Αν η Τουρκική Ηγεσία επιλέξει επιθετικές πολεμικές πράξεις, οφείλει να γνωρίζει τις συνέπειες που θα υποστεί

1. Γενικά
Στη θέση αυτή, ως προειδοποίηση, «καμπανάκι» συναγερμού, όλοι οι Έλληνες, αρμόδιοι και αναρμόδιοι (πολιτικοί, στρατηγικοί αναλυτές, ειδικοί εμπειρογνώμονες, δημοσιογράφοι, όλου του πολιτικού, στην Ελλάδα, φάσματος, στρατιωτικοί, εν αποστρατεία, εξαιρουμένων των εν ενεργεία, οι οποίοι δεν αναφέρουν-εκθέτουν δημόσια τις εκτιμήσεις-εισηγήσεις τους, τις οποίες όμως οφείλουν με παρρησία, χωρίς δισταγμούς και υστερόβουλες επιδιώξεις τους, άμεσα να τις υποβάλλουν στους στρατιωτικούς και πολιτικούς προϊσταμένους τους, ιεραρχικά και φορτικά), οφείλουν να λάβουν μια κατηγορηματική θέση, χωρίς αοριστολογίες, υπαινιγμούς, ασάφειες και ανώφελες, χαμένες, φρούδες ελπίδες και υποτιμήσεις του αντιπάλου.
Ο αντίπαλος βρίσκεται, όπως σήμερα το ζούμε, στο στάδιο της ακραίας, σχιζοφρενικής, αναθεωρητικής υστερίας του, αφρίζοντας από οργή και υβρίζοντας, κατά χυδαίο, προκλητικό, ποταπό και πρόστυχο τρόπο, όλους τους Έλληνες, αρχίζοντας από τον Πρωθυπουργό τους. Αντιπαρερχόμαστε, με ηρεμία, χωρίς ίχνος πανικού, όλες αυτές τις ανιστόρητες θέσεις, παράνοιας και κανιβαλισμού, κάθε ιστορικού γεγονότος, καθώς και κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου, αλλά και της απλής, κοινής λογικής. Ενώ οι Νατοϊκοί γείτονές μας, στα πλαίσια μιας ακραίας νεοθωμανικής, νεοφασιστικής και νεοναζιστικής υστερίας, έχουν υφάνει, ράψει και φορέσει στα μέτρα τους, τον «ζουρλομανδύα» τους, εμείς οι Έλληνες επιβάλλεται να συνεχίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις, διπλωματικά και στρατιωτικά, «εν πανστρατιά», με άγρυπνο μάτι και το όπλο στο χέρι, να τους περιμένουμε, αφού το ΝΑΤΟ αλληθωρίζει, με εκείνον τον ανεκδιήγητο φιλότουρκο Γενικό Γραμματέα του.
Ας μας επιτραπεί, στο σημείο αυτό, με ιδιαίτερη προσοχή, αγγίζοντας τα όρια της εθνικής ευθύνης και αξιοπρέπειάς μας, να αναφερθούμε, στο σχετικό άρθρο του Διευθυντού του «ΒΗΜΑΤΟΣ» Κυριακής, 12 Ιουνίου 2022, κου Αντώνη Καρακούση, «Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΕΙ ΔΕΥΤΕΡΑ ΙΜΙΑ», ο οποίος με ρεαλισμό και υψηλό αίσθημα ευθύνης, τονίζει «κακά τα ψέματα, δεν υπάρχει άλλο σενάριο για την ελληνική πλευρά στην περίπτωση που επιχειρηθεί κατάληψη ελληνικού εδάφους. Και με πλήρη συναίσθηση βεβαίως ότι μια τέτοια απάντηση θα οδηγήσει σε ολοκληρωτικό πόλεμο. Εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα δεν υπάρχει χώρος για άλλη στάση. Αν η τουρκική ηγεσία επιλέξει επιθετικές πολεμικές πράξεις, οφείλει να γνωρίζει ότι θα βρει απέναντί της έναν ισχυρό, καλά οργανωμένο, τακτικό στρατό, ικανό να δώσει απαντήσεις ακόμη και στο ακραίο σενάριο γενικευμένου πολέμου, σαν και αυτούς που προπαγανδίζουν, χωρίς μέτρο, τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Η Ελλάδα δεν είναι Συρία, ούτε Κουρδιστάν. Έχει δυνάμεις και δυνατότητες, ακόμη και για συντριπτικά πλήγματα. Ας το γνωρίζουν και ας το μετρήσουν αναλόγως οι πολεμοχαρείς γείτονες».

Την όντως ξεκάθαρη, ρεαλιστική θέση, της εφημερίδας «ΒΗΜΑ», για ένα σενάριο γενικευμένου πολέμου με την Τουρκία, οφείλουν να ακολουθήσουν σύμπας ο τύπος, εκδιδόμενος στην πρωτεύουσα και στην επαρχία, καθώς και τα λοιπά μέσα ενημέρωσης (ραδιόφωνο, TV, περιοδικά κλπ), