Ο ισχύων νόμος περί ευθύνης Υπουργών, πρέπει να αναθεωρηθεί – Πολιτεία χωρίς πλήρη κυριαρχία των νόμων, δεν υπάρχει
Ο ισχύων νόμος περί ευθύνης υπουργών πρέπει απαραιτήτως να αναθεωρηθεί. Είναι πραγματικά απαράδεκτο να τίθενται ουσιαστικά εκτός της αρμοδιότητος της Δικαιοσύνης τα πολιτικά πρόσωπα, υπουργοί και βουλευτές, να μην ισχύουν δηλαδή οι νόμοι για τα πρόσωπα αυτά και να έχουμε έτσι μια ξεχωριστή, ιδιαίτερη κάστα προνομιούχων, η οποία αντιμετωπίζεται με διαφορετικό νομικό καθεστώς από τον απλό πολίτη.
Ωστόσο, το θεμέλιο του σύγχρονου κράτους δικαίου, έτσι όπως ισχύει από την Γαλλική Επανάσταση και μετά, είναι η ισότητα τών πολιτών έναντι του νόμου.
Κανένας δεν νοείται να απολαμβάνει ειδικά προνόμια, τα οποία είναι χαρακτηριστικό της φεουδαλικής εποχής.
Θα πρέπει επίσης να τονίσουμε πως η εξαίρεση των πολιτικών αξιωματούχων από τον νόμο μας πάει πίσω και από τον 9ο αιώνα!
Τότε ο Πάπας Γρηγόριος Θ’ έθεσε την αρχή της ισότητας απέναντι στον νόμο: «Όποιος θέτει ένα σύστημά νόμων για τους άλλους, πρέπει και ο ίδιος να υπακούει σ’ αυτά».
Οι νομοθέτες μας, όμως, εξαιρούν την πολιτική ελίτ από τον νόμο και είναι πιο οπισθοδρομικοί ακόμη και από τον Πάπα Γρηγόριο!
Αυτή η προκλητική εξαίρεση που προβλέπει το άρθρο 86 του Συντάγματος είναι σήμερα η βασική αιτία της απαξίωσης των πολιτικών ελίτ από το λαό.
Σε καθεστώς γενικευμένης πολιτικής διαφθοράς και διαπλοκής είναι σαφές πως έχουν σπάσει οι δεσμοί αντιπροσώπευσης.
Είναι γεγονός πως οι προτάσεις αναθεωρήσεως του Συντάγματος που έχουν δημοσιεύσει ο Σύριζα και η ΝΔ προβλέπουν αναθεώρηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών.
Ωστόσο η αναθεώρηση αυτή δεν μπορεί να κριθεί ικανοποιητική.
Ο ΣΥΡΙΖΑ περιορίζει το δικαίωμα παραγραφής αδικημάτων υπουργών και αντικαθιστά το ισχύον εδάφιο που δεν επιτρέπει άσκηση ποινικής διώξεως εναντίον υπουργού, εάν παρέλθει και η δεύτερη σύνοδος της βουλευτικής περιόδου μετά την τέλεση του αδικήματος.
Η ΝΔ τονίζει το ίδιο, πως δηλαδή «καταργείται η ειδική αποσβεστική προθεσμία στα αδικήματα υπουργών».
Αυτά δεν αρκούν. Το πρόβλημα δεν είναι η ειδική παραγραφή, το βασικό πρόβλημα είναι πως η δικαιοσύνη δεν μπορεί να ελέγξει ποινικά τον υπουργό και όταν η ανάκριση φτάσει σ’ αυτόν υποχρεούται να κλείσει πάραυτα την υπόθεση και να την διαβιβάσει αμελητί στη Βουλή.
Τούτο σημαίνει πως η ανάκριση εναντίον υπουργού γίνεται υπόθεση της Βουλής και έτσι ο υπουργός ανακρίνεται από το σώμα στο οποίο ήδη ανήκει!
Εάν συνυπολογίσουμε πως πάντα στη Βουλή υπάρχει Κυβερνητική πλειοψηφία, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο κάθε υπουργός κατά τη διάρκεια τής θητείας του έχει το ακαταδίωκτο, δεν μπορεί κανένας να τον ελέγξει! Είναι υπεράνω των νόμων.
Το επιχείρημα πως έτσι διασφαλίζεται ή μή ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής είναι προσχηματικό και εξοργίζει τον λαό ακόμη περισσότερο.
Πολιτεία χωρίς πλήρη κυριαρχία του νόμου δεν υπάρχει. «Όσοι εισάγουν κατά των αρχόντων κατηγορίες και αξιούν να δικάσει ο Δήμος (δηλαδή ή Βουλή)… αυτοί δέχονται πως οι αρχές καταλύονται… δεν υπάρχει πολίτευμα εκεί όπου οι νόμοι δεν άρχουν, διότι πάντων πρέπει ο νόμος να άρχει.» (Αριστοτέλους, Πολιτικά, IV, 1292a).
Θα πρέπει επομένως ο ανακριτής να ολοκληρώνει πλήρως την έρευνα εναντίον υπουργού και αφού συντάξει το πόρισμα να ασκεί τη δίωξη και η Βουλή να αποφαίνεται μόνον για την άρση ή μή της βουλευτικής ασυλίας.
Κάθε άλλη λύση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τον λαό.
Απόστολος Διαμαντής