Φύγαν τα νιάτα απ’ τα χωριά
Χάσαμε τα παιδιά μας.
Και μείναμε οι γέροντες
Στα άδεια τα χωριά μας.
Βούβα παντού απλώθηκε
Σ’ όλους τους μαχαλάδες
Αν βγεις νύχτα απ’ το σπίτι σου
Θα μπλέξεις σε μπελάδες.
Σαν κούτσουρα απομείναμε
Οι γέροι στα χωριά μας.
Και καρτερούμε τις γιορτές
Να δούμε τα παιδιά μας.
Και γηρατειά περήφανα
Μας είπαν να χαρούμε.
Κανείς όμως Δε ρώτησε
Πεθαίνουμε ή ζούμε.
Ρεπόρτερ και μικρόφωνα
Ελάτε στα χωριά μας,
Να δείτε και να γράψετε
Ποια είναι τα καλά μας.
Βιολιά και ντέφια Δε λαλούν
Στα Αλώνια Δε χορεύουν.
Κι τσούπρες μας παράτησαν
Τσουράπια Δε μας πλέκουν.
Κλάμα μωρού πια δεν ακούς
Και τοκετό κανέναν,
Αν πεις για γάμο-και χαρά.
Παν, όνειρα χαμένα.
Τώρα ο νέος δε βοσκά
Τα ζώα στην Λαγκάδα.
Σε κάποιο στέκι θα κρατά
Ποτό και φιλενάδα.
Κοπέλες Δε μαζεύονται
Προικούδια να στολίσουν,
Ούτε νυχτέρια κάνουνε
Μαλλί να λαναρίσουν.
Και η κοινότης έκλεισε
Κόλλησε σ’ έναν Δήμο,
Κι εμείς-Ακριτοφύλακες
Σαν τα νερά στο μύλο.
Βουβάθηκε και το σχολειό
γεμίζει η αυλή του χόρτα
σάπισαν τα παράθυρα
Γκρεμίστηκε η πόρτα.
Κι η εκκλησιά που έχουμε
Αυτή είναι κλειδωμένη,
και η καμπάνα Δε χτυπά,
Αφού παπά δεν έχει.
Ανάθεμα την ξενιτιά
Το λέμε απ’ την καρδιά μας.
Τα γέλασε και άρπαξε
Τα δόλια τα παιδιά μας.
Πατέρας είμαι και εγώ
έχω παιδιά στα ξένα.
Κι καρτερώ κάθε πρωί
Μήπως ερθεί κανένα.
Γεώργιος Καράμπαμπας
Σέρρες