Η θαλάσσια περιοχή, που την λέμε και Λαδόξερα, προστατεύεται από το Δίκτυο NATURA 2000 – Μεγάλη όμως είναι η Γεωπολιτική της αξία – Οι Τούρκοι την θεωρούν «γκρίζα ζώνη» – Ανύπαρκτες οι αντιδράσεις των Ελληνικών Αρχών κατά των Τουρκικών αλιευτικών
Ανατολικά της Σαμοθράκης σε απόσταση 6 μιλίων, δεσπόζει ένας βράχος που ξενερίζει και λέγεται Ζουράφα.
Για το όνομα Ζουράφα (ιστορικά Σγουράφα, Σγοράφα, Τζουράφα, Ζουράτα, Ζγόραφα) ετυμολογικά υπάρχουν πολλές εκδοχές, από τον λόφο της καμηλοπάρδαλης (τούρκικη εκδοχή) έως την ζωγραφιά (εκδοχή που στηρίζουν οι ντόπιοι αλιείς).
Είναι όμως ευρύτερα γνωστή με το όνομα Λαδόξερα όπως τη λένε ντόπιοι και ψαράδες, λόγω της λαδιάς που εμφανίζεται στην επιφάνεια της θάλασσας κατά καιρούς και έχει οσμή πετρελαίου.
Έχει μέγεθος μόλις 9 τετραγωνικά μέτρα ενώ σε απόσταση 100 μέτρων γύρω της, το βάθος είναι πολύ μικρό συνιστώντας κίνδυνο για την ναυσιπλοΐα για αυτό πάνω της έχει χτιστεί ένας φάρος.
Στην αρχαιότητα φαίνεται ότι η νησίδα ήταν πολύ μεγαλύτερη και υπάρχουν παλιές αναφορές για κτίσματα και υποδομές πάνω της. Ένας φαρδύς εκτεταμένος πάγκος ενώνει την Λαδόξερα με την Σαμοθράκη με βάθος που κυμαίνεται από 20-25 οργιές (35-45 μέτρα) ενώ γύρω από αυτόν το βάθος είναι 30-45 οργιές (55-80 μέτρα). Η περιοχή ανήκει στις προστατευόμενες περιοχές του δικτύου NATURA 2000 και αποτελεί το βορειοανατολικό άκρο των Θρακικών Σποράδων (Ίμβρος, Σαμοθράκη, Θάσος, Λήμνος, Άγιος Ευστράτιος) και της ελληνικής θαλάσσιας επικράτειας. Μόλις 7 μίλια νοτιότερα, βρίσκεται το βαθύτερο σημείο του Θρακικού που ξεπερνά τις 560 οργιές (πάνω από 1000 μέτρα).
Παρόλο το μικρό της μέγεθος η Λαδόξερα έχει μεγάλη γεωπολιτική σημασία μιας και επεκτείνει τα Εθνικά χωρικά ύδατα κατά 6 μίλια (δηλαδή 12 μίλια από τη Σαμοθράκη). Αυτός είναι και ο λόγος που οι Τούρκοι την θεωρούν γκρίζα ζώνη και συμπεριφέρονται σαν να ανήκει σε διεθνή ύδατα.
Η υποθαλάσσια περιοχή τριγύρω από τη Λαδόξερα – λόγω του έντονου ανάγλυφου, των έντονων θαλάσσιων ρευμάτων, του μεγάλου πάγκου, της ακριτικής τοποθεσίας που βρίσκεται και της μεγάλης απόστασης από κατοικημένη περιοχή – δεν αλιεύεται εύκολα και αποτελεί ένα φυσικά προστατευμένο θαλάσσιο περιβάλλον. Ένα πλούσιο ενδιαίτημα όπου βρίσκουν καταφύγιο πολλών ειδών ψάρια σε μεγάλους αριθμούς, δυσεύρετα πλέον σε άλλες περιοχές.
Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες απαγορεύεται η αλιεία με τράτες στα εθνικά ύδατα, με αποτέλεσμα να μην αλιεύεται η περιοχή σε απόσταση μικρότερη των 6 μιλίων από τη Λαδόξερα.
Τα Τούρκικα αλιευτικά όμως, συχνά τα παραβιάζουν και πλησιάζουν τη Λαδόξερα τονίζοντας από τη μια τη γκρίζα γι’ αυτούς ζώνη και από την άλλη εκμεταλλευόμενοι την πληθώρα των αλιευμάτων της περιοχής, κλέβουν το μεροκάματο των χειμερινών μηνών (όταν θα επιτρέπεται η αλίευση) από τους Έλληνες αλιείς.
