9.4 C
Alexandroupoli
Monday, August 18, 2025

Πίκρες σελίδες από την προδοσία της Κωνσταντινούπολης

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, δεν έπεσε ξέφωτα στους Οθωμανούς την 29ηΜαΐου 1953 – Τα θεμέλιά της υποσκάπτονταν επί 250 χρόνια πριν την Άλωση

Η Βυζαντινήαυτοκρατορία δεν έπεσε ξαφνικά στους Οθωμανούς την 29 Μαΐου 1453, μετά από μία ένδοξη ιστορία 1.130 ετών. Για να συμβεί αυτό, υποσκάπτονταν τα θεμέλιά της επί 250 χρόνια, τόσο στο ανατολικό (Μικρασιατικό) τμήμα της όσο και στο δυτικό (τα νησιά του Αιγαίου και της νοτιοανατολικής Μεσογείου, τα Επτάνησα και μερικές περιοχές της Χέρσου Ελλάδας.)

Επί 382 χρόνια υπέσκαπταν τα θεμέλια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, στο ανατολικό τμήμα της (Μικρά Ασία) οι Σελτζούκοι Τούρκοι αρχικά, και οι Οθωμανοί στη συνέχεια, κατακτώντας με πόλεμο το ένα μετά το άλλο τα ανατολικά εδάφη της και στερώντας έτσι την πρωτεύουσα, Κωνσταντινούπολη μεγάλων εισοδημάτων της από τους Μικρασιατικούς σιτοβολώνες, αμπελώνες και ελαιώνες της.

Ενώ επί 250 χρόνια (1204-1453) οι αρπαγές από τη Δύση (Βενετοί, Γενουάτες, Φράγκοι κ.λπ.) αποσπούσαν ανάλογα εισοδήματα που προέρχονταν από τα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, τη Ρόδο, την Κύπρο και τα Ιόνια νησιά και επί πλέον εκτόπιζαν από το παγκόσμιο ναυτιλιακό εμπόριο και τις μεταφορές, τον εμπορικό στόλο του Βυζαντίου.

- Advertisement -

Με νεκρούς, τους δύο άλλοτε υγιείς οικονομικούς «πνεύμονές» της, η Βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν επόμενο να περιέλθει σέ μαρασμό και να μην διαθέτει στο τέλος, του 15ου αιώνα, επαρκείς πόρους για να συγκροτήσει τούς κραταιούς στρατούς με τους οποίους συνέτριβε τις από βορρά και εξ ανατολών απειλές, στο παρελθόν.

Η εικόνα της κατάρρευσης που προκαλούσε ηττοπάθεια, συμπληρωνόταν από εσωτερικές διαμάχες όπως: πρώτον, ο σφετερισμός του θρόνου από τους Παλαιολόγους, οι οποίοι ανέτρεψαν την οικογένεια των Λασκάρη με τις πατριωτικές περγαμηνές. 

Δεύτερον, ο διχασμός τού Κλήρου, σε προσκείμενο στους Παλαιολόγους και πιστό στους Λάσκαρη. 

Τρίτον, οι ενδοδυναστικές έριδες μεταξύ των ίδιων των Παλαιολόγων μετά την επικράτησή τους. 

Τέταρτον, οι μακρές αντιπαραθέσεις μεταξύ ενωτικών και ανθενωτικών κληρικών και λαϊκών στρωμάτων, μετά την απόφαση του ιδρυτή της Παλαιολόγειας δυναστείας, Μιχαήλ Η’ να δεχθεί την Ένωση των δύο Εκκλησιών υπό την ηγεσία του Πάπα (Σύνοδος Λυών, 1274). 

Τη συνέχιση της πολιτικής αυτής από τον Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο (Συμφωνία Φλωρεντίας 1439) και την επικύρωσή της από τον Κωνσταντίνο ΙΑ’ Παλαιολόγο (12 Δεκεμβρίου 1452), με κοινή λειτουργία, Ορθοδόξων και Καθολικών, στον ναό της Αγίας Σοφίας.

Αν μπορεί να λεχθεί κάτι θετικό για την Παλαιολόγεια περίοδο (1261-1453) αυτό αφορά μόνο την πρόοδο των Γραμμάτων και Τεχνών. 

