Το Σκοπιανό γίνεται, για μία ακόμη φορά, μπαλάκι του πινγκ-πονγκ, μεταξύ Κυβέρνησης και Αντιπολίτευσης – Δεν υπάρχει ενιαία Εθνική Γραμμή – Με την έγκριση του Λαού, θα ξεπουληθεί το όνομα και η Ιστορία της Μακεδονίας
Ο όρος «αγκάθι των Σκοπίων» δεν είναι δικός μου, αν και τον έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές σε βιβλία και σε άρθρα μου για το Σκοπιανό, ακόμη καιως τίτλο σ’ ένα απώτερο παρελθόν.
Ο όρος ανήκει στον μεγάλο ιστορικό Σπύρο Λάμπρο που τον χρησιμοποίησε σε μία από τις διαλέξεις που έκανε περί τα τέλη του 19ου αι. για να προειδοποιήσει τους Έλληνες πολιτικούς για τους κινδύνους που εγκυμονεί μελλοντικά η αλυτρωτική σλαβική προπαγάνδα πού αναπτυσσόταν στην πόλη αυτή και στη γύρω περιοχή.
Οι κίνδυνοι αυτοί στους μετέπειτα καιρούς πήραν ποικίλες μορφές, και στα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χρόνια σχηματοποιήθηκαν στη μορφή μίας ονομασίας πουεγκρύπτει όχι απλώς διεκδικήσεις επί του ελληνικού εδάφους αλλά και επί της ιστορίας.
Διότι όποιος επισήμως κατέχει ως κράτος το όνομα νομιμοποιείται να διεκδικεί και το έδαφος.
Ο μεγαλομανής ηγέτης τής Γιουγκοσλαβίας ό Τίτο κληρονόμησε και αξιοποίησε τα συνθήματα της βουλγαρικής εθνικιστικής οργανώσεως Υ.Μ.R.Ο και ονόμασε την από εμάς λεγόμενη Νότια Σερβία σε ομόσπονδο κράτος της Μακεδονίας και ειδικά επί της Θεσσαλονίκης για να έχει παράθυρο προς τη θάλασσα.
Ο τότε πολιτικός μας κόσμος, βουτηγμένος στη μανία ενός αδυσώπητου αλληλοσπαραγμού, δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στον νέο κίνδυνο που σαν αγκάθι φύτρωνε στα νώτα της Ελλάδος.
Κάποιες ενέργειες που έγιναν σε διπλωματικό επίπεδο δεν είχαν συνέχεια, αφού επίσημα αμερικανικά χείλη διαβεβαίωσαν ότι ουδέποτε οι ΗΠΑ θα αναγνωρίσουν κράτος με το όνομα Μακεδονία.
Αλλά στη διπλωματία ισχύει η αρχή το είπα-ξείπα. Το παν ήταν να σωθεί από τη σοβιετική απειλή ο πολύς Τίτο που είχε έντονη ανάμειξη στο δικό μας μακελειό.
Πέρασαν τα χρόνια -οι σχέσεις Ελλάδος-Γιουγκοσλαβίας ήσαν υπέρκαλλες αλλά στο χρονικό τούτο διάστημα στο κρατίδιο των Σκοπίων και στοεξωτερικό δούλευε συστηματικά ο μηχανισμός του εκμακεδονισμού.
Στο διάστημα αυτό εμείς κοιμόμαστε υπό μανδαγόραν. Ακόμη καιο γράφων που είχε από παιδί μια ευαισθησία στα εθνικά θέματα, τελούσε εν αγνοία.
Μέχρι που ήλθε η ώρα της στρατεύσεως.Έκανα όλη τη θητεία μου κατά τα σκληρά έτη 1963-1964 στη Βεύη και στο Αμύνταιο.
Στα σύνορα φτιάχνονταν κάτι οχυρά τύπου ΤΥΠ πού τα επισκεπτόμουν συχνά. Κρυφά-όχι εντελώς φυσικά-είχαμε επαφές με τους απέναντι μας Γιουγκοσλάβους στρατιώτες.
Ανταλλάσσαμε ως δείγμα φιλίας και κάποια είδη. Εμείς τους δίναμε ούζο, κονιάκ και τσιγάρα, αυτοί μας έδιναν ρακί, σκόρδο δυνατό, κατάλληλο για πυρπολικό.
Κάποια φορά ένας στρατιώτης μας έδωσε κούτες τσιγάρα της άλλης μεριάς που έφεραν πάνω την ονομασία Μakedonija ή κάπως έτσι.
Είχα μισομάθει τα σλαβικά και του ζήτησα εξηγήσεις. Οι εξηγήσεις ήταν τόσο καταπελτικές που μου έφεραν ζάλη.
Πήρα το κουτί και την επόμενη ήμερα παρουσιάστηκα στο διοικητή, τον αείμνηστο Μεν. Δόλγυρη, που οδήγησε λίγους μήνες αργότερα το τάγμα μου στην Κύπρο, και του εξέθεσα το πρόβλημα όπως μου το εξέθεσε ο Γιουγκοσλάβος στρατιώτης, που ήταν Σκοπιανός, επί τούτου βαλτός, να κάνει προπαγάνδα «μακεδόνικη» ανάμεσα στους Έλληνες στρατιώτες.
Ο διοικητής με τον όποιο είχαμε αναπτύξει μια φιλική σχέση, παρότι εγώ ήμουν απλός στρατιώτης, μου είπε ότι οι στρατιωτικοί γνωρίζουν το πρόβλημα αλλά έχουν εντολή να αποφεύγουν πάσα τριβή με τους Γιουγκοσλάβους.
Όταν απολύθηκα-κυβέρνηση είχε σχηματίσει η Ένωση Κεντρώων υπό τον Γ. Παπανδρέου- ήλθα σε επαφή με πολλά στελέχη όλων των κομμάτων, με τα οποία είχα γνωρισθεί στη διάρκεια του προγενέστερου φοιτητικού κινήματος 1961-1963.
Από τα στελέχη της Αριστεράς πήρα τη συμβουλή να μή υπενθυμίζω «οικήια κακά» επιφανή στελέχη της Δεξιάς μου είπαν ότι δεν συμφέρει να τα βάλουμε τώρα με τον Τίτο, επειδή έχουμε ανοιχτό μέτωπο με την Τουρκία.
Κάποιοι φίλοι-στελέχη της Ενώσεως Κέντρου με διαβεβαίωσαν πώς όταν «καθαρίσουμε» με την Τουρκία, θα έλθει η ώρα να «καθαρίσουμε» και με την Γιουγκοσλαβία.
Δυστυχώς, ούτε με την Τουρκία ούτε με την Γιουγκοσλαβία «καθαρίσαμε».
Έν τω μεταξύ είχα συγκεντρώσει άφθονο υλικό για το Σκοπιανό.Ένα μέρος από αυτό προερχόταν από τα Σκόπια, όταν μετά τον τρομερό σεισμό του Αγ. Παντελεήμονος που τα έπληξε το 1963, μπήκαν στην πόλη με την ομάδα Ελλήνων στρατιωτών που έσπευσε προς βοήθεια. Οι νεκροί ήταν -αν θυμάμαι καλά- πάνω από 1.000.
Με την ομάδα μου καθαρίζαμε ένα κτήριο, στο όποιο ήταν γραφεία τής V.Μ.R.Ο.
Ένα μέρος από το υλικό αυτό, πού είχε έντονο αλυτρωτικό χαρακτήρα, είδε το φως τής δημοσιότητας στο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα» του Κώστα Κύρκου, καθ’ όλη τη διάρκεια των μηνών 1990-1991. Τον Ιανουάριο του 1992 τα κείμενα αυτά πήραν μορφή βιβλίου υπό τον τίτλο «Από το Μακεδονικό Ζήτημα στην Σκοπιανή Εμπλοκή» (εκδ. Gutenberg).
Έν τω μεταξύ είχαν ξεσπάσει οι μεγάλες διαδηλώσεις όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο για να μην αναγνωρισθεί το αυτονομημένο κρατίδιο με το όνομα Μακεδονία.
Δέν μετείχα σε καμμία διαδήλωση ούτε τότε ούτε μετά. Είχα διαισθανθεί ότι όλα αυτά θα ξεφουσκώσουν σαν μπαλόνι, διότι δεν είχε γίνει καμία διπλωματική και πνευματική προπαρασκευή.
Ας φώναζαν μερικοί κορυφαίοι του πνεύματος ότι η «Μακεδονία είναι η ψυχή μας». Το παιχνίδι παιζόταν στο εξωτερικό καιεκεί υστερήσαμε φρικτά.
Ωστόσο συνέχισα την αρθρογραφία μου στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» επί μία τετραετία, αλλά ένιωθα ότι περπατούσα στο κενό.
Τον θορυβώδη ενθουσιασμό είχε διαδεχθεί ένας ρηχός ρεαλισμός πού επεκτάθηκε ως τις μέρες μας.
Τώρα το Σκοπιανό επανέρχεται άστοχα και βλαπτικά. Ο κ. Καμμένος ανορθόγραφα, όπως γράφει το όνομα του, απειλεί ότι δεν θα δεχθεί ονομασία που θα περιέχει τον όρο Μακεδονία.
Από τις δημοσκοπήσεις βλέπει ότι δεν θα μπει στη Βουλή. Έτσι πιθανόν εντός των προσεχών μηνών να ρίξει τον κ. Τσίπρα, ποντάροντας στον πατριωτισμό των Ελλήνων.
Το Σκοπιανό κακώς κάκιστα γίνεται ακόμη μία φορά μπαλάκι του πίνγκπονγκ ανάμεσα στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση.
Δεν υπάρχει ενιαία εθνική γραμμή. Πιθανώς η κυβέρνηση θα το πάει σε δημοψήφισμα. Και ο λαός αλαλιασμένος από την κρίση, αφιονισμένος από την προπαγάνδα («Οι καμπάνες πληρωμένες κάνουνε σαν βουρλισμένες», λέει ο Σολωμός) θα ψηφίσει ό,τι έντεχνα του πασάρουν.
Εν ονόματι ενός στεγνού ρεαλισμού θα πουληθεί με έγκριση του λαού το όνομα καιη ιστορία της Μακεδονίας στους Σκοπιανούς.
Και η ρεαλιστική απάντηση θα είναι: «Ε, και τι έγινε;». Το τι θα γίνει δεν τολμώ ούτε να το φαντασθώ.
Σαράντος Ι. Καργάκος
Ιστορικός, συγγραφέας