9.4 C
Alexandroupoli
Monday, June 30, 2025

ΜΑΣΤΟΡΙΑ ΑΛΕΞ/ΠΟΛΙΤΙΚΑ

   

Στην κλίμακα αξιών του Αλεξ-πολίτη μάστορα, την μεταπολεμική εποχή, το χρηματικό κέρδος ερχόταν δεύτερο ύστερα από τη χαρά της δουλειά και από τον έπαινο της Αλεξ-πολίτικης κοινωνίας.

Τα διάφορα μαστόρια της εποχής εκείνης, είχαν εμβαθύνει στο ακτικείμενό τους και το υπεράσπιζαν σ’ όλη τους τη ζωή με ερωτική προσήλωση.

Κάνοντας ένα «φλας-μπακ» στην εφηβική μου ηλικία και αργότερα ως καταναλωτής οικογενειάρχης, έβλεπα η Αλεξ-πολίτικη πιάτσα, έβριθε από τέτοια μαστόρια. 

- Advertisement -

«Κάπως τραβάει το σακάκι στους ώμους, αποφάνθηκε ο ραφτομάστορας».

«Εγώ το νιώθω και το βλέπω μια χαρά, ανταποκρίθηκα κάνοντας μισή στροφή εμπρός στον καθρέφτη».

«Το δικό μου το μάτι δεν γελιέται, επέμεινε ο Κυριάκος Βασιλειάδης, βετεράνος ποδοσφαιριστής του Εθνικού και ταλέντο-τεχνίτη της ραφτικής, θητεύσας στο μεγάλο ραφείο  του Βουλγαρόπουλου, εκεί απέναντι από τα «πέντε Φι» του Κουτσουρά».

«Βάλτο και έλα να το πάρεις αύριο».

Επιμονή κατανοητή είχα να ράβομαι, τότε παληκαράκι, για τρεις λόγους: 

Ο πρώτος ήταν πως το κοστούμι κλασσικό ή πιο μοντέρνο,  αποτελούσε το πιο κομψό και το πιο βολικό ανδρικό ένδυμα.

Ο δεύτερος ότι, εφόσον τα συντηρείς όπως πρέπει, τα κουστούμια αντέχουν πολλά χρόνια και αποδεικνύονται ασύγκριτα πιο οικονομικά από τα ετοιματζίδικα.

Σπανίως δε, βγαίνουν εκτός μόδας.

Εξάλλου τα εργοστασιακά μπουφάν, σακάκια, παντελόνια δεν ταιριάζουν ΓΑΝΤΙ σε κανένα, όπως ένα ρούχο κομμένο ακριβώς στο σώμα σου.

Ο τρίτος λόγος ήταν η απόλαυση της επαφής με τον ράφτη ο οποίος σου υπενθύμιζε έναν κόσμο όπου επικρατούσαν, όχι οι μεσάζοντες έμποροι, οι αεριτζήδες, οι πάσης φύσεως τρεχαγυρευόπουλοι, αλλά οι γνήσιοι μάστορες.

Οι τεχνίτες. Οι δημιουργοί.

Στον κεντρικό δρόμο της λεωφόρου, τότε, Β. Γεωργίου, απέναντι από το σημερινό πάρκο της Ελευθερίας, δίπλα στο εργατικό κέντρο είχε το εργαστήριό του το φαινόμενο της επιπλοποιίας, ο αξέχαστος Χατζηλάζαρος.

Έφτιαχνε πάσης φύσεως έπιπλα από ταπεινά ράφια και σκαμνάκια μέχρι επιβλητικές νυφικές παστάδες, δουλεύοντας το ξύλο σαν να ήταν πλαστιλίνη ή πιο ακριβώς σαν να ήταν -όπως και είναι- ζωντανό υλικό.

Δύο τετράγωνα από το πατρικό μου σπίτι, είχε το τσαγκαράδικό του ο σχωρεμένος πρόσφατα, ο Οδυσσέας Γιοντήρης, ο ψηλός και ιδιοφυής καλαμπουρτζής, αδελφικό κολλητάρι με τον περιβόητο καντιφλά Βασέλο.

Ο μάστορας αυτός έπαιρνε το χνάρι του ποδιού από τον πελάτη πάνω σ’ ένα χαρτόνι, το προσάρμοζε στο ανάλογο ξύλινο καλαπόδι και με δεξιοτεχνικές κινήσεις έντυνε το κουντουπιέ και τα πλαϊνά με το σερβό -ενίοτε- καλό δέρμα όχι δερματίνες και πλαστικούρες που έχουν τα σημερινά και με ξυλοκάρφια συγκράτησης.

Και με το ράψιμο κηροσπάγγου με βελόνα από αρκουδότριχα έφτιαχνε το πρόπλασμα του σκαρπινιού από τα βάρδαλά του μέχρι τα ψίδια της φόρμας.

Ραφτό παπούτσι μέγκλα από σόλα παγκοδερμάτινη και ραφινάτη όψη στριγκλάτη που το υπόδημα αυτό περπατούσε -λες- μόνο του.

Κι αν ο πελάτης είχε και κάλους, τους προσάρμοζε κι αυτούς με απροκάλυπτες υποδοχές – φωλιές.

Τραΐν-φορ παπούτσι όχι χαρτονένιο σημερινό.

Πόδι με πλατυποδία το ‘λεγε βατραχόψαρο αλλά το βόλευε κι αυτό μια χαρά χωρίς να ξέρει ανατομία και σχετικές επιστήμες.

Ευλογώντας τα γένια μου, θα αναφερθώ στο μοναδικό που μνημονεύεται και σήμερα γιαούρτι του σχωρεμένου πατέρα μου.

Κατείχε μ’ όλες του τις αισθήσεις το αντικείμενο ώστε να μπορεί συνεχώς να το εξελίσσει πιο νόστιμο και υγιεινό κάθε φορά.

Αυτό μόνο οι συνειδητοί μάστορες το κάνουν.

Την αποβουτύρωση του γάλακτος την θεωρούσε έγκλημα.

Την θεώρηση μέτρησης της θερμοκρασίας με γράδι, την είχε αναγάγει απαράγγελτη προϋπόθεση, την τελική πήξη ρηξικέλευθη βιωμένη γνώση.

Τα σημερινά «ασβέστια γιαούρτια» μόνο επιβραβεύουν την τότε γιαουρτοθεραπεία στο αποτέλεσμα του μάστορα Κυρ-Παναγιώτη.

Ειρήσθω εν παρόδω, θα αναφέρω περιστατικό με τον πατέρα του σημερινού εκδότη της Ε.Θ. του αξιομνημόνευτου Γιώργου Κονδύλη, που όταν ερχότανε στο γιαουρτάδικο του πατέρα μου να ψωνίσει πήλινο κεσέ γιαουρτιού του ενός κιλού, έβγαζε από τη εσωτερική τσέπη του σακακιού του κουταλάκι που το ‘χε μόνιμα με τα μολύβια του μαζί και έτρωγε ένα δεύτερο κεσεδάκι έτσι για την λιγούρα έλεγε. Τόσο νόστιμο ήταν.

Τώρα ποιον τρόπο και ποια δική του επινόηση έφτιαχνε τέτοιο ευωδιασμένο και ευγιέστατο γιαούρτι ο πατέρας μου, ποτέ δεν μου εκμυστηρεύθηκε το μυστικό του.

Έξω από  την πόλη, πίσω από το εργοστάσιο ποτοποιίας Αδαμίδη, ήταν το συνεργείο του Καταρτζή που έκανε θαύματα.

Καθότι τα ανταλλακτικά τότε ήταν πανάκριβα, και ο Ανέστης εφεύρισκε νέες πατέντες για να προσαρμόζει σ’ ένα SCODA την εξάτμιση μιας παλιάς FORD.

Διόρθωνε βλάβες και επισκεύαζε τρακαρίσματα και νόμιζες ότι τώρα βγήκε από το κουτί το αμάξι.

Έφτιαχνε διασταυρώσεις αυτοκινήτων που λειτουργούσαν άψογα.

Ο Χρήστος Χρυσάκης ήταν δημοτικός γιατρός γενικής παθολογίας, ασκούσε ωστόσο καθήκοντα οικογενειακού ελευθέρου γιατρού, για όλη την Αλεξ-πολη.

Μπορεί να μην ενημερωνόταν από επιστημονικά σάιτ και ιατρικά φέις-μπουκ και κουμπιουτερικά «ντάτα» νοσηλείας, ούτε να τον προσκαλούσαν σε ιατρικά παγκόσμια συνέδρια που γίνονται σήμερα.

Εξάλλου από την εποχή  του γιατρού Μπουκουβάλα και μέχρι της εποχής Χρυσάκη, Ραχμανίδη και Πεσάχ, δεν υπήρχε ηλεκτρονική γνώση.

Διέθετε όμως τόση πείρα ο αείμνηστος Χρυσάκης και τέτοια παρατηρητικότητα ώστε ποτέ σχεδόν δεν έπεφτε έξω στις διαγνώσεις και στις θεραπείες που συνιστούσε.

Μας ήξερε όλους άλλωστε εκ γενετής.

«Φλεβίτσες στα μάγουλα, εσύ ποτέ δεν είχες!» σταμάτησε στον δρόμο έναν θείο μου.

«Το έχεις παρακάνει με το κρασί! Διαμαρτύρεται το συκώτι σου».

Χρειάζεται λοιπόν η εποχή μας μάστορες.

Νομίζω επειγόντως.

Στον παγκοσμιοποιημένο, ψηφιακό πλανήτη μας, ζητούμενο δεν είναι η βιομηχανική επανάληψη αλλά η καινοτομία.

Νομίζω!   

Ο

Σχολ-ιαστής

Aegean
Monday, June 30, 2025

Latest News

Σύσκεψη ελαιοπαραγωγών στα Δίκελλα Αλεξανδρούπολης

Οργή και αγανάκτηση επικρατεί στον αγροτικό κόσμο του Έβρου, με τους ελαιοπαραγωγούς να στέλνουν ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν θα...

More Articles Like This