Το μεταναστευτικό είναι ένα ακόμη εργαλείο της τουρκικής επιθετικότητος, εις βάρος της Ελλάδος – Ήδη έχουμε υποστεί απώλειες, σε θέματα θαλάσσιας κυριαρχίας
Είναι περισσότερες από δύο δεκαετίες που οι Τούρκοι διετύπωσαν για πρώτη φορά την απειλή ότι θα μας «πνίξουν» με μερικά εκατομμύρια μεταναστών και, κατά τον τρόπο αυτό, θα μας επιβληθούν οριστικά.
Καί επειδή έχουν αποδείξει ότι για την επίτευξη των στόχων τους μπορούν να περιμένουν τις κατάλληλες ευκαιρίες, έπρεπε να γνωρίζουμε από την αρχή ότι η πραγματοποίηση της απειλής τους ήταν απλώς ζήτημα χρόνου – χρόνου Και συγκυριών.
Ως εκ τούτου, πολύ σωστά στο τελευταίο ΚΥΣΕΑ, το θέμα των τουρκικών προκλήσεων ετέθη εκ παραλλήλου προς το μεταναστευτικό.
Το ερώτημα όμως είναι αν συζητήθηκε στην σωστή του βάση.
Αν αναρωτήθηκαν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι για ποιόν λόγο από το 2012 οι Σύροι πρόσφυγες (δύο με τρία εκατομμύρια) έμεναν σε στρατόπεδα στην τουρκοσυριακή μεθόριο, και, μόλις προ έτους, άρχισαν να συρρέουν στα ελληνικά νησιά.
Και μαζί με αυτούς, πάσης φύσεως παράνομοι μετανάστες προερχόμενοι ακόμη και από χώρες της Ινδοκίνας. Άνθρωποι που, συμφώνως προς την Συνθήκη της Γενεύης (την οποία ο Πρωθυπουργός μας, και αν την έχει διαβάσει, δεν την έχει καταλάβει), ούτε κατά διάνοια μπορεί να ισχυρισθούν ότι είναι πρόσφυγες.
Εάν το πρόβλημα δεν αναλυθεί σε αυτήν την βάση, δεν είναι δυνατόν να αντιληφθεί κανείς το πλήρες βάθος των στόχων της γείτονος.
Το μεταναστευτικό μόνο κατ’ επίφαση είναι πρόβλημα «διεθνές», ή «ευρωπαϊκό», όπως θέλει να βαυκαλίζεται η αδαής περί την γεωπολιτική, ηγεσία της χώρας μας.
Είναι πρωτίστως ένα ακόμη εργαλείο της τουρκικής επιθετικότητος, η οποία εκδηλώνεται εις βάρος της Ελλάδος.
Έτσι, εδώ και περίπου ένα χρόνο η Τουρκία επέτυχε να διαταράξει τον έλεγχο των θαλάσσιων μας συνόρων (τα οποία υπάρχουν, έστω και αν το αγνοεί ο Πρωθυπουργός μας).
Επέτυχε να προκαλέσει πρωτοφανή απίσχνανσή των Ενόπλων μας Δυνάμεων σε πόρους και ανθρώπινο δυναμικό, από την ημέρα που η Κυβέρνηση τους επέβαλε να καταστήσουν κύριο καθήκον τους την ενδιαίτηση των μεταναστών.
Επέτυχε να αποκαταστήσει δεσμούς με τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, την στιγμή κατά την οποία η Ελλάς άρχισε σταδιακώς να απομονώνεται, με αποκορύφωμα το κλείσιμο των συνόρων.
Επέτυχε, τέλος, να διεισδύσει στους μηχανισμούς λήψεως αποφάσεων για την άμυνα του Αιγαίου, καλώντας -με την άφρονα συναίνεση μας- την ναυτική δύναμη Μεσογείου της Συμμαχίας να… περιφρουρεί το Αιγαίο.
Ήδη έχουμε υποστεί απώλειες σε θέματα θαλάσσιας κυριαρχίας, χωρίς καν να γίνει αντιληπτό.
Οι Τούρκοι προωθούν τις διεκδικήσεις τους και κερδίζουν έδαφος αμαχητί.
Τώρα θέλουν να επιβεβαιώσουν την παρουσία τους και στον αέρα.
Επί τέσσερις ημέρες πετούσαν πάνω από ελληνικό έδαφος, στο στενό των Οινουσσών, το οποίο θεωρούν «γκρίζα ζώνη».
Και η ελληνική αντίδραση μόνον με την κλασική δικαιολογία του ηττημένου μπορεί να χαρακτηρισθεί: «Πολύ αργά και πολύ λίγα»…
Πολύ αργά η υποτυπώδης στρατιωτική αντίδραση. Πολύ αργά τα διπλωματικά διαβήματα. Πολύ λίγες, έως τελείως ανύπαρκτες, οι ενέργειες αποτροπής τις οποίες προβλέπει το «αμυντικό-αποτρεπτικό δόγμα» της χώρας, όπως περιγράφεται στο θεσμικό κείμενο της «Πολιτικής Εθνικής Άμυνας» (ΠΕΑ).
Η απάντηση βεβαίως είναι τυποποιημένη και διατυπώνεται κατά τρόπο φοβικό. Ότι απαιτείται ψυχραιμία. Ότι δεν θέλαμε να έχουμε ανεξέλεγκτες εξελίξεις. Ίσως ακόμη και ότι πρέπει να περιφρουρήσουμε την ειρήνη, όπως έλεγε ο Κ. Σημίτης κατά την κρίση των Ιμίων.
Πάντα αγνοώντας το τί θέλουν και τι δεν θέλουν οι Τούρκοι. Οι οποίοι δεν έχουν περιθώριο να ανοίξουν και άλλο μέτωπο, όντες ήδη εμπλεγμένοι στην Συρία και το Κουρδιστάν.
Και στο Αιγαίο κινούνται με την άνεση που τους δίδει η δική μας στάση, η οποία περιφρονητικώς περιγράφεται ως «άψογος».
Όσο δε συνεχίζεται, θα προχωρούν. Να θυμίσουμε ότι το 974 στην Αμμόχωστο η προέλασή τους σταμάτησε όταν ένας μόνος Έλληνας στρατιώτης τους έριξε μία μόνη τουφεκιά.
Ευθ. Π. Πέτρου