Χάθηκαν Αρχές και Αξίες με τις οποίες γαλουχήθηκε ο νεώτερος Ελληνισμός – Το εκπαιδευτικό σύστημα διαμορφώνει σήμερα «νεογενίτσαρους» και εθνομηδενιστές
Αποτελεί κοινό μυστικό ότι η παιδεία μας «πάσχει».
Οι μικρές ή μεγάλες «αρρώστιες» της, που συνθέτουν την παθογένειά της, εκδηλώνονται και στις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης και καταλαμβάνουν όλους τους τομείς της.
Μόλις που χρειάζεται να τονιστεί εδώ ότι οι σχετικές παθογένειες της παιδείας, τις όποιες θα επισημάνουμε στην συνέχεια, δεν αναλώνονται στον «πάσχοντα» εκπαιδευτικό οργανισμό, όπως συνήθως συμβαίνει με τις φυσικές αρρώστιες, αλλά επεκτείνονται στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο, στον οποίο «αντικατοπτρίζονται», αφού μια «άρρωστη» παιδεία διαμορφώνει αναπόδραστα «αρρωστημένη» κοινωνία.
Η «αρρωστημένη» εικόνα που παρουσιάζει η ελληνική κοινωνία τα τελευταία 40 χρόνια, για να οριοθετήσουμε χρονικά το πρόβλημα, «σφυρηλατήθηκε» εν πολλοίς επάνω στο «αμόνι» του εκπαιδευτικού συστήματος, το όποιο διαμορφώσαμε μετά την πτώση της εφτάχρονης δικτατορίας του 1967.
Η δίψα της ελευθερίας, που στερηθήκαμε τόσα χρόνια, μας έκανε να ανοίξουμε στο τέρμα τους «κρουνούς» της ελευθερίας, για να «πιουν» άφθονα το «νερό» της τα παιδιά μας.
Μα τον τρόπο όμως αυτό, φτάσαμε στο άλλο άκρο: στην ανεξέλεγκτη Ελευθερία, που «υπερχείλισε» σε «νερό» τα «φράγματα» της κοινωνίας και μας επανέφερε με άλλη μορφή στο καθεστώς της ανελευθερίας, από το όποιο παλεύαμε να λυτρωθούμε στα χρόνια της χούντας!
Έτσι φτιάξαμε τις δικτατορίες πολλών μικρών ομάδων, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δυναστεύουν την ζωή των πολιτών.
Ήταν τότε, που ο «άνεμος» της Μεταπολίτευσης φυσούσε τόσο δυνατά και σε τόσο μεγάλη διάρκεια, ώστε με τις «θύελλες» που δημιουργούσε, «σάρωνε» ό,τι εύρισκε μπροστά του.
Και όπως γίνεται με όλες τις θύελλες, στο πέρασμά τους παίρνουν, δυστυχώς, μαζί τους και πράγματα πολύτιμα, πράγματα που τα έχουμε ανάγκη.
Κάπως έτσι διαμορφώθηκαν μέσα στη δίνη και τις υπερβολές της Μεταπολίτευσης πρακτικές όπως π.χ. το άσυλο και οι καταλήψεις, που μας «αγκυλώνουν», σήμερα.
Κυρίως, όμως, χάθηκαν αρχές και αξίες με τις όποιες «γαλουχήθηκε» ο νεώτερος Ελληνισμός και των όποιων η απώλεια δεν είναι άσχετη με την σημερινή μας κατάντια.
Αυτήν ακριβώς την περίοδο της Μεταπολίτευσης, που αφήνει τη σκιά της και στη σημερινή εποχή, χαρακτηρίζει πολύ παραστατικά ο στοχασμός του Ισοκράτη, ο οποίος, παίρνοντας αφορμή από ανάλογα εκφυλιστικά φαινόμενα τού καιρού του, παρατηρεί με πολλή περίσκεψη ότι «τί δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι καταχράστηκε το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες της να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονισμό».
Οι πρώτες μεγάλες παθογένειες της παιδείας μας είναι απόλυτα συνυφασμένες με τα εκπαιδευτικά συστήματα που εκπονούν οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας και «περισφίγγουν» με αυτά την «σπονδυλική στήλη» του Ελληνικού Έθνους.
