Η χαρά, η χαρά, γιατί σιωπά;
βούλιαξε μες στα θολά νερά,
χάθηκε μες στη μαύρη
πυκνή συννεφιά,
στην ανέχεια, στη συμφορά.
Τώρα κρυμμένη γελά,
όμως την δικαιολογούμε δειλά, δειλά,
στο χρονοντούλαπο ψάξε να τη βρεις,
την ιστορία της, ίσως και θυμηθείς.
Τα λάθη μας τα αναρίθμητα
με ιλιγγιώδη ταχύτητα
τώρα τα προσπερνούμε,
κάθε λεπτό, δίχως αιδώ,
φαρμάκι, πίκρα
τους νέους μας κερνούμε.
Είσαι περιζήτητη, χαρά,
μας λύπης πραγματικά,
οι νέοι μας παντού σ’ αναζητούν,
λίγη χαρά ίσως και αισθανθούν.
Στα πέρατα της οικούμενης,
Σαν μετανάστες τριγυρνούν,
άφησαν οικογένεια,
φίλους και συγγενείς,
κοντά σου να βρεθούν.
Τι γεύση έχει η χαρά;
οι νέοι μας ρωτούνε,
κι εμείς από ντροπή,
ποτέ, δεν τους απαντούμε.
Τους νέους μας πληγώσαμε,
με πίκρα, με αβεβαιότητα,
σκληρά τους τιμωρήσαμε
την αισιοδοξία την χαρά
τους την στερήσαμε.
Ειλικρινά μια συγνώμη
πρέπει να τους πούμε,
ίσως και εξιλεωθούμε.
Γεώργιος Χ. Τσαρακτσίδης
Αλεξανδρούπολη