τη σημερινή και την αράζανε ή σουλατσάριζαν την κεντρική μεγάλη λεωφόρο Δημοκρατίας της πόλης.
Στην περαντζάδα αυτή με υπομόχλιο αιχμής τα ονομαστά κέντρα, ζαχαροπλαστείο ΕΛΒΕΤΙΚΟ, κινηματογράφος ΤΙΤΑΝΙΑ, Δημαρχείο και Στρατιωτική Λέσχη, μιμούνταν χωρίς να το ξέρουν τον κόσμο των μεγάλων.
Είχαν αφήσει τα παιδικά παιχνίδια της γειτονιάς και αρχίζανε να ρίχνουνε τις πρώτες κλεφτές ματιές και ολίγον σοκαριστικό σχόλιο στα κορίτσια που ανεβοκατέβαιναν όλο τα πεζοδρόμια από το αγροκήπιο της Π. Ακαδημίας μέχρι το μεγάλο ψιλικατζίδικο του Αρμένη Γκαρμπίς και το φουρνιάρικο του Σουλακάκη και πιο πέρα.
Μικρομέγαλοι νεαροί χωρίς ακραίες σεξιστικές διαθέσεις ξύριζαν για την εμφάνισή τους το χνούδι του προσώπου τους μπας και φανεί καμία μαύρη τρίχα και δοκίμαζαν αδόκημα το πρώτο τους ούζο στο γωνιακό καφενείο του Μαρκάρη, εκεί στη γωνία της 14ης Μαΐου.
Και όλα αυτά, στην απολυφατική δεκαετία του ’60.
Σήμερα οι νέοι, πιάνουν από νωρίς θέση στις καφετέριες, μετά πάνε για ντόνατς και Γκούντις ή αράζουν στη γειτονιά της χοληστερίνης, τα βρώμικα λεγόμενα τους κατ’ επίφαση και ενδιάμεσα πολλοί τη βρίσκουν στα σκεϊτάδικα.
Έτσι και αλλιώς, από τα μεγάλα πεζοδρόμια της κεντρικής λεωφόρου και μπροστά στα μαγαζιά της νεολαίας απέμεινε σήμερα, στενά μονοπάτια που ίσα – ίσα χωράς ανάμεσα σε μια ζούγκλα τραπεζοκαθισμάτων της κατάληψης με φραπέδες, μοκατζίνους, μακφάρλαντ και κινητά.
Τα μεγάλα αυτά πεζοδρόμια που είχαν χαράχτει πριν ένα αιώνα περίπου από ξένους (Ρώσους) πολεοδόμους για μια ωραία πόλη και ξεκούραστους περιπάτους, αποδόθηκαν στους κατοίκους της πόλης για να επιτελούν άνεση κυκλοφορίας.
Όμως πλέον στο μεγαλύτερο μέρος τους έχουν προσαρτηθεί, νόμιμα δυστυχώς, στις παρακείμενες επιχειρήσεις.
Οι επιχειρηματίες επωφελούνται από την υπάρχουσα υποδομή και μετατρέπουν το δημόσιο πεζοδρόμιο και δημοτικό χώρο σε παράρτημα ή εξάρτημα των μαγαζιών τους.
Η αξία χρήσης μετατρέπεται δηλαδή σε αξία κατανάλωσης.
Δεν φταίνε όμως μόνο οι καταστηματάρχες.
“Αλβανοί είμαστε να τη βγάζουμε στα παγκάκια ή γεροσωσοπόντιοι της μπιρίμπας που την αράζουν όλη τη μέρα στο πάρκο κοντά στην ΑΡΓΩ;” ήταν η απάντηση που εισπράξαμε από τους νεαρούς θαμώνες.
Σε ερώτηση μας τι χαρτζιλίκι υπάρχει σ’ αυτούς με την σημερινή ανεργία, η απάντηση ενός εφήβου ήταν εντελώς καταλυτική και αποστομωτική.
“Εξαρτάται από την ημέρα. Σήμερα πχ. πήρε την σύνταξή του ο παππούς και καταλαβαίνετε”.
Ένας άλλος μικρομεσαίος έδωσε πιο συναδελφική απάντηση.
“Ρεφενέ από τέσσερα – πέντε άτομα της παρέας γίνεται φτιάξη άσχετα αν μερικοί δεν έχουν μία”.
Σημεία των καιρών.
Φαίνεται πως ο μέσος συμπολίτης μας νέος χρειάζεται απαραιτήτως αναψυχή, έστω και με ένα καφέ.
Καμία σχέση λοιπόν με την εποχή της μεταπολίτευσης όπου τα οικονομικά της εφηβείας ήταν προεξέχοντα στο μπαγιόκο του πορτοφολιού και της τσέπης.
Τώρα τα κοντά και τα αβαθή μακριά της οικονομίας μέσα στο χρόνο διαφοροποιούνται με λογική πρεσβυωπίας.
Ο ΣΧΟΛ-ιαστής