Πρόκειται όπως είναι προφανές, για τα μαθήματα της Γλώσσας, της Ιστορίας και των Θρησκευτικών. Και τους τρεις αυτούς «σπονδύλους», τους «έσφιξε» πολύ δυνατά η προηγούμενη κυβέρνηση για να τους «σπάσει», ώστε να μείνει «ασπόνδυλο» το Ελληνικό Έθνος, στο οποίο άλλωστε δεν πίστευε.
Η Γλώσσα μας, σύμφωνα με όλα σχεδόν τα εκπαιδευτικό προγράμματα της εν λόγω περιόδου, θα έπρεπε να πορευτεί εφεξής τος «ορφανή» γλώσσα, αφού, κατά την εκτίμηση πολλών υπουργών Παιδείας και εσχάτως με την επιβεβαίωση του άληστου μνήμης κ. Φίλη, η «μητέρα» της, δηλ. η αρχαία ελληνική γλώσσα, είναι «κλινικά νεκρή».
Συνεπώς, ή ενασχόληση μαζί της δεν έχει κανένα απολύτως νόημα. Γι’ αυτό, θα έπρεπε να την «θάψουμε», κατά την εν λόγω αντίληψη, στα σχολικά εγχειρίδια, μολονότι αυτή ζει και βασιλεύει έκτος Ελλάδος σε όλες σχεδόν τις χώρες τού πολιτισμένου κόσμου!
Αποτέλεσμα αυτής της εκπαιδευτικής πολιτικής στο ζήτημα της γλώσσας είναι να διαβάζει κάποιος απόφοιτος από τα σημερινά σχολεία ένα κείμενο, όχι της αρχαίας ελληνικής, αλλά της καθαρεύουσας και να χρειάζεται μετάφραση για να το καταλάβει!
Για να ολοκληρωθεί η γλωσσική αλλοτρίωση των Ελληνοπαίδων, δεν απομένει παρά η αντικατάσταση του ελληνικού με το λατινικό αλφάβητο.
Ανάλογη είναι και η εκπαιδευτική μεταχείριση του μαθήματος της Ιστορίας, αφού τα Ελληνόπουλα διδάσκονται πλέον στα σχολεία την Ιστορία, όχι όπως ακριβώς συνέβη αλλά όπως θέλουν να την βλέπουν οι «γενετιστές» ιστορικοί του συστήματος (Λιάκος, Ρεπούση, Δραγώνα), οι οποίοι, εργαζόμενοι με την «προκρούστειο» μέθοδο, αφαιρούν από την ιστορική γνώση ό,τι περισσεύει από την «κλίνη» τους ή την «ξεχειλώνουν», όπως ο Προκρούστης, για να την ευθυγραμμίσουν με αυτήν, εάν τους είναι λειψή.
Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι μαθητές μαθαίνουν σήμερα μέσα από τα σχολικά βιβλία ότι ο Παύλος Μελάς και ό Κολοκοτρώνης ήσαν οι «τζιχαντιστές» της εποχής τους (Διάκος), η σφαγή του Μικρασιατικού Ελληνισμού στην Σμύρνη ήταν απλά ένας «συνωστισμός» (Ρεπούση) και ότι εμείς, οι λεγόμενοι «Νεοέλληνες», δεν είμαστε απόγονοι των Αρχαίων Ελλήνων, αλλά μπασταρδεμένο μείγμα Σλάβων και «κατσαπλιάδων» (Δραγώνα)!!!
Η ανιστόρητη θεωρία του Μισέλληνα Φαλμεράγερ, αναμηρυκασμένη «τροφή» στο στόμα Ελληνίδος ιστορικού.
Ίδιες, και βαθύτερες ακόμη παρεμβάσεις, γνώρισε το μάθημα των Θρησκευτικών, ιδίως κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από την αθεϊστική κυβέρνηση της «αριστεράς του τίποτα», η οποία αλλοίωσε τον ομολογιακό χαρακτήρα, που έχει εκ του Συντάγματος η (υποχρεωτική μάλιστα) διδασκαλία του μαθήματος αυτού και το αντικατέστησε ανεπίτρεπτα με την Θρησκειολογία!