Μόνοι μάρτυρες, συνοριοφύλακες και καταγγέλλοντες όλων αυτών, οι αλιείς, κυρίως δε οι τρατάρηδες. Οι αντιδράσεις των αρμόδιων Ελληνικών αρχών κατά των Τούρκικων παραβιάσεων είναι ανύπαρκτες τις περισσότερες φορές, τη στιγμή που οι επεμβάσεις των Τούρκικων ακτοπλοϊκών αρχών κλιμακώνονται για να προστατεύουν τα αλιευτικά τους, με σχεδόν μόνιμη την παρουσία τους στην περιοχή.
Οι έντονες διαμαρτυρίες, καταγγελίες και πιέσεις των μηχανοτρατάρηδων που απαγορεύεται να αλιεύουν εντός των εθνικών ορίων το καλοκαίρι – τη στιγμή που υπάρχει μεγάλη ανοχή από την Ελληνική ακτοφυλακή στην αλίευση από τους Τούρκους – οδήγησαν στην άρση της απαγόρευσης αλιείας κατ’ εξαίρεση, στα ανατολικά της Λαδόξερας. Εμμέσως όμως το μέτρο αυτό θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν μια παραδοχή των Ελληνικών αρχών ότι πρόκειται για διεθνή ύδατα, μιας και στα εθνικά απαγορεύεται η αλιεία.
Οι αλιείς εκμεταλλευόμενοι την άρση της απαγόρευσης, δραστηριοποιούνται στην περιοχή ενώ κανείς δεν φαίνεται να νοιάζεται τελικά για τα ιχθυοαποθέματα – που πιέζονται περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή – και τη διατήρησή τους.
Οι πάγκοι είναι από τη φύση τους πλούσιοι σε ψάρια και θαλάσσιους οργανισμούς. Πρόκειται για ζωντανό σκληρό υπόστρωμα (τραγάνα) που αποτελείται από μαλάκια, πολυχαίτους, βρυόζωα, σπόγγους, κνιδόζωα, τρηματοφόρα, νεκρά όστρακα, χλωροφύκη, κοραλλιοειδή ροδοφύκη, φύκια και κοράλλια που προσελκύουν πλήθος ψαριών κεφαλόποδων και καρκινοειδών όπου γεννούν και αναπτύσσονται. Οι πάγκοι θα έπρεπε να προστατεύονται από όλα τα αλιευτικά εργαλεία και να λειτουργούν σαν τόποι φυσικού εμπλουτισμού για τις γύρω περιοχές, συνήθως όμως συμβαίνει το αντίθετο, με αποκορύφωμα απ’ ότι φαίνεται την συγκεκριμένη περιοχή που δεν προστατεύεται ποτέ, ούτε από τον αυτονόητο εποχικό περιορισμό της μηχανότρατας.
Έτσι το καλοκαίρι που απαγορεύεται η αλιεία χταποδιών, εκατοντάδες χταπόδια που το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους είναι υπομεγέθη με βάρος που κυμαίνεται από 100 – 500 γραμμάρια αλλά και μεγαλύτερα που φτάνουν έως τα 2-3 κιλά, αλιεύονται καθημερινά στην περιοχή και διατίθενται σε εργοστάσια μεταποίηση, χωρίς κανέναν έλεγχο.
Τεράστιος είναι ο όγκος του απορριπτόμενου αλιεύματος, που περιλαμβάνει ξεριζωμένα κομμάτια από το πολύτιμο υπόστρωμα, διάφορα καρκινοειδή και πλήθος από μικρά ψάρια όπως μπακαλιάρους 10-30 γραμμαρίων, κουτσομούρες 2-10 γραμμαρίων, λιθρίνια, κακαρέλους, σαυρίδια, δράκαινες, φαγκριά, συναγρίδες, σκαθάρια κτλ. ενώ το ζωντανό υπόστρωμα πληγώνεται βαθιά από την επέλαση της τράτας, με δυσμενείς επιπτώσεις στη βενθική κοινότητα και τα ψάρια.
Ένα προτεινόμενο μέτρο (μια σκέψη) που θα μπορούσε να αποτρέψει σε βάθος χρόνου την αλιεία από τα τούρκικα αλιευτικά στην περιοχή αλλά και σε άλλες περιοχές (όπως κοντά στη Λέσβο) όπου συμβαίνει κάτι παρόμοιο, είναι να χαρακτηριστούν επισήμως παράνομα και να απαγορευθεί η εισαγωγή των αλιευμάτων από τις Τούρκικες μηχανότρατες, ως παράνομα αλιεύματα.
Αυτό όμως δεν συμφέρει τους εμπόρους εισαγωγείς που προφανώς θα πληγούν. Στόχος της πολιτείας αλλά και των αλιέων θα πρέπει να αποτελεί η προστασία αυτού του μοναδικού μέρους και η καθολική απαγόρευση κάθε μορφής αλιείας (συμπεριλαμβανόμενης και της ερασιτεχνικής), με σκοπό να ανακάμψουν τα αποθέματα των αλιευμάτων στην ευρύτερη περιοχή. Προς το παρόν γίνεται ξεπάτωμα.
Άρης Χρηστίδης