Γράφει ο ΣΧΟΛ-ιαστής
Το προχθεσινό θαλασσινό μπάνιο, μέσα στην αποπνικτική ζέστη της πόλη μας, ήταν αναγκαίο.
Μαζί με τον κολλητό μου Κουλούρα, οικογενειακώς προσφύγαμε σε πλαζ, εκεί στην ελεύθερη παραλία, δίπλα στο κέντρο ΔΕΛΦΙΝΙ που η λαϊκή και άφρακτη αμμουδιά είναι με φροντίδα περιποίησής της από τον Δήμο Αλεξ-πολης.
Καθίσαμε κοντά στο συρμάτινο φραγμό του άλλοτε ΜΟΤΕΛ-ΑΣΤΗΡ, απλώσαμε τις θαλασσινές πετσέτες πάνω σε αμφιβόλου καθαρή αμμούδα, με ομπρέλα και τα σχετικά παισχίρια μπάνιου, προσπαθούσαμε να βολευτούμε όσο καλλλίτερα γινόταν, και περιμέναμε τη θαλασσινή απόλαυση.
Με θέμα συζήτησης το τελευταίο δράμα σε παραλία της Αττικής όπου θηρίο-ταχύπλοο εξωλέμβιο εμβόλισε ξύλινη βάρκα με απολογισμό τρία θύματα.
Εγώ διευκρίνισα στον Αθηναίο φίλο μου, ότι τέτοια σκάφη με τέτοια ιπποδύναμη, δεν έχουμε στη θάλασσά μας εδώ.
Περνούσε η ώρα μας κουτσομπολεύοντας τους παρακείμενους λουομένους που οι περισσότεροι ήταν εκδρομείς από το Βόρειο Έβρο, παραπιδημούντες από τα γειτονικά χωριά και μερικοί, ελάχιστοι οι αυτόχθονες Αλεξ-πολίτες.
Θυμηθήκαμε με νοσταλγία τα νεανικά μπάνια στον ΝΤΕΛΗ και στη ΓΟΡΓΟΝΑ παραλιακά μαγαζιά τότε ξακουστά με τις έξοχες αμμουδιές, μνημονεύσουμε την εφηβική μας αντοχή στο κολύμπι που ξανοιγόμασταν μακριά στο πέλαγος μέχρι το σούρωπο, βλέποντας από εκεί τα φώτα της πόλης μας σαν κωλοφωτιές.
Ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια, θυμόντας έναν πλούσιο συμμαθητή μας από την Ορεστιάδα, που ήρθε μία μέρα για μπάνιο με έναν πλούσιο εξοπλισμό καταδύσεως για να κάνει τουπέ με τις κολυμβητικές ικανότητές του και παρ’ όλο αυτόν τον πρωτοφανή σύγχρονο εξοπλισμό της υποβρύχιας στολής του, εκείνος φρόντιζε προτού βουτήξει στο νερό να φοράει και μπρατσάκια.
Γελάσαμε με το περιστατικό του φίλου Λαγού, τότε παλιά στα «Κόκκινα Βράχια» που πήγαμε για μπάνιο και θα πνιγόταν ο ερίφης να πιάσει την κάλτσα του που την πήρε ανοιχτά το κύμα κάποια στιγμή.
Ο κακομοίρης ήξερε κολύμπι μόνο στις γκιόλες του χωριού Τυχερού, που από εκεί καταγόταν.
Και μέσω, λοιπόν, θυμηδιών οι ερχόμενοι λουόμενοι πολλαπλασιάζοτανε.
Οι πρώτοι διαπληκτισμοί άρχισαν στους δίπλα με την αγένεια εκείνων που καπάρωναν με το έτσι θέλω τα Δημοτικά σκιάδια, τα κιόσκια που είχε τοποθετήσει ο Δήμος.
Λες και το ‘χανε «ρεζερβέ» με κράτηση.
Η διπλανή μεταφερόμενη καντίνα με ακουστική απειλή για το παραλιακό περιβάλλον, εξακόντιζε τα αποκρουστικά ντεσιμπέλ των ρεμπέτικων ασμάτων, αψηφόντας την ηρεμία των λουομένων.
