Στον καθρέφτη, που αντανακλά τα νερά του πηγαδιού – Οι Δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις στην Λαϊκή Παράδοση, της Επαρχίας Μακράς Γεφύρας της Ανατολικής Θράκης

Πoλλά-έχουμε ακούσει, μέχρι και τις ημέρες μας σχετικά με επιτόπιες αφηγήσεις ζώντων ανθρώπων, συγγενών και μη, για το τι συνέβαινε μέχρι και την δεκαετία του 1950 -55 την ημέρα της Πεντηκοστής.
Ως γνωστό η πρώτη γενεά των Προσφύγων γονέων μας που ήρθαν από το χωριό Γιαούπ στην νέα τους ελεύθερη Πατρίδα, το λεγόμενο τότες μικρό χωριό (Σεϋμιλί) Φυλάκιο, στις 5-10-1922, έφερε μαζί του εκτός από τα βάσανά και την φτώχια της και τα έθιμά της, την ιστορίαν της, τους θρησκευτικούς θρύλους.
Μια τέτοια ιστορία, που την έζησε η μεγάλη αδερφή μας Βιργινία Μιχαηλίδου Διακάκη μαζί με τις μικρές τις φίλες Θεοδοσία Κεσσουδάκη, Ευαγγελία Προϊκάκη, Φρόσω Γιουβανάκη, Μαριώτα Μοσχίδου σε ηλικία δέκα ετών έως κι που έγιναν και 14.
Στα έτη 1932 – 1935.
Διηγείται, και μας λέγει η κ.Βιργινία:
“Όταν ήμαν 13 χρονών (εγεν. 1920) υπήρχε ένα έθιμο ανήμερα της Πεντηκοστής, τις πρωινές -ώρες, λειτουργούσε η εκκλησία μας, έως και το μεσημέρι τις ίδιας ημέρας γινόταν το εξής.
Πηγαίναμε στο πηγάδι, που το λέγαμε (Καϊνάκ) γλυκό νερό, βγαίνοντας από το χωριό μας το Φυλακτό (υπάρχει και σήμερα) προς την εθνική οδό.
Το πηγάδι, αυτό έπρεπε να μην είχε δένδρα ή άλλες σκιές από επάνω του. Να ‘ναι ήσυχο, απείραχτα τα νερά του.
Μαζί μας είχαμε μεγάλο καθρέφτη, τον γυρίζαμε να βλέπει το νερό του πηγαδιού, ήρεμο όπως ήταν, από εκεί ξαναβλέπαμε σε αντανάκλαση του καθρέφτη μέσα από το νερό τον θόλο του ουρανού, καθαρός χωρίς σύννεφα.
Τότες εμείς αποφασίζαμε πια εκλογή θα κάνουμε. Τι όνομα θα ζητήσουμε να εμφανιστεί. Κατά την επιστροφή των ψυχών των νεκρών στον προορισμόν τους. Αφού πρώτα επί πενήντα ημέρες βρίσκονται κοντά μας χωρίς να τους βλέπουμε.
Π.χ. το έτος 1932, ζητήσαμε την γειτόνισσά μας Χρυσή (Κουντουράκη) Λακάκη που είχε πεθάνει. Μια μιλούσε, ζητώντας το νεκρό άτομο.
Τότε σαν κινηματογραφική ταινία, βλέπαμε μέσα στον καθρέπτη να περνά πάνω στον ουρανό, σειρά νεκρών ανθρώπων. Την στιγμή που έφθανε το ζητούμενο πρόσωπο, έκανε τρεις κινήσεις, πίσω, εμπρός, πίσω. Τότε παρέμεινε για λίγα δευτερόλεπτα, και όπως είδαμε το πρόσωπο της Χρυσής να φαινόταν έγχρωμο, δίπλα της ήταν λουλούδια, τα χέρια της σταυρωμένα. Φορούσε τα ρούχα της κηδείας.
Την πράσινη μαντίλα (πολίτκο), την ποδιά της την μάλλινη, (κόκκινη με κεντημένα σταυρουδάκια (σταυρωτή) άσπρα, ουρανή, πράσινα). Όταν είχε πεθάνει δεν την είδαμε.
Όταν τελείωσε έκανε πάλι, εμπρός πίσω, και εμπρός και συνέχισε την σειρά της.
Δεύτερη φορά, είδαμε το νεκρό Χρήστο Μαρτινάκη, που αρραβωνιασμένος είχε πεθάνει.
Στο ίδιο πηγάδι, ίδιες μικρές τότες.
Φορούσε γιλέκο μαύρο, με κουμπάκια άσπρα, με καπέλο στο κεφάλι τα χέρια του σταυρωμένα και λουλούδια πάνω στο σώμα του λίγα.
Ο Χρηστός Μπουδαλίκας του Σταύρου απέθανε το 1921 στον υπερετούντα Τουρκικό στρατό στην Αν. Θράκη, ή Μικρά Ασία δεν γνωρίζαμε που ακριβώς. Τον καλέσαμε με την ίδια μέθοδο άλλη χρονιά.
Τον είδαμε. Ανοιχτό πρόσωπο, χωρίς λουλούδια, τα χέρια του κάτω ανοιχτά όχι στην θέση που τους τα βάζουν οι χριστιανοί, και φορούσε νυχτικές (πιτζάμες) ριγέ.
Επίσης είδαμε και το αδερφάκι της Βιργινίας που πέθανε το 1931 20-25 ημερών, το οποίο είχε τραυματίσει με τα νύχια της η Μαμή, στο κεφαλάκι του. Μολύνθηκε και πέθανε.
Το είδαμε με φουστανάκι άσπρο από χασέ-ύφασμα, με πιέτες κάτω.
Επίσης, φίλοι μου, της ίδιας ηλικίας το 1937 γενηθέντες όπως ο Χρηστός Παπαδόπουλος ο Παναγιώτης Κικιδάκης και ο Βαγγέλης Κοντσαλάκης είδανε γύρω στα 1952 τον συγχωριανόν μας και θείο του Χρήστου Παπαδόπουλο, τον λεγόμενο Χριστόδουλο Τυρπανάκη”.
Συνεχίζει, η αδερφή μου Βιργινία.
“Μια χρονιά στο ίδιο το πηγάδι, και ίδια ημέρα της Πεντηκοστής εν ώρα Θείας Λειτουργίας, ζητήσαμε να δούμε τον πεθαμένο νεαρό Θεμελή Δρόσου τον γιό της Μαρούδας, από το Φυλακτό ο οποίος πέθανε από άγνωστη τότε ασθένεια σε ηλικία 19 ετών.
Ζητάμε το όνομά του, εμφανίζεται στο καθρέφτη, με την καθορισμένη τακτική της σειράς ένας πίσω από τον άλλο.
Και τον βλέπουμε να φορά, μαύρο μάλλινο τσαμπατάνι (γιλέκο) με άσπρα κουμπάκια, κόκκινα σιρίτια, μια δέσμη από τρύπια πενηνταράκια το καπέλο του, το οποίο ήταν επάνω σηκωμένο και φαινόταν τα χτενισμένα μαλλιά του.
Εκείνη τη στιγμή περνούσε η μάνα του Μαρούδα πηγαίνοντας με την στάμνα να πάρει νερό από το διπλανό πηγάδι. Την φωνάζουμε τρέχει και βλέπει κι. εκείνη τον χαμένο-γιο της τον Θεμελή.
Όταν, τον είδε άρχισε να φωνάζει, αχ το παιδάκι μου.
Αμέσως χάθηκε ο Θεμελής αφού έκανε το εμπρός, πίσω, εμπρός, από τον καθρέφτη.
Λέγεται, όταν ζητούμε τους νεκρούς μας δεν πρέπει να μιλάμε όταν εμφανίζονται στον καθρέφτη. Γιατί αμέσως χάνονται”.
Όμως είναι πανάρχαιο το έθιμο των Ψυχοσαββάτων της Πεντηκοστής. Οι πρόγονοί μας Βυζαντινοί τιμούσαν την ημέρα αυτή και την ονομάζαν Ρουζάλια, από την Λατινική ονομασία ROSALIA.
Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, πίστευαν πως ορισμένες ημέρες του χρόνου οι ψυχές ανέβαιναν στον πάνω κόσμο και οι Χριστιανοί ζωντανοί τους προσφέρναν λουλούδια.
Γράφει ο Μ. Βλάσταρης, τα Ρουσάλια, στην εποχή του γινόταν μετά το Πάσχα το τελευταίο Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής, είναι το πιο πένθιμο γιατί τότε ετοιμάζονται οι ψυχές να γυρίσουν στον Άδη.
Στο Φυλακτό υπάρχουν πολλές τέτοιες μαρτυρίες. Αλλάκαι σε πολλάχωριά της Θράκης, βλέπανε στα πηγάδια, την ημέρα της Πεντηκοστής, τα αγαπημένα πρόσωπα που είχαν πεθάνει.
ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΝΕΚΡΩΝ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
Σε πρόσφατη συνάντηση που είχαμε με την κα. Ευαγγελία από το Φυλακτό, μας εξιστόρησε ένα γεγονός που της συνέβη όταν ήταν μικρή 10 ετών.
Την Πεντηκοστή το έτος 1964, ήμασταν πέντε φίλες οι εξής: Μάρθα, Ευαγγελία, Δήμητρα, Μαρίκα, Τριάδα.
