Έσμιξαν όλες οι ξενιτεμένες
νεανικές καρδιές μαζί,
για να κλίσουν μια πληγή
και του γυρισμού τους
φτάνει η στιγμή.
Ξεθάρρεψε η μέρα,
τη νύχτα τη σκληρή,
την κάνει πέρα
και την φωνάζει δυνατά,
κάνε στη άκρη, φτάνει πια!
Να φωτιστεί ο τόπος,
να ανοίξει ο δρόμος,
να έρθουν τα παιδιά
τα ξεχασμένα, τα ξεριζωμένα,
παιδιά με μυαλά ένα κι ένα.
Παιδιά σας περιμένουμε,
τόσα χρόνια προσπαθούμε,
γυρίστε πίσω σας παρακαλούμε,
ελάτε από κοντά να τα πούμε.
Παιδιά ξενιτεμένα,
Παιδιά ταλαιπωρημένα,
έφυγαν τα χρόνια τα σκληρά
σας περιμένουμε με λαχτάρα,
με ανοιχτή αγκάλη και χαρά.
Να δούμε τα νιάτα
Ξανά να χαμογελούν,
Ξένοιαστα να τραγουδούν,
να ερωτευτούν πραγματικά,
φτάνει τόσο κλάμα πια.
Να έρθει η άνοιξη ξανά
ν’ ανοίξουν της νιότης τα φτερά,
να πετάξουν ελεύθερα ψηλά,
μαζί με την αγάπη, την ελπίδα,
την αισιοδοξία τη χαρά.
Γεώργιος Χ. Τσαρακτσίδης
Αλεξανδρούπολη