Λες και η βούληση του Συντακτικού Νομοθέτη, ο οποίος προσδιορίζει στο άρ. 16 παρ. 2 του Συντάγματος ως σκοπό της παιδείας, μεταξύ άλλων, «την καλλιέργεια της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης», ήταν να μαθαίνουν οι μαθητές στα σχολεία πρωτίστως για τον Βούδα και τον… Κούδα και όχι για τις αξεπέραστες αρχές της Διδασκαλίας του Ναζωραίου, που συνέβαλαν στην δημιουργία του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού και εν ταυτώ στην «σφυρηλάτηση» της εθνικής μας ταυτότητας με ανεξίτηλα τα δύο «υδατογραφήματα» που φέρει επάνω της: τον Χριστό και την Ελλάδα.
Έτσι μόνο θα μπορέσουν να αντιληφθούν οι μαθητές γιατί επεβίωσε το Ελληνικό Έθνος επί δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια, μολονότι έπεσαν επάνω του όλα τα «θεριά» του κόσμου να το «κατασπαράξουν», και τί ακριβώς είναι εκείνο που πρέπει να πράξουν οι μαθητές ως συνεχιστές της παράδοσης, για να διατηρήσουν αλώβητη την εθνική μας ιδιοπροσωπία.
Μέσα από όλα αυτά, συνειρμικά το μυαλό μας πηγαίνει στους γενιτσάρους, τα παιδιά δηλ. του Ελληνικού Έθνους που τα αλλοτρίωσαν οι Οθωμανοί, για να τα στρέψουν εναντίον του.
Ωστόσο, δεν χρειάζεται να γυρίσουμε την μνήμη μας τόσο πολύ πίσω, αφού και σήμερα το εκπαιδευτικό σύστημα διαμορφώνει «νεογενιτσάρους» με τις εθνομηδενιστικές δομές του, τις όποιες συντήρησε με ιδιαίτερη φροντίδα η προηγουμένη Κυβέρνηση της «αριστεράς του τίποτα».
Ούτε χρειάζεται επίσης, να ψάξουμε για να πληροφορηθούμε εάν όντως ελέχθη ή περίφημη «συνταγή», που αποδίδεται στον πρώην υπουργό Εξωτερικών των Η.Π.Α., για το πώς μπορεί να εξαφανίσει κάποιος το δυσκολοκυβέρνητο Ελληνικό Έθνος.
Εάν εφαρμοσθεί με συνέπεια η εκπαιδευτική πολιτική στα προαναφερθέντα ζητήματα της Γλώσσας, της Ιστορίας και της Θρησκείας, που συνδιαμορφώνουν την εθνική μας συνείδηση, η εξαφάνιση του Ελληνικού Έθνους είναι προδιαγεγραμμένη.
Μία άλλη παθογένεια της παιδείας, που εκδηλώνεται έξω από τον αυστηρό μαθησιακό της πυρήνα, είναι η καθιέρωση του συνδικαλισμού στην Στοιχειώδη και στην Μέση Εκπαίδευση!
Οι μαθητές, ήδη από τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, ασκούνται όχι στα πώς θα εκπροσωπούν δημοκρατικά τους συναδέλφους τους, αλλά στα πώς θα μπορούν να επιβάλλονται σε αυτούς και στους δασκάλους τους -στους τελευταίους μάλιστα με αναίδεια- μέσα από το αρχηγικό στερεότυπο που καλλιεργούν.
Όσο ανεβαίνουν οι μαθητές-συνδικαλιστές τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, το διαμορφωμένο πλέον αρχηγικό στερεότυπο γίνεται όλο και πιο σκληρό και θρασύ.
Και με αυτά τα χαρακτηριστικά του εισέρχεται στα Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι., όπου συναντάται με πολλά αλλά συγκλίνοντα τέτοια στερεότυπα, που συναπαρτίζουν τις αυταρχικές ομάδες μέσα στα Πανεπιστήμια, ενώ έξω από αυτά συγκροτούν στους κόλπους της κοινωνίας τις λεγάμενες αναρχικές συλλογικότητες.
