Το ποτάμιο Λιμάνι του Φερετζίκ – Ο Άγιος Νικόλαος και η Βρύση του Αγίου Νικολάου – Μια ιστορία σαν παραμύθι, το έτος 1854 περίπου

Έτος 1854 περίπου.
Σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι ο Αμπντούλ Μετζίτ Α (1839-1861).
Επί τουρκοκρατίας ολόκληρη η αχανής Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν διαιρεμένη σε Βιλαέτια ή Εγλιαέτια (Γενικές Διοικήσεις) με Γενικό Διοικητή τον Βαλή, Σαντζάκια (επαρχίες) με άρχοντα τον Μουτεσαρίφη, Καζάδες (υποδιοικήσεις) υπό Καιμακάμη, Ναχιγιέδες (Δήμους) υπό Μουδίρη και Καριέδες (κοινότητες) υπό Μουχτάρη.
Οι τότε (Μικρές ή παλιές) Φέρες (Ατίκ Φέρετζικ ή Εσκί Φέρετζικ) ανήκουν στο βιλαέτι ή Εγλιαέτι της Αδριανούπολης, όπου Βαλής είναι ο Χατζή Αδήλ Μπέης και αποτελείται από 14 Σαντζάκια.
Υπάγεται στο Σαντζάκι της Καλλίπολης με έδρα την Καλλίπολη και 64 καζάδες, με συνολικό πληθυσμό κατοίκων περίπου 57.000, από τους οποίους οι 30.000 είναι Χριστιανοί και λοιπές θρησκευτικές κοινότητες και οι 27.000 είναι μουσουλμάνοι.
Εκκλησιαστικά ανήκει στη Μητρόπολη της Αίνου με έδρα την ομώνυμη πόλη.
Η Αλεξανδρούπολη (Δεδέαγατς) δεν υπήρχε ακόμη ως πόλη και στη θέση της, μέχρι την περιοχή της Τραιανούπολης, υπήρχε ένα πυκνό δάσος από καραγάτσια (Δρεις), το οποίο επόπτευαν οι κάτοικοι της Μάκρης.
Οι Φέρες αποτελούν την έδρα του Καζά «Φέρετζικ-Μάκρης» υπό Καιμακάμη και Καδή (Κατή),με δύο Ναχιγιέδες υπό Μουδίρη και σ’ αυτες (στις Φέρες) υπάγονταν 10 χωριά (κοινότητες) υπό Μουχτάρη. Γινόταν δε εμποροπανήγυρη μία φορά το χρόνο, στις 15 Αυγούστου (Τυπικό της Μονής Κοσμοσώτειρας, Δημήτριος Καταμάτσκος, Νικόλαος Γκότσης).
Στο Φέρετζικ υπήρχε τότε ποτάμιο λιμάνι, χωρητικότητας 9 μεγάλων πλοίων, αφού ο ποταμός Έβρος ήταν πλωτός εκείνη την εποχή, ενώ το μεγάλο θαλάσσιο λιμάνι της περιοχής ήταν αυτό της Αίνου. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, υπάρχει, από τότε μέχρι και σήμερα, η παράδοση της αλιείας στο χωριό μας, το οποίο παλιότερα διέθετε και Ψαραγορά στην Κάτω Πλατεία των Φερών, ενώ υπήρχε και η συνοικία των Ψαράδικων, στα 14, όπου εγκαταστάθηκαν οι μετέπειτα ελθόντες πρόσφυγες, οι οποίοι συνέχισαν επάξια και με μεγάλη επιτυχία την εν λόγω ενασχόληση με το ψάρεμα στα νερά του ποταμού. Το λιμάνι αυτό καταστράφηκε ολοσχερώς και εξαφανίστηκε κατά τις μεγάλες πλημμύρες του έτους 1859 και έκτοτε δεν υφίσταται.

Προς τιμή εξάλλου αυτής της αλιευτικής παράδοσης του τόπου μας και ένεκα αυτής, πιθανότατα, ανεγέρθηκε ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου, από τον οποίο έλαβε όλη η συνοικία το όνομά της.
Η αρχική μορφή του εν λόγω Ναού κατά πάσα πιθανότητα ήταν παρόμοια με τη σημερινή, όσον αφορά στον αρχιτεκτονικό ρυθμό της, δηλαδή αυτού της «Βασιλικής» (περισσότερα στοιχεία ως προς αυτό το θέμα έχει στη διάθεσή του ο Ν. Γκότσης), αλλά δυστυχώς πυρπολήθηκε και, εξαιτίας της φωτιάς, καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από τους Βούλγαρους, περί το έτος 1913 , κατακαίουσα μάλιστα συνάμα μεγάλο μέρος και πολλά σπίτια της ομώνυμης συνοικίας, μεταξύ των οποίων και το σπίτι του παππού μου Γιώργου Νεδέλτσου του Νεδέλτσου και της Αγγελικής (1869-1934), στη δε θέση του ανεγέρθηκε το έτος 1925 ο υπάρχων σήμερα Ναός.
Το ότι υπήρχε παλιός ναός του Αγίου Νικολάου στη θέση αυτή, άλλωστε, συνάγεται έμμεσα από το τυπικό ίδρυσης της Ιεράς Μονής της Παναγίας Κοσμοσώτειρας, που συνέταξε ο ίδιος ο σεβαστοκράτορας Ισαάκιος Κομνηνός, κατά τα έτη 1151-1152, αφού μεταξύ των πολλών χωριών και προαστίων, που αναφέρει πως παραχωρήθηκαν στη δικαιοδοσία της εν λόγω Μονής για τη συντήρησή της , μνημονεύεται, ως περιοχή με το φερώνυμο τοπωνύμιο, ο Άγιος Νικόλαος ( Δημήτριος Καραμάτσκος).Όπως συνηθίζεται, όμως, διαχρονικά, σε καμία περιοχή δεν αποδίδεται το όνομα ενός Αγίου, χωρίς να υφίσταται στην εν λόγω τοποθεσία κάποιος ναός-ναίδριο- εκκλησία- εκκλησάκι ή εξωκλήσι, που να συνδέεται με τον τόπο αυτό ή χωρίς να έχει συμβεί κάποιο θαυματουργό γεγονός στον συγκεκριμένο τόπο.
Ο αριθμός των αγροτικών κτημάτων (τσιφλικιών) στις Φέρες εκείνη την εποχή ανέρχεται στα 9, αποτελούμενα από αρπαλίκια ( καλά χωράφια, μπαξέδες, κήποι, δένδρα με φρούτα και καρπούς, μποστάνια, αμπέλια κλπ) και εξωχώραφα ( χωράφια δηλαδή που σπέρνονταν κυρίως με κριθάρι, σιτάρι κλπ)[ Θρακικά Χρονικά].
Μεταξύ αυτών ήταν και το τσιφλίκι του Ραμαντάν Αγά, το οποίο εκτεινόταν βορειοδυτικά των Φερών και, ανάμεσα στα άλλα, περιελάμβανε το ρέμα νοτιοδυτικά της Πυλαίας (Τουρμπαλίκιοι), το οποίο για το λόγο αυτό έφερε το όνομα « Ραμαντάν Ντερέ», αλλά και την περιοχή στα (νέα) αμπέλια των Φερών, πάνω από την Εθνική Οδό, στο Νέο Συνοικισμό και σε μικρή απόσταση από τα τελευταία σπίτια του οικισμού,στην περιοχή «Παπάσταρλα» (παπά στέρνα), υπήρχε η πηγή, η λεγόμενη «μάνα του νερού»,με τετράγωνη κτιστή είσοδο, μήκους εκάστης πλευράς 0,70 εκ.,φραγμένη σήμερα με τοιχοποιία, έτσι ώστε να αγνοούμε την εσωτερική της διαμόρφωση. Την πορεία του αγωγού μέχρι τον Άγιο Νικόλαο μπορούμε να παρακολουθήσουμε ικανοποιητικά σήμερα χάρη στα τμήματα αυτού που σώθηκαν ή εντοπίστηκαν. Κοντά στην πηγή σώζονται τμήματα πλινθόκτιστης τοιχοποιίας , που αποτελούσε την υποδομή αρθρωτού αγωγού, ο οποίος ήταν πήλινος, κτισμένος μέσα σε ασβεστοκονίαμα (Νικόλαος Γκότσης).
