Μέσα στο Δικαστικό Σώμα υπάρχουν εξαίρετοι Δικαστές, όπως υπάρχουν οι μέτριοι και οι κακοί Δικαστές – Δηλ. εκείνοι που στερούνται κρίσεως, φιλοπονίας και νομικής επάρκειας – Ή ακόμα και Ήθους – Δεν είναι απρόσωπη η Δικαιοσύνη
Πολλοί πολίτες διατυπώνουν ευκόλως και δημοσίως τη γνωστή φράση «έχω εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη», αλλά, εντρυφώντας και διακονώντας αυτήν, διαπιστώνει κανείς ότι ενίοτε η Δικαιοσύνη σφάλλει και εκδίδει αποφάσεις λανθασμένες και άδικες.
Οι δικαστές που έχουν το νου, τη διαύγεια και την πρόνοια να εκδίδουν ορθές και δίκαιες αποφάσεις, λαμβάνουν ως ανταμοιβή το ότι είναι πάντα στις καρδιές των ανθρώπων που έτυχε να πέσουν στα χέρια τους ως διάδικοι.
Αντίθετα, οι εσφαλμένες και άδικες αποφάσεις ανάβουν στους αδικούμενους τη φωτιά της αδικίας, τη μήνι και την αιώνια οργή τους.
«Ας μη έχει καμμίαν σχέσιν προς Σε και ας μη ευρεθεί ποτέ πλησίον Σου θρόνος και βήμα δικαστικόν διενεργούν αδικίας, θρόνος ο οποίος υπό τον τύπον και το φαινόμενον του νόμου δημιουργεί εις τους ανθρώπους καταπίεσιν και κατάθλιψιν» (Ψαλμός 93 του Δαυίδ, στίχος 20).
Oι δικαστές, σήμερα, των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων της χώρας είναι περί τα 6.000 άτομα.
Είναι, λοιπόν, φυσικό σε αυτή την αρκετά μεγάλη ομάδα ανθρώπων να υπάρχουν οι άριστοι, ήτοι εκείνοι που διαθέτουν ταυτόχρονα νομική κατάρτιση, γενική παιδεία, ήθος, φιλοπονία και οξυδέρκεια για την εξεύρεση της αληθείας.
Είναι όμως φυσικό σε μία ομάδα ανθρώπων τόσο διευρυμένη, να μην έχουν όλοι τις αρετές αυτές.
Έτσι, στο δικαστικό σώμα υπάρχουν και οι μέτριοι δικαστές, όπως υπάρχουν και οι κακοί δικαστές, ήτοι εκείνοι που στερούνται και κρίσεως και φιλοπονίας και νομικής επάρκειας.
Πολύ δε χειρότερα, σε μία τέτοια μεγάλη ομάδα ανθρώπων υπάρχουν ασφαλώς και εκείνοι οι όποιοι μπορεί να στερούνται ήθους.
Άρα λοιπόν, η Δικαιοσύνη δεν είναι μία απρόσωπη, γενική έννοια υπάρχουν τόσες «δικαιοσύνες», όσοι και οι δικαστές, και αλίμονο από τους πολίτες εκείνους που πέφτουν στα χέρια ασυνειδήτων, ακατάρτιστων, φυγόπονων και ανέντιμων δικαστών!
Για τον λόγο αυτό, η απονομή της δικαιοσύνης είναι και αυτή μία τέχνη, που χρειάζεται από την πολιτεία ανάλογης του έργου της θεσμικής μεταχειρίσεως.
Παλαιότερα υπήρχε και λειτουργούσε σε όλα τα δικαστήρια της χώρας, ήτοι τα πρωτοβάθμια πρωτοδικεία και τα δευτεροβάθμια εφετεία, ο θεσμός του προϊσταμένου των υπηρεσιών τους.
Ο προϊστάμενος εκείνος κατείχε πάντα ανώτερο βαθμό του δικαστηρίου που προΐστατο, ήτοι στα πρωτοδικεία οριζόταν προϊστάμενος εφέτης ή πρόεδρος εφετών, και στα εφετεία Αρεοπαγίτης, ή, έστω, πρόεδρος των Εφετών.
Οι προϊστάμενοι εκείνοι ορίζονταν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, ήτοι του Αρείου Πάγου, όσον άφορα την πολιτική και ποινική δικαιοσύνη, και του Συμβουλίου Επικρατείας, όσον αφορά τη διοικητική δικαιοσύνη.
Επίσης, οι προϊστάμενοι τότε, μεταξύ των άλλων, όριζαν τις συνθέσεις όλων των τμημάτων των δικαστηρίων, γεγονός λίαν κρίσιμο για την απονομή της δικαιοσύνης.
Διότι, λόγου χάριν, οι εφέτες, που γειτνιάζουν σε βαθμό και σε ηλικία με τους προέδρους πρωτοδικών και πρωτοδίκες, γνώριζαν πλήρως την ανθρωπογεωγραφία των δικαστών που υπηρετούσαν στο Πρωτοδικείο που προΐσταντο, με αποτέλεσμα οι μέτριοι δικαστές να μην προεδρεύουν και να μην ορίζονται μέλη κρίσιμων τμημάτων, όπως, για παράδειγμα, είναι το ενοχικό, το εμπράγματο και τα ποινικά τμήματα.
Με τον τρόπο αυτό, η Ποιότητα των εκδιδόμενων αποφάσεων σε σχέση με το σήμερα ήταν εξόφθαλμη.
Οι προϊστάμενοι εκείνοι, που ήταν πάντα ανωτέρου βαθμού των δικαστηρίων που διηύθυναν, ήταν πραγματικοί προϊστάμενοι, ως δικαστές πεπειραμένοι, αρχαιότεροι και εκ των άριστων, που όριζε το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, έχοντας δε την αρμοδιότητα και την ευθύνη ορισμού των συνθέσεων, θεραπεύοντο οι αδυναμίες του συστήματος, ήτοι του ότι σε μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων πάντα θα υπάρχουν και οι λιγότερο συνεπείς, οι λιγότερο έντιμοι και οι λιγότερο φιλόπονοι και καταρτισμένοι.
Οι προϊστάμενοι, έτσι, είχαν δικαστικό κύρος και προσέδιδαν κύρος και στην απονομή της δικαιοσύνης όλων των τμημάτων των δικαστηρίων που διηύθυναν,.
Όταν δε σπανίως, κάποιος εκ των διάδικων παραπονείτο βασίμως για κάποια αδικία που του συνέβη, είχε τη δυνατότητα να αποταθεί στον προϊστάμενο είτε ο ίδιος, είτε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου, και να εισακουσθεί, άλλα καινά διερευνηθεί η βασιμότης των παραπόνων του.
Σήμερα, αντί των προϊσταμένων εκείνων, τα δικαστήρια της χώρας «διευθύνονται» από τριμελή συμβούλια διοικήσεως, που έχουν σχέση ψηφοφόρου και εκλεγμένου με τα μέλη των δικαστηρίων πού διευθύνουν, ήτοι εκλέγονται από τα ίδια τα μέλη των δικαστηρίων και είναι δικαστές του ιδίου βαθμού, ήτοι πρωτοδίκες και πρόεδροι πρωτοδικών για τα Πρωτοδικεία, εφέτες και πρόεδροι εφετών για τα Εφετεία.
Με τον τρόπο αυτό όμως, δεν μπορεί να υπάρξει κανένα κύρος και καμμία πραγματική διοίκηση στα δικαστήρια της χώρας.
Η ομόβαθμη και εκλεγμένη ομάδα των τριών δικαστών δεν μπορεί να ασκήσει πραγματική διοίκηση, ούτε άλλωστε έχει την ευθύνη καταρτίσεως των συνθέσεων, οι όποιες πλέον γίνονται δια κληρώσεως.
Τοιουτοτρόπως, των δικαστηρίων της χώρας δεν προΐσταται ανωτέρου βαθμού προϊστάμενος, ο όποιος να αποτρέπει από τη σύνθεση κρίσιμων τμημάτων των δικαστηρίων εκείνους τους δικαστές που είναι μέτριοι ή κακοί δικαστές.
Όλοι πάνε παντού, σε βάρος του δικαίου, της απονομής δικαιοσύνης και των δικαιωμάτων των πολιτών τελικά.
Τέλος, στους προϊσταμένους αυτούς δεν μπορεί πλέον να έχει πρόσβαση εύκολη και άμεση ο οιοσδήποτε των διαδίκων ή, πολύ περισσότερο, των δικηγόρων τους, διά να εκφράσει τα παράπονα του, γιατί φυλάσσονται από αστυνομικά όργανα, ωσάν τάχα να τελεί σε κίνδυνο η ασφάλειά τους, και η πόρτα τους δεν είναι ανοικτή, όπως θα έπρεπε, σε κάθε πληρεξούσιο δικηγόρο, αλλά, για να τους δεις, πρέπει να αναλώσεις περιμένοντας μία ή δύο ή και τρεις εργάσιμες ημέρες.
Έτσι, οι πολίτες καταφεύγουν από τον πρώτο βαθμό στον δεύτερο, μήπως τύχει και πέσουν σε κανέναν σώφρονα άνθρωπο, που θα εντρυφήσει στον φάκελο της δικογραφίας, και βρουν, κατά τύχη, το δίκιο τους.
Αθαν.-Μιλτ. Β. Κόκκινος
Δικηγόρος-Οικονομολόγος, Διδάκτωρ νομικής