
Ένα σπίτι γέρικο
και εγκαταλειμμένο
πόσα βάσανα κι αυτό
κρύβει το καημένο
Μες στις συνθήκες τις σκληρές
στην ψεύτρα κοινωνία
το δέρνουνε τα βάσανα
οι πίκρες κ’ η αγωνία
Ποτέ δεν είδε δυστυχώς
κι αυτό μια άσπρη μέρα
μες στα βαριά τα γηρατειά
το κάναν όλοι πέρα
Και η ζωή του ήτανε
ημερόνυχτα θλιμμένη
ποτέ δε γνώρισε χαρά
σ’ αυτήν την οικουμένη
Ταλαιπωρίες έδερναν
την άθλια ζωή του
βάσανα πίκρες και καημοί
σέρνονταν μαζί του
Μέρα και νύχτα δυστυχώς
το δέρνουν καταιγίδες
και στη ζωή του σβήνανε
οι όμορφες ελπίδες
Οι ρωγμές του μαρτυρούν
το τι έχει περάσει
τις ομορφιές και τα καλά
όλα τα έχει χάσει
Μήπως δεν είχε όνειρα;
Μήπως δεν είχε ελπίδες;
που οι ρωγμές του μοιάζουνε
με γέρικες ρυτίδες
Όταν πρωτοκτίστηκε
με βάσανα και κόπους,
όνειρα έπλαθε κι αυτό
να ζήσει με ανθρώπους
Μα δυστυχώς, το αφήσανε
στα γηρατειά του μόνο
κανείς δε νοιάστηκε γι’ αυτό
πως έχει κάποιο πόνο
Μένει πάντα σκεφτικό
το παραμελημένο
στα υστερνά του δυστυχώς
και εγκαταλειμμένο
Στέλιος Ντουρανίδης
Σπήλαιο Ορεστιάδας