Γράφει ο ΣΧΟΛ-ιαστής
Ο εγκρατής γαστριμαργικά εκδότης της Ε.Θ. κύριος Σ. Κονδύλης, τέτοιες πασχαλιάτικες ημέρες, όποτε έφερνα κείμενα στην εφημερίδα του, με περιέγραφε τη μεγάλη του αδυναμία που είχε στη μαγειρίτσα το βράδυ μετά την Ανάσταση.
Ενώ προσπερνά σχεδόν αδιάφορα, όλο το γιορταστικό μενού των ημερών, στέκεται με αδημονία στο σερβίρισμα της μαγειρίτσας.
Διαπιστωμένο αυτό και από σχετική συνομιλία που είχα με τη καλή του σύζυγο για το πασχαλιάτικο τραπέζι.
Ενώ, εγώ εν αντιθέσει στέκομαι πάντα επιφυλακτικός, ως εντελώς αρνητικός, μπροστά στα σκοτεινά νερά, στα ύποπτα μαυροζούμια μέσα στα οποία επιπλέουν αγνώστου προέλευσης αντικείμενα.
Την ίδια στιγμή, οι λέξεις συκωταριά, σπληνάντερο, γαρδούμπα έρχονται να επιτείνουν έναν εφιάλτη από εκείνους που δεν θα ευχόμουν ούτε στο χειρότερο εχθρό μου.
Όπως καταλαβαίνετε, αγαπητοί της στήλης αναγνώστες, το βράδυ της Ανάστασης είναι ένα διατροφικά δύσκολο βράδυ για εμένα. Καμιά ντομάτα από τη σαλάτα, καμιά φέτα ψωμί, λίγο τυράκι.
Σ’ αυτό, ο εύθικτος για την αντίρρησή μου κύριος Κονδύλης, λέει ότι δεν ξέρω τι με γίνεται περί μαγειρίτσας και που δεν δοκιμάζω.
Για να το λέει αυτός, αλλά και οι περισσότεροι φίλοι μου, θα έχουν δίκιο.
Έλα όμως που το έθιμο με ξεπερνάει.
Όπως και την επόμενη.
Χάθηκε να σούβλιζαν μπιφτέκια;
Έστω κοτόπουλα; Λύσσα μ’ αυτό το αρνί.
Γιατί όχι, ούτε αρνί τρώω, ούτε κατσικάκι Σαμοθράκης ο μίζερος εγώ.
Οπότε βρίσκομαι για δεύτερη συνεχή ημέρα να είμαι ο περίγελος της οικογένειας και της παρέας.
Η κυρία Μαρίνα, διευθύντρια της Ε.Θ. Ακούγοντας την αποχή μου από το πασχαλιάτικο αρνί, με κατακεραύνωσε.
“Καλά, δεν τρως το αρνί, τώρα που είναι Λαμπρή;”
Ρηματική απορία πέτυχε η καλή κυρία. Με δούλεψε καλά!
“Δεν το πιστεύω, δεν ξέρεις τι χάνεις”. Συνέχισε.
Το κράτησα μέσα μου. Δεν της είπα να συμμεριστεί την άποψή μου, αν θέλει να θεωρεί τον εαυτό της ότι δεν είναι ευτραφής. Πρέπει να ‘σαι ευγενικός με τη γυναικεία σιλουέτα. Εγώ ξέρω, ότι τόνους τοξικών και χοληστερίνης χάνω, τους οποίους φορτώνονται οι υπόλοιποι.
Έτσι αγαπητή κυρία Μαρίνα;
Βεβαίως, όσο οι υπόλοιποι απολαμβάνουν τις φρεσκοψημένες τοξίνες τους, εγώ περιμένω πότε θα ολοκληρωθεί το παραδοσιακό γλέντι ώστε να παραγγείλω καμιά παραδοσιακή πίτσα και να λαδώσω το αντεράκι μου.
Ωραιότατο το Πάσχα, αλλά πολλή πείνα, βρε παιδάκι μου.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά όταν δεν αφορούν κανέναν, πέρα από εμένα και τους δυστυχείς που με καλούν στο τραπέζι τους κάθε χρόνο και που υφίστανται τις διαστροφικές παραξενιές μου; Τα γράφω γιατί τελευταία έχω αρχίσει να αισθάνομαι πραγματικά τυχερός που το εορταστικό τραπέζι μου είναι μάλλον αδιάφορα. Επειδή δεν συμμετέχω σ’ αυτή την απίστευτη υστερία που αρχίζει εβδομάδες πριν από την Ανάσταση και κορυφώνεται την Κυριακή του Πάσχα.
Μια υστερία το που θα φάμε, τι θα φάμε, τι θα ξαναφάμε.
Μια νεοελληνική νοοτροπία σε κάνει να σιχαθείς και τις μαγειρίτσες με τα τσουκάλια τους και τα αρνιά με τις σούβλες τους.
Αμ το άλλο! Αν πετάει το Σαμοθρακρίτικο κατσικάκι.
Το υστερικό σουρεαλιστικό, ένα απόλυτο κρεσέντο κρεατοφαγίας, αρχίζει από τα δύο τοπικά τηλεοπτικά κανάλια. Και μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο και ενώ το Πάσχα ούτε που έχει περάσει από το μυαλό μας με τόσα οικονομικά και προσωπικά προβλήματα που έχει ο καθένας μας.
Θυμάμαι πυρσέ στη T.V. Θράκη ΝΕΤ, η ευειδής παρουσιάστριας Δις Μαρίνα, σε ρεπορτάζ σχετικό, έβγαλε πολύ νωρίς τον Πρόεδρο ή κάποιον της συντεχνίας κρεοπωλών Αλεξ/πολης καταμεσής της οδού Εμπορίου, και με στυλ του γραφικού παλιού χασάπαρου Κιτσιτζή, λαλίστατος αυτού με διάφορα μας διαβεβαίωσε ότι τα κατσικάκια Σαμοθράκης για την αγορά της Αλεξ/πολης είναι αυθεντικά από το βουνό του νησιού και όχι μπακοτέλες και μαϊμούδες βουλγάρικα και Αλβανικά. Γνήσια και όχι κατεψυγμένα.
Και θα μας ταΐσουν το καλύτερο τραπέζι της ζωής μας. Και να πως ότι μας έχει λείψει το κρέας, όπως έλειπε κάποτε στην μετακατοχική περίοδο του 1950.
Τότε, τον καιρό εκείνο τον παλιό, είχε άλλη αξία το Πασχαλινό τραπέζι, τουλάχιστον εδώ στον τόπο μας, στην Αλεξ/πολη. Κι αυτό, επειδή χόρταινε τη στέρηση. Ενώ σήμερα που τρώμε κρέας ακόμα και για πρωινό, που έχουμε μπουχτίσει πρωτεΐνη, που δεν καθόμαστε στο τραπέζι αν δεν έχουμε μπροστά μας τουλάχιστον μισό μπούτι αρνίσιο, προς τι αυτή η λύσσα για την πασχαλινή κρεατοφαγία;
Πλήρωνε λοιπόν τη χοληστερίνη για χρυσάφι και τρώγε αβέρτα. Ο καταπιώνας σου να είναι καλά, όπως έλεγε λαϊκά ο παλιός γείτονάς μας στα Μνηματάκια, κρεοπώλης Κακαρής.
Ο ΣΧΟΛ-ιαστής