Αυτός ο Αγάς, λοιπόν, είχε τότε στη δούλεψή του, ως Επιστάτη, τον συγχωριανό μας Μαρκαδόνα Χρήστο του Ιωάννη, ο οποίος ήταν παππούς του Κώστα Καρακατσάνη του Πέτρου και της Μαριγώς, από τη μεριά της μητέρας του (Κουρέα στις Φέρες), που ήδη αποβίωσε προ ετών, αφήνοντας στη ζωή τα δύο παιδιά του Πέτρο και Μαρία (Μαριγώ) Καρακατσάνη του Κων/νου και της Φωτούλας, που μένουν στην Αθήνα και από τους οποίους πληροφορήθηκα το όνομα του προπάππου τους. Το σπίτι του ήταν στη συνοικία του Αγίου Νικολάου, κοντά στο φούρνο του Γιώργου Αλεξανδρή.
Επειδή, λοιπόν, ο παραπάνω Αγάς ήταν πολύ ευχαριστημένος από τις υπηρεσίες του προαναφερθέντος επιστάτη του, του ανέφερε μια μέρα ότι μπορεί να ζητήσει όποια χάρη θέλει και αυτός θα την πραγματοποιήσει, ως ανταμοιβή των υπηρεσιών του. Τότε ο Μαρκαδόνας, αντί να ζητήσει μια προσωπική χάρη, του ζήτησε να φέρει το νερό από τη « μάνα του νερού» στο συνοικισμό του Αγίου Νικολάου, γιατί μέχρι τότε ο εν λόγω «Μαχαλάς» δεν είχε νερό. Ο Αγάς του το επέτρεψε, αλλά, επειδή δεν ήθελε να το μάθουν οι ανώτεροί του ( Καιμακάμης-Μουτεσαρίφης-Βαλής), τον πρόσταξε όλες οι σχετικές εργασίες να γίνονται στα κρυφά και μόνο τη νύχτα.
Έτσι και έγινε!! Δεν γνωρίζω πόσο καιρό και πόσες νύχτες κράτησε το έργο μέχρι την ολοκλήρωσή του, αλλά τελικά το νερό έφτασε στον Άγιο Νικόλαο, όπου, ακριβώς δίπλα στην Εκκλησία, κατασκευάστηκε μια πέτρινη δεξαμενή με τρεις κρουνούς, από τους οποίους έρρεε νυχθημερόν άφθονο, γάργαρο, δροσερό, γαλανόχρωμο και γλυκό νερό.
Έτσι και έγινε!! Δεν γνωρίζω πόσο καιρό και πόσες νύχτες κράτησε το έργο μέχρι την ολοκλήρωσή του, αλλά τελικά το νερό έφτασε στον Άγιο Νικόλαο, όπου, ακριβώς δίπλα στην Εκκλησία, κατασκευάστηκε μια πέτρινη δεξαμενή με τρεις κρουνούς, από τους οποίους έρρεε νυχθημερόν άφθονο, γάργαρο, δροσερό, γαλανόχρωμο και γλυκό νερό.

Τη δεξαμενή αυτή καθάριζε, απολύμανε και γενικότερα συντηρούσε σχολαστικά για πολλά χρόνια με τα υπάρχοντα μέσα της εποχής του και, ιδίως, με εσωτερικό ασβέστωμα, ώστε να μην υπάρξει πρόβλημα εμφάνισης μικροβίων σ’ αυτήν (εισερχόμενος ολόκληρος μέσα στη δεξαμενή) , ο επί πολλά έτη υπάλληλος της Κοινότητας Φερών Βασίλης Βουζάβαλης ( κυρίως κατά τη δεκαετία του 1960). Πολύ αργότερα δε, κατά τη δεκαετία του 1970, η τότε Κοινότητα Φερών άρχισε να χρησιμοποιεί χλώριο για την απολύμανση αυτής. Δυστυχώς, περίπου τότε, μολύνθηκε η πηγή με αποτέλεσμα το νερό της «Καλής Βρύσης» να καταστεί ακατάλληλο και μη πόσιμο για τον κόσμο. Ίσως έφταιγε η ανεξέλεγκτη απόθεση ζωικών αποβλήτων στην περιοχή της πηγής, ίσως η εγκατάσταση ορισμένων ποιμνιοστασίων, ίσως η λίγο πιο δυτικά απ’ αυτήν ύπαρξη και λειτουργία του εργοστασίου της « ΘΡΑΚΗΣ ΑΕ», που μόλυνε τελικά τον εκεί υδροφόρο ορίζοντα. Μάλιστα κάποια στιγμή καταστράφηκε και ο πήλινος αγωγός μεταφοράς σε αρκετά σημεία, ίσως από εκσκαφές θεμελίων ή από κατασκευές δρόμων στη γύρω περιοχή ( όπως με πληροφόρησε ο συγχωριανός μας Ιωάννης Βουζάβαλης του Βασιλείου).