Δεν χρειάζεται νομίζω, να υπογραμμίσει κάποιος εδώ πόσο αναγκαία είναι η άμεση κατάργηση του συνδικαλισμού στην Στοιχειώδη και στην Μέση Εκπαίδευση, ώστε να παραμείνει μόνο στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, στην όποια άλλωστε θεσμικά προβλέπεται.
Άφησα τελευταία μία, εξίσου σπουδαία με τις προηγούμενες, παθογένεια της παιδείας, που προκύπτει από την έλλειψη σωστής πολιτικής αγωγής των μαθητών στα σχολεία.
Είναι η πολιτική αγωγή της καθημερινής πράξης, που προβάλλει πρότυπα σωστής κοινωνικής συμπεριφοράς στα παιδιά σε κάθε βήμα της ζωής τους.
Όλα τα μέχρι σήμερα εκπαιδευτικά μας προγράμματα αποκαλύπτουν μια μεγάλη αλήθεια: ρίξαμε το βάρος στα γνωστικά γράμματα -και καλά κάναμε ασφαλώς- αφήσαμε όμως στην άκρη τα «άλλα γράμματα», που διαμορφώνουν την κοινωνική συνείδηση του πολίτη και υπαγορεύουν όχι μόνο τα δικαιώματα που έχει, αλλά και τα καθήκοντα, με τα όποια είναι επιφορτισμένος στο πλαίσιο της συμβίωσής του με τους άλλους ανθρώπους.
Στη σημερινή Ελλάδα του παραλογισμού και της αφασίας, οι νέοι μας εμφανίζουν μια παγκόσμια πρωτοτυπία: δεν περιορίζονται μόνο στην διαμόρφωση της άθλιας εικόνας που παρουσιάζουν όλα ανεξαιρέτως τα Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι.
Είναι «οπλισμένοι» σχεδόν όλοι με ένα σπρέι ή έναν μαρκαδόρο στα χέρια-τελευταία προστέθηκαν και ειδικά υγρά ή αιχμηρά αντικείμενα που διαβρώνουν ή χαράσσουν τα τζάμια των μέσων μαζικής μεταφοράς- και ρυπαίνουν ό,τι βρουν μπροστά τους: τοίχους, πινακίδες, αγάλματα, λεωφορεία, τραίνα κ.λπ.
Εκτός εάν η συγκυρία τους υποδείξει κάτι άλλο: να φορέσουν την κουκούλα, να βάλουν στον ώμο το σακίδιο με την βαριοπούλα και να κατεβούν στους δρόμους ή στις πλατείες, για να μπορέσουν έτσι εκ του ασφαλούς να μετατρέψουν δημόσιες ή ιδιωτικές περιουσίες και εθνικά ή άλλα αγάλματα ή μνημεία σε υλικό πετροπολέμου με τις Αρχές, που έχουν καθήκον να διαφυλάξουν την τάξη.
Είναι βεβαίως προφανές ότι το πρώτο ρόλο σε θέματα ήθους και κοινωνικής αγωγής των παιδιών τον έχει η οικογένεια.
Δεν πρέπει ωστόσο, να υποτιμάται ο σημαντικός βοηθητικός ρόλος του σχολείου.
Ο χουλιγκανισμός και η αναρχία, που παρατηρούνται σήμερα σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της κοινωνικής μας ζωής, καταγράφεται, πέρα από τις άλλες αιτίες που δημιουργούν το φαινόμενο, και ως έλλειμμα παιδείας και πολιτικής αγωγής του Νεο-Έλληνα.
Εάν θέλουμε λοιπόν να «θεραπεύσουμε» όλες τις ενδεικτικά προαναφερθείσες παθογένειες της παιδείας μας, ένας μόνο τρόπος υπάρχει: να πάρουμε το ενδεδειγμένο σε κάθε περίπτωση «φάρμακο» και να το δώσουμε στον «ασθενή».
Η αρχή έγινε ήδη με την έναρξη της «θεραπείας» του ασύλου.
Η Κυβέρνηση οφείλει, και μπορεί να πράξει το ίδιο, για να «θεραπεύσει» και την βαρέως «ασθενούσα» παιδεία.
Γνωρίζει και την «ασθένεια» και το «φάρμακο» της «θεραπείας» της.
Αλέξανδρος Π. Κωστάρας
Ομότιμος Καθηγητής Νομικής
Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης