Γλυκύτατη ζωή,
έμπροσθεν μου διάβηκες,
και δεν μου καλημέρισες ,
εις τα αζήτητα με έρριψες.
Έβαλες φωτιά που καίει,
καρδιά και σωθικά,
εγκαταλείποντάς την να ψυχορραγεί,
εις την ζούγκλα που λέγεται ζωή.
Εις τα συντρίμμια την έρριψες,
άνευ οίκτου και εντροπή,
θανάσιμα να αιμορραγεί,
εις μάτην αναζητεί, ίσως έβρει,
αγάπη, συμπόνια, στοργή.
Εις την δίνη της ζωής, μη φοβηθείς,
έμπροσθεν το βλέμμα σου να θωρεί,
με βήματα γοργά,
ουδέποτε είναι αργά.
Γεώργιος Χ. Τσαρακτσίδης
Αλεξανδρούπολη