Αλλά και τού τομέα αυτού η ηγεσία δε στάθηκε στο ύψος της όταν έπρεπε. Όταν άρχιζε ο επιθανάτιος ρόγχος της αυτοκρατορίας, το μεγαλύτερο μέρος της πνευματικής και καλλιτεχνικής ηγεσίας του Βυζαντίου εγκατέλειψε τον «ασθενή» και τα «πάτρια» και εγκαταστάθηκε είτε στη Δύση, όπου συνέβαλε στην «Αναγέννησή» της, είτε στις αποικίες της στις ελληνικές χώρες (Κρήτη, Ιόνια νησιά κ.λπ.).

Ο λαός του Βυζαντίου έμεινε έτσι χωρίς ηγεσία, ή αν θέλετε με μισή ηγεσία, και μάλιστα αυτή που δεν τον ενέπνεε, διότι είχε δηλώσει υποταγή στον πάπα. 

Και με την οποία ήταν βέβαιο, ότι εάν επετύγχανε να αντικρούσει τους Οθωμανούς, θα σκλαβωνόταν στους Λατίνους, όπως συνέβαινε στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, όπου η προπαγανδιστική μηχανή των Δυτικών, καθοδηγούμενη από τον πάπα «θέριζε» όχι μόνο στο ζήτημα του δόγματος αλλά και της εθνικότητας, με τους Έλληνες να υποβιβάζονται σε δεύτερης κατηγορίας πολίτες.

Η λατινόφρων ανθελληνική δυτική καταπίεση συνάντησε σε πολλά μέρη ισχυρή αντίδραση, ιδίως στην Κρήτη και τα Επτάνησα. 

Όχι στις Κυκλάδες. Γι’ αυτό και ένα η δύο Κυκλαδίτικα νησιά δεν εξεγέρθηκαν στην Επανάσταση του 1821.

Χρέος των Παλαιολόγων ήταν να ενοποιήσουν τον λαό και όχι να τον διχάσουν, όπως επίσης να συμμαχήσουν με τις άλλες Βαλκανικές δυνάμεις. Η προσέγγιση Βυζαντίου και Σερβίας που κορυφώθηκε με τον γάμο του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (πατέρα του τελευταίου αυτοκράτορα) με την Ελένη Δραγάση, θυγατέρα του Σέρβου μονάρχη Κωνσταντίνου Δραγάση (του όποιου το όνομα δόθηκε στον τελευταίο Βυζαντινό αυτοκράτορα), έπρεπε να συμπληρωθεί με πολιτική και στρατιωτική συμμαχία.

Στη συμμαχία αυτή έπρεπε να περιληφθούν και οι Έλληνες-Ιλλυριοί.

Τα παιδιά όμως του Μανουήλ Β’, ’Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος και Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, αντί να προωθήσουν την πολιτική του πατέρα τους (ο Κωνσταντίνος το μόνο που έκανε ήταν να «κολλήσει» στο πατρικό επώνυμο αυτό της μητέρας του – Δραγάση), επεδίωξαν την υποταγή στον πάπα και στις χώρες της δυτικής Ευρώπης.

Ένα άλλο παιδί του Μανουήλ Β’ (ευτυχώς δεν έγινε αυτοκράτορας) ο Ανδρόνικος είχε την τύχη να του εκχωρηθεί από τον πατέρα του η διοίκηση της δεύτερης πόλης της αυτοκρατορίας, της Θεσσαλονίκης, το 1420.

Μετά δέκα χρόνια ο αχρείος πούλησε στους Ενετούς το καμάρι του βορρά, την ωραιότερη πόλη μετά την Κωνσταντινούπολη, έναντι 50 χιλιάδων χρυσών νομισμάτων. Ο εν λόγω τσέπωσε τον θησαυρό και πήγε στη σιγουριά της Λακωνίας για να τον ροκανίσει. Οι τύψεις όμως φαίνεται ότι τον οδήγησαν στο μοναχικό σχήμα και στον θάνατο πριν προλάβει να δει την τραγωδία τού μεγαλύτερου εμπορικού και πολιτιστικού κέντρου των Βαλκανίων -την εγκατάλειψη, δηλαδή, της Θεσσαλονίκης από τους Ενετούς που επιβιβάστηκαν στα πλοία για να επιστρέψουν στη Βενετία (1430), μόλις οι Τούρκοι εμφανίστηκαν προ των τειχών της ιστορικής πόλης.

Η  ηρωική άμυνα των Ελλήνων της Θεσσαλονίκης δεν στάθηκε αρκετή για να αποτρέψει την κατάληψή της από τους Τούρκους, μόλις 23 χρόνια, πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης. 

Το τραγικό αυτό γεγονός, αντί να γίνει μάθημα στον λατινόφρονα αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγο (αδελφό του Ανδρόνικου), να συνειδητοποιήσει δηλαδή την αθλιότητα των Λατίνων και ν’ αναζητήσει συμμαχίες στα Βαλκάνια, τον έκανε να επισπεύσει τη σύνδεσή του με την Αγία Έδρα και τους «λαίμαργους» ηγεμόνες της Δύσης, προκειμένου να τύχει του ελέους τους. Πολιτική που ακολούθησε και ο αδελφός του Κωνσταντίνος ΙΑ’ όταν τον διαδέχθηκε στον θρόνο.

Ο Γ. Σφραντζής, μέγας αυλάρχης του Κωνσταντίνου και πιστός φίλος του τελευταίου αυτοκράτορα, διαμαρτύρεται στο «Χρονικό της Αλώσεως» που έγραψε, ότι οι Σέρβοι όχι μόνο στρατιώτες δεν έστειλαν, αλλά ούτε έναν «οβολόν» δεν πρόσφεραν υπέρ της άμυνας της Κωνσταντινούπολης.

Μα τί περίμενε ο Γεώργιος Σφραντζής, να σπεύσουν οι Σέρβοι, οι οποίοι είχαν χάσει ήδη το Κοσσυφοπέδιο, να προσφέρουν στρατιωτική και οικονομική βοήθεια στο Βυζάντιο, κατά τις τελευταίες ώρες του, ενώ εκείνο παρέμεινε μακράν τού δράματος που παίχτηκε στο Κόσσοβο της Σερβίας, πριν από εξήντα χρόνια;

Δύο τραγικά συμβάντα, ένα πριν από το ηρωικό και ένδοξο τέλος του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου και άλλο ένα μετά από αυτό, είναι συμβολικά των σχέσεων του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου με τους Λατίνους και τους Σέρβους.

Κατά το πρώτο, ο αρχηγός των Γενουατών Ιουστινιάνης, τον όποιο ο Κωνσταντίνος είχε τιμήσει με τον τίτλο του αρχιστρατήγου, λίγο πριν από το ξημέρωμα της 29 Μαΐου 1453, τραυματίστηκε, πολεμώντας με γενναιότητα πάνω στα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Απαίτησε τότε να μεταφερθεί σε ένα από τα πλοία της Γένουας στον Βόσπορο, για να φύγει.

Ειδοποιήθηκε πάραυτα ο Κωνσταντίνος, ο οποίος έσπευσε κοντό του και τον παρεκάλεσε να μην επιμείνει, λέγοντάς του ότι οι επιχειρήσεις έβαιναν καλώς (είχαν αποκρουσθεί επιτυχέστατα, δύο μεγάλες επιθέσεις των Οθωμανών) και ότι μετά το πέρας τους θα τον φρόντιζαν οι δικοί του άνθρωποι.

Ο Ιουστινιάνης επέμενε. Οι συνοδοί του ζήτησαν το κλειδί μιας πύλης για ν’ αποχωρήσει. Μαζί μ’ αυτόν όμως απεχώρησε το μεγαλύτερο μέρος των Γενουατών πολεμιστών, αν όχι όλοι.

Οι Βυζαντινοί μαχητές, όταν είδαν τον αρχιστράτηγο ν’ αποχωρεί, ακολουθούμενος από τους εκλεκτούς του, συμπέραναν ότι ο αγώνας είχε χαθεί πλέον -συναίσθημα που επιχείρησε να αποτρέψει με τη μαχητική του δεινότητα ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, πλην ματαίως.

Εξ άλλου, από την πύλη που απεχώρησαν οι Γενουάτες άρχισαν να εισέρχονται Τούρκοι, περισσότεροι απ’ αυτούς που εισχωρούσαν από την Κερκόπορτα, που αν ήταν μόνο αυτοί, θα αναχαιτίζονταν εύκολα.

Τη στάση του Ιουστινιάνη κατεδίκασαν ακόμη και δυτικοί συγγραφείς και μάλιστα αυτόπτες μάρτυρες όπως ο Βενετός Βάρβαρος, ο Γενουάτης Αρχιεπίσκοπος Λεονάρδος και ο επί κεφαλής των λατινικών δυνάμεων του Πέραν. 

Και οι τρεις συμφωνούν ότι ο Ιουστινιάνης «εγκατέλειψε τη θέση του κατά παράδοξο τρόπο», και ότι «όσην ανδρείαν είχε επιδείξει μέχρι την ώρα κείνη, τόσην ανανδρίαν επέδειξε κατόπιν».

Το δεύτερο τραγικό συμβάν, αυτό μετά τον ένδοξο θάνατο του Κωνσταντίνου, έχει συμβολική σημασία για τις σχέσεις τού γενναίου τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, με τους Σέρβους (ο Κωνσταντίνος έλεγε συχνά ότι στο αίμα του ρέει και σέρβικά αίμα.)

Μετά την ολοκλήρωση της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, ένας Σέρβος στρατιώτης, από αυτούς που υπηρετούσαν στον τουρκικό στρατό, παρουσιάστηκε στον σουλτάνο και του επέδειξε ένα κομμένο κεφάλι που κρατούσε, λέγοντας ότι ανήκε στον βασιλέα των Ελλήνων Κωνσταντίνο.

Ο ισχυρισμός του Σέρβου στρατιώτη επιβεβαιώθηκε από τον ναύαρχο Λουκά Νοταρά και άλλους αξιωματούχους του Βυζαντίου («Σλαβονικό χρονικό» -κάνει αναφορά του ο «Σλουμπερζέ» στο βιβλίο του για την Άλωση και τον Κωνσταντίνο), ενώ στ’ αυτιά τους θα βούιζαν ακόμη οι λοιδωρίες των Τούρκων «ακόμη και οι Σέρβοι είναι εναντίον του» (Γ. Σφραντζής).

Θα προσθέσω ένα συμβάν αναφερόμενο στην …προθυμία της Λατινικής Δύσης και κυρίως του Πάπα να σπεύσουν σέ βοήθεια της πολιορκούμενης Κωνσταντινούπολης.

Τις ήμερες της πολιορκίας της Βασιλεύουσας, στο λιμάνι και στον κόλπο της Χίου, ναυλοχούσαν 30 δυτικά σκάφη κατάφορτα σιδηρόφρακτων πολεμιστών και τοξοτών, αναμένοντα ούριο όνειρο για να ξεκινήσουν.

Αλλά ποιόν κοροϊδεύαν; Όλα τα σκάφη έκτος από ιστία είχαν και κουπιά και μπορούσαν να κινηθούν με αυτά, ώστε να βρεθούν εγκαίρως στον τόπο του δράματος και να βάλουν εναντίον του πολιορκητικού στρατού των ‘Οθωμανών.

Η δυτική ιστοριογραφία παρουσιάζει την πληροφορία ως απόδειξη των καλών προθέσεων του πάπα να βοηθήσει το απειλούμενο Βυζάντιο… Ποιος το πιστεύει όμως;

Θα κλείσω πρώτον, με το ότι οι Γενουάτες, μόλις έπεσε η Κωνσταντινούπολη, γκρέμισαν τα ιδιαίτερα τείχη της πόλης τους για να μην τους τιμωρήσει ό σουλτάνος. Και όμως και σ’ αυτούς υπολόγιζε ο Κωνσταντίνος!… Πόσο έξω έπεφτε…

Και δεύτερον, με το ότι ο εθνομάρτυρας αυτοκράτορας πριν ανέβει στο τείχος για την υστάτη άμυνα πήγε να προσευχηθεί, με τον Λαό, στην Αγία Σοφία, από την οποία απουσίαζε ο Πατριάρχης Αθανάσιος Β’, διότι ως «ενωτικός» είχε υποχρεωθεί σε παραίτηση, το 1451. 

Ήταν ο τέταρτος στη συνέχεια «ενωτικός» πατριάρχης μετά το 1439. Και ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ δεν προχώρησε στην εκλογή άλλου, διότι ο πάπας ανεγνώρισε τον Γρηγόριο Γ’ (προτελευταίο) που είχε εγκατασταθεί στη Ρώμη!

Τίτος Ιω. Αθανασιάδης

Monday, August 18, 2025

Latest News

«Μότσαρτ, ο μαγικός αυλός» στο Θέατρο Αλτιναλμάζη Αλεξ/πολης

Την ΔΕΥΤΕΡΑ 18 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΜΑΓΕΨΕ ΜΙΚΡΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΓΕΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΚΙΒΩΤΟΣ, ΤΩΡΑ ΣΕ...

More Articles Like This