Δεν πολέμησαν στην Νορμανδία, αλλά στο πλευρό των Συμμάχων με τον Σοβιετικό Στρατό- Όμως, τί έκανε η Τουρκία που βοηθούσε τους Ναζί; – Κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας, στις 23 Φεβρουαρίου 1945, όταν ουσιαστικά η ζυγαριά είχε γείρει υπέρ των Συμμάχων
Περί τής άτυχους δηλώσεως τών Αμερικανών Συμμάχων μας, ότι οι Κούρδοι δέν έπολέμησαν στήν Νορμανδία (06.06.1944) καί έν γένει στόν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Β’ Π.Π.), λεκτέα τά έξης: μπορεί, κατ’ άρχήν, οί Κούρδοι νά μήν μετείχαν στην αύτήν Απόβαση των Συμμάχων (D-Day), όμως έπολέμησαν στόν Β’ Π.Π., καί δή στό πλευρό τών Σοβιετικών.
Υπενθυμίζεται ότι διά της Συνθήκης τής Λωζάννης (24.07.1924), ό λαός τών Κούρδων άπώλεσε τήν εύκαιρία ίδρύσεως κράτους, πάσα δέ έκτοτε άπόπειρα αύτονομήσεως ή άνεξαρτησίας κατεπνίγετο καί συνεθλίβετο.
Πολλοί, λοιπόν, Κούρδοι, πού ώθήθησαν έξωθι τής οθωμανικής Αυτοκρατορίας καί τής Τουρκίας, άπεβιβάσβησαν στην Ε.Σ.Σ.Δ.
Έπειδή, όμως, ή εν λόγω συμμετοχή τους δέν έγένετο ύπό κουρδική σημαία.
Ό εντοπισμός των ιχνών τους είναι δυσχερής.
Αυτά αποκαλύπτει ό Κούρδος αναλυτής στήν Ούασίνγκτων Mutlu Cirivoglu (New York Times. 10.10.2019)
«Δεν είχαν πατρίδα ούτε ναυτικό, ωστόσο άτομικώς πολλοί έξ αυτών παρετάχθησαν».
Σέ επίρρωση του ισχυρισμού του, ό Κούρδος άναλυτής παραπέμπει σέ κουρδική βιβλιογραφία καί σοβιετική άρθρογραφία (Moscow News, 1946).
Σημασία, όμως, δέν έχει μόνον τί έκαναν οί Κούρδοι στόν Β’ Π.Π., άλλά – καί κυρίως – τί δέν έκαναν οι Τούρκοι.
Ή Τουρκία δέν ήταν σύμμαχος τής Γερμανίας στόν Β’ Π.Π. όπως στόν Α’ Π.Π., ώστόσο διευκόλυνε τήν τελευταία, καιρίως, διά τής άποστολής πρωτίστως μεγάλης ποσότητος χρωμίου, χημικού στοιχείου καταλυτικού διά τήν παραγωγή πολεμικού ύλικού.
Ό υπουργός Εξοπλισμών καί Πυρομαχικών τού Χίτλερ, Άλμπερτ Σπέερ, έπεσήμανε τότε στόν Χίτλερ ότι «τό χρώμιο είναι άναπόσπαστο διά μίαν ιδιαιτέρως άνεπτυγμένη βιομηχανία όπλων.
’Εάν ό έφοδιασμός μας άπό τήν Τουρκία σταματήσει, θά έχομε άποθέματα χρωμίου μόνον διά 5-6 εβδομάδες».
Ό δέ Ίσμέτ Ίνονού, κατόπιν τής ιταλικής ήττας στήν Ελλάδα, έζήτησε ύπό τού Χίτλερ νά καταστεί ή Τουρκία ό κυρίαρχος εταίρος του στον ’Άξονα, έποφθαλμιοϋσα τήν θέση τής ’Ιταλίας σέ αυτόν καί τήν Ανατολική Μεσόγειο, αίτησάμενος πρός τούτο άφ’ ενός τόν εφοδιασμό τού τουρκικού Στρατού μέ τά πλέον σύγχρονα γερμανικά όπλα καί άφ’ ετέρου τήν άναγνώριση τού ’Ιράκ ώς τμήματος τής τουρκικής σφαίρας έπιρροής.