Όλες μαζί είπαμε να πάμε να κοιτάξουμε στο πηγάδι του Καϊνάκ, τις πρωινές ώρες της Θείας Λειτουργίας στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου, για να δούμε τους νεκρούς που επιστρέφουν από την Γη, σε άγνωστο προορισμό τους.
Λέμε, θα ζητήσουμε πρώτα να δούμε τον νεκρό παππού Βαγγέλη Δημ. Μπογαδάκη.
Έτσι, σκεπάζουμε τα κεφάλια μας με μαντήλες, ζητάμε τα ονόματα των δύο νεκρών πρώτα του Βαγγέλη, τρεις φορές για καθένα.
Γυρίζουμε τον καθρέφτη να βλέπει στο ήσυχο νερό του πηγαδιού, ώστε να αντανακλά και να φαίνεται καθαρός ουρανός.
Και βλέπουμε μέσα από τον καθρέφτη, τον θόλο του ουρανού και να περνά άτομο – σταματά, κάνει τρεις κινήσεις πίσω-μπρος.
Και τι να δούμε όλες μαζί! Τον νεκρό παππού Βαγγέλη να περπατεί όρθιος, κρατώντας το μπαστούνι του, μέσα σε κήπο καταπράσινο από χόρτα-λουλούδια, δένδρα.
Τρομάξαμε όλες, γιατί πέθανε το έτος 1963 και τον γνωρίζαμε.
Επόμενος ήταν ο Θανάσης Κεκιδάκης του Ηλία. Με ίδιο τρόπο, τον ζητήσαμε να κάνει τις ίδιες κινήσεις και σταματά για δευτερόλεπτα. Είχε την ενδυμασία του με λουλούδια μέσα στο φέρετρό του, χωρίς κινήσεις, και να φεύγει για τον άγνωστο προορισμό του. Απέθανε το έτος 1961.
Ο ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΜΠΟΓΑΔΑΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ
Ο Βαγγέλης Μπογαδάκης είχε καταταχτεί με άλλους συγχωριανούς του Γιακουπιώτες, στον Τουρκικό Στρατό των Νεότουρκων.
Μια Κυριακή, ο Λόχος του βρέθηκε σε κάποιο χωριό ελληνόφωνο, πολύ κοντά στον ορθόδοξο ναό.
Ο Βαγγέλης, που ήταν ιεροψάλτης στην εκκλησία των Αγίων Πατέρων στο Γιακούπ, δεν άντεξε, στον θρησκευτικό πειρασμό που τον τραβούσε.
Ρωτάει τον Τούρκο αξιωματικό: «κύριε Λοχαγέ, θα μου επιτρέψεις να πάω μέσα στην εκκλησία και να ψάλω, να και στο χωριό μου το Γιακούπ, είμαι ψάλτης;».
Ο πολύ καλός αξιωματικός άκουσε την θερμή παράκληση του στρατιώτη του Βαγγέλη.
«Ναι», του λέγει, «πήγαινε».
Με χαρά ο Βαγγέλης ανοίγει την θύρα του Ναού, μπήκε μέσα και αμέσως έπιασε την διπλανή θέση του Ιεροψάλτη μαζί με τον άλλον ψάλτη, άρχισε να ψέλνει με την γλυκιά του Βυζαντινή φωνή και μουσική που γνώριζε.
Από πίσω πήγε κι ο άνθρωπος πρώτα κι αξιωματικός του Βαγγέλη, στην είσοδο της θύρας, ανοίγει λίγο και βλέπει τον στρατιώτη του, να ψέλνει και τον θαύμασε.
Μετά την Θεία Λειτουργία, και απέλυσέ της, ο Βαγγέλης επέστρεψε με πολλή χαρά και ικανοποίηση στην Μονάδα τους.
Πρώτη δουλειά του ήταν να ευχαριστήσει τον Διοικητή του που του επέτρεψε να λειτουργηθεί και να συμμετάσχει στην λειτουργία.
Ο καλός του Τούρκος αξιωματικός, τον εσυνεχάρη, για την μεγάλη του πίστη στον Θεό, ενώπιον όλων των στρατιωτών Τούρκων-Ελλήνων και άλλης φυλής ίσως.
Αφήγηση: Αντώνης Θεοδώρου Μπογαδάκης (7-2-2006).
Υ.Γ. Ο Βαγγέλης υπηρέτησε με τον Τουρκικό Στρατό και στην Μονή της Πορταΐτισσας Κορνοφωλιάς, το 1912.
Ήταν ιπποκόμος στον Διοικητή του, Τούρκο Αξιωματικό.
Έρευνα – Συλλογή
Βασίλης Μ. Μιχαηλίδης
Λαογράφος-Ερευνητής
Φυλακτό ‘Εβρου