Πολλές φορές δε, όταν ήμουν μικρός, μαζευόμασταν όλα τα παιδιά της γειτονιάς στη δεξαμενή αυτή και λέγαμε ιστορίες ή παίζαμε.
Σήμερα, δυστυχώς, από την εν λόγω «Καλή Βρύση» δεν τρέχει πλέον το καταγάλανο και χωνευτικό της νερό, του οποίου η ροή σταμάτησε οριστικά κατά την δεκαετία του 1980. Έπειτα έπαυσε να τρέχει στη θέση, όπου βρίσκεται το κλειστό γυμναστήριο, και, τελευταία, στα αμπέλια πάνω από το συνοικισμό ( έτσι τουλάχιστο μας πληροφορεί ο συγχωριανός μας Χρήστος Γαλαζούλας). Στη συνέχεια χάθηκε πια οριστικά.
Χάρη, όμως, στην εργατικότητα και την καλοσύνη του ανωτέρω συγχωριανού μας εκείνης της εποχής, η συνοικία μας απέκτησε τρεχούμενο νερό, από το οποίο τροφοδοτούνταν όλα τα σπίτια της γειτονιάς.
Ακριβώς μάλιστα επειδή η εν λόγω βρύση αποκτήθηκε με τον τρόπο αυτό (κρυφά δηλαδη, για να μην το μάθει κανείς), τελικά επικράτησε στη γειτονιά μας το έθιμο του αμίλητου νερού!
Κάθε χρόνο δηλαδή, κατά την εορτή του Κλήδονα, στις 24 Ιουνίου ή, κατά την κ. Ιωάννα Παπάζογλου-Γιαλιτάκη , κατά την εορτή του Άι Γιαννιού, στις 7 Ιανουαρίου, οι κοπέλες της γειτονιάς έπαιρναν τις στάμνες (λαίνες) πρωί-πρωι και πήγαιναν στη Βρύση να τις γεμίσουν με φρέσκο νερό και μετά επέστρεφαν στα σπίτια τους. Έπρεπε όμως σε όλη τη διαδρομή να μη μιλήσουν σε κανέναν απολύτως από όσους συναντούσαν! Τα δε παλληκάρια της γειτονιάς , που το γνώριζαν αυτό, μαζεύονταν εκεί γύρω από πολύ νωρίς, μήπως και κατά τύχη (!!) συναντήσουν ή , έστω, δουν από μακρυά, την κοπέλα της αρεσκείας τους!
Διευκρινιστική σημείωση:
Την ιστορία αυτή για τη βρύση και τη δεξαμενή του Αγίου Νικολάου, την είχε διηγηθεί η γεννημένη στις Φέρες, με καταγωγή από τον Δορίσκο, γιαγιά μου Μυρσίνη Νεδέλτσου-Καραμπούτη (1880-1964), προ του θανάτου της, στη μητέρα μου Αθηνά Νεδέλτσου (91 ετών σήμερα), αλλά μου την επιβεβαίωσαν προφορικά, τόσο η Χρυσούλα Μακρή, της οποίας ο σύζυγος Νίκος Μακρής ήταν συγγενής της Μαριγώς Μαρκαδόνα-Καρακατσάνη, όσο και τα δύο προαναφερθέντα παιδιά του Κώστα Κατακατσάνη ( και δισέγγονα του παραπάνω ιστορικού πλέον Χρήστου Μαρκαδόνα). Φυσικά, τη γνώριζαν και τη γνωρίζουν και πολλοί άλλοι συγχωριανοί μας.
Γεώργιος Νεδέλτσος
Δικηγόρος – Ερευνητής