Μάλιστα, ό Τούρκος ήγέτης έδήλωσε τότε στόν Γερμανό πρέσβυ στην ’Άγκυρα, Φράντς φόν Πάπεν, ότι ήταν ύπέρ τής άναβιώσεως τής «παλαιός φιλικής σχέσεως» μετά τής Γερμανίας, διά μίας συμμαχίας πού θά έξησφάλιζε έπιτυχώς τήν έπικοινωνία τής τελευταίας μετά τής Βαγδάτης (Βέ- μπερ Φράνκ. Ό έπιτήδειος ουδέτερος, σελ. 136 έπ.).
Τήν 18.06.1941 ύπεγράφη μεταξύ Βερολίνου καί Άγκύρας σύμφωνο περί μή Έπιθέσεως καί Φιλίας, όπερ συνεκλόνισε τόσον τούς Βρεταννούς όσον καί τούς Αμερικανούς, άλλά καί τούς ‘Έλληνες, πού έμάχοντο τότε κατά τής Βέρμαχτ.
Ό Λαίρντ Άρτσερ, διευθυντής του Αμερικανικού Ιδρύματος διά τήν Δημοσία Υγεία στήν Εγγύς Ανατολή, έκτελών έργο περιθάλψεως στήν Αθήνα, άνέφερε ότι τό άνωτέρω Σύμφωνο ύπέσκαπτε τό ήθικό πάντων όσων ήγωνίζοντο κατά τού Ράιχ.
Ταυτοχρόνως, ή Τουρκία προέτεινε στήν Γερμανία τήν ύπό τής πρώτης φύλαξη τών νήσων Χίου, Σάμου καί Μυτιλήνης.
Την 09.10.1941 ύπεγράφη στην Άγκυρα συμφωνία άφ’ ενός περί εφοδιασμού τής Γερμανίας μέ 90.000 τόνους χρωμίου διά τό 1943 καί μέ 45.000 τόνους διά τό 1944, άλλων μετάλλων περιλαμβανομένων καί άφ’ ετέρου περί πωλήσεως στήν Τουρκία σημαντικής ποσότητος πολεμικού εξοπλισμού, ένώ τό 1942 έχορηγήθη στήν τελευταία δάνειο ύψους 100 έκατ. τουρκικών λιρών διά τήν άγορά περαιτέρω γερμανικών όπλων (Hale W. Μ., Turkish Foreign Policy, 1774-2000, σελ. 92).
Έν τώ μεταξύ, ή επίθεση τών Γερμανών κατά τής Ε.Σ.Σ.Δ. (22.06.1941) ένθουσίασε τούς Τούρκους (Βέμπερ φ., ένθ’ άνωτ., σελ. 198-199): «(…) αμέσως επληροφόρησαν τόν Φόν Πάπεν ότι επιθυμούσαν να άγοράσουν τάνκς, άντιαρματικά όπλα, καταδιωκτικά άεροπλάνα καί υποβρύχια άξίας 400 έκατ. μάρκων.
‘Η συναλλαγή θά βασιζόταν σέ πιστώσεις, έξοφλητέες σέ εξαμηνιαίες δόσεις μέσα σέ μία περίοδο δέκα έτών.
Στην άρχή ό Χίτλερ έφάνη διατεθειμένος νά δεχθεί αυτήν τήν συμφωνία, γιά άρκετούς λόγους.’
Ήθελε οί Τούρκοι νά επιτρέψουν στά γερμανικά υποβρύχια τό πέρασμα πρός τήν Μαύρη Θάλασσα.
Είχε μεγάλη άνάγκη άπό τουρκικό χρωμίτη. (…).
Ό Σαράτσογλου [Τούρκος ΥΠ.ΕΞ.] διετήρει άκόμη τίς παντουρκικές φιλοδοξίες του. (…)».
Ή συνέχιση τής άποστολής χρωμίου στήν Γερμανία ήνάγκασε τούς Άγγλοαμερικανούς νά διακόψουν τόν έξοπλισμό τής Τουρκίας καί έτσι, τόν Απρίλιο τού 1944, ή τελευταία έπαψε τίς άνωτέρω προμήθειες.