Η παράπλευρη παρέα τον εικοσάρηδων είχε ανταγωνιστεί την ηχηρή καντίνα με το δικό της ηλεκτρονικό κασετόφωνο και με ήχους «Χέβι Μέταλ» και άλλων παρεμφερών γδουπωδών ακουσμάτων, ενώ προσπαθούσε για σπάσιμο των νεύρων μας με τις ρακέτες και το παραθαλάσσιο, τύπου ράγκμπι, παιχνίδι τους.
Τα μικρά παιδιά κατά μήκος στα ξώβαθα ισορροπούσαν την ανεμελιά τους και το γέλιο τους, με το υποτυπώδες κύμα της ακτής.
Ουδόλως έδιναν σημασία στις ορυόμενες μαμάδες και γιαγιάδες που τα προέτρεπαν να ‘ρθουν να φάνε τα κεφτεδάκια τους.
Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό, να ‘σου και οι πλανόδιοι μικροπωλητές με την πραμάτεια τους, να παρενοχλούν για αγορά διάφορα χρειώδη.
Ένας μάλιστα τύπος Αντετοκούμπο, προσπαθούσε να πλασάρει ΣΙ-ΝΤΙ με τραγούδια της ΤΟΤΕΡΙΝΤΟΥ όπως επέμενε.
Κάποιος άλλος με το καρότσι του λίγο έλαχε να περάσει πάνω από τα αφημένα στις πετσέτες ρούχα μας, διαλαλώντας το καλοκαιριάτικο μαλλί της γριάς που το παρήγαγε αυτοστιγμής, ενώ πρότεινε συνάμα την αγορά καραμελωμένου φιρικού που είχε στην προσθήκη της καρότσας.
Και ξαφνικά έντονος θόρυβος μηχανής πάνω από όλη την παραλία, σκέπασε όλο το σκηνικό με γρήγορο VIRAL για όλους τους δρόμους παραθαλάσσιους.
Για πρώτη φορά έβλεπα τέτοιο φαινόμενο.
Ένα τεράστιο φουσκωτό με πλαϊνούς πλωτήρες και εξωλέμβιους κινητήρες πολλών αλογάτων, μπλε σκούρο καταθλιπτικού χρωματικού πλώρης και πρύμνης, αιωρούμενο ολόκληρο από ιμάντες συγκρατήσεως υπερυψωμένου πλαστικού αεροστάτου, έκανε βολ-πλανέ πάνω από τα κεφάλια μας προτού προσγειωθεί στο νερό με τις μηχανές του έτοιμες για θαλάσσιες ταχύτητες φόρμουλας εκατό.
Και μη χειρότερα.
Ο οδηγός αυτής της μηχανικής ΟΡΚΑΣ, σαδιστικά χαμογελούσε απολαμβάνοντας τον τρόμο των λουομένων και έκπληκτων ευρισκομένων.
Ένα φουσκωτό τέρας από πάνω μας δημιουργεί σίγουρα κλωνισμούς στο νευροφυτικό ανθρώπινο σύστημα.
Όχι, το Λιμεναρχείο ή άλλες αρμόδιες αρχές, δεν φάνηκαν μέχρι που αναχωρήσαμε από την πλαζ πολύ αργότερα, ενώ το θηρίο εξακολουθούσε τις απειλητικές βόλτες του από πάνω μας κάθε λίγο.
Ευχές να μην υπάρχει δυσάρεστο όταν το τέρας θα αλωνίζει ανενόχλητο το συνεχιζόμενο καλοκαίρι στις πλαζ.
Τώρα, ευχής έργο θα είναι να βρεθεί κάποιος αρμόδιος ή υπηρεσία που να μαντρώσει και τον ιδιοκτήτη της αερόβαρκας και τα άλογα της, μαζί με το συνοδεύον ανεμόφτερο.
Ο ΣΧΟΛ-ιαστής
Σαν Υστερόγραφο: Το ανωτέρω περιστατικό αποτελεί αποκύημα φαντασίας ή μάλλον καλοκαιρινού ενυπνίου του γράφοντος που εύχεται ποτέ να μην αντικρύσουν οι λουόμενοι την πόλης μας τέτοιο συμβάν.
Έτσι συγγραφική αδεία, τόλμησα να παραθέσω τέτοια μελλοντική απειλή.
ΣΧΟΛ.