Έν τέλει, άπό τού άπό 19.10.1939 συμφώνου μετά τού Ηνωμένου Βασιλείου καί τής Γαλλίας, ή Τουρκία έκήρυξε τόν πόλεμο στήν Γερμανία τήν 23.02.1945, ήτοι μετά τήν άπό 04.02.1945 Διάσκεψη τής Γιάλτας περί τής μεταπολεμικής τύχης τού κόσμου (Παν. Ά. Ζολώτα.
Ή ελληνική άντίσταση 1940-1941 καί ή στάση τής «φίλης» καί «ούδετέρας» Τουρκίας, Ελεύθερη Ώρα, 24.01.2018).
Καί έπειδή τό φέρνουν οί ήμέρες, άναφέρεται ότι τήν 25.03.1942 ό τότε ύφυπουργός τών Εξωτερικών τών Η.Π.Α., A. A. Berlie Jr., σέ έκδήλωση τής Λέσχης τού Πανεπιστημίου Κολόμπια (Ν.Υ.), έδήλωσε τά εξής (Karamanos Georgios J., LEST WE FORGET that Noble and Immortal Nation… Greece, σελ. 161 έπ.): «Μέ τήν βοήθεια τών Βρεταννών, ό ελληνικός Στρατός κρατήθηκε έπί μακράν, ώστε νά κατορθώσει, άφ’ ενός νά συνδράμει στήν ενίσχυση τής Άνατ. Μεσογείου, άφ’ ετέρου νά επιφέρει καθυστέρηση, έπί άρκετές εβδομάδες, στήν επίθεση τών Γερμανών κατά τής Σοβιετικής Ρωσσίας.
Αυτές οι εβδομάδες υπήρξαν πολύτιμες καί ή καθυστέρηση καθοριστική.
Έσηματοδότησαν, έν τέλει, τήν άποτυχία, κατά τό προηγούμενο θέρος, τής έπιθέσεως κατά τής ίδίας τής Ρωσσίας.
Άπέβη άδύνατον δία τις γερμανικές μεραρχίες νά περατώσουν τήν ρωσσική τους εκστρατεία, τό θέρος τού 1941, ένώ, ταυτοχρόνως, ό γερμανικός Στρατός δέν ήταν προετοιμασμένος διά χειμερινή έκστρατεία.
Πιστεύω ότι τό θέρος τού 1942 θά καταστεί σαφές ότι οί Ναζί κυβερνώντες τής Γερμανίας έχουν πλέον άπολέσει τόν πόλεμο, προκαλέσαντες οί ίδιοι τήν καταστροφή τους(…)
Άνευ τών ένδόξων εβδομάδων της ελληνικής άντιστάσεως, πιστεύω πώς αύτό θά ήταν άνέφι- κτο.
Κατόπιν καί τούτου, λέω πώς πάς λαός τής ύφηλίου οφείλει ένα χρέος εύννωυοσύνης».
ΗΤούρκία δε, έτόλμα νά παραταχθεί τότε έπισήμως στό πλευρό τής Γερμανίας όσον παρέμενε ό σοβιετικός κίνδυνος.
Ό, διαρκούντος τού Α’ Π.Π., πρέσβυς τών Η.Π.Α. στήν Κων/ πόλη (1913-1916), Χένρυ Μόργκενταου, κατ’ επίσκεψή του στό Λονδίνο, περί τίς 2 εβδομάδες πρό τής καταστροφής τής Σμύρνης (1922), έδήλωσε έμφατικά στόν Άγγλο πρωθυπουργό, Λόϋντ Τζώρτζ, φοβούμενος έξά- πλωση τής Τουρκίας στήν ελληνική Θράκη έως καί τήν Ελλάδα, άλλά καί επίθεση αύτής κατά τής Εύρώπης (Μόργκενταου X.J yvas sent to Athens, 1929, σελ. 43 έπ.): «Πρέπει νά δείξετε στόν Τούρκο πώς ό,τι λέτε τό εννοείτε!
Τά λόγια δέν άρκούν.
Ή μόνη γλώσσα πού κατανοεί είναι ή ισχύς».
Πότε θά μάθουν, έπί τέλους, οί Σύμμαχοί μας ν’ άξιολογούν σωστά τούς εταίρους τους;
Παναγιώτης Λ. Ζολώτας
Πολιτικός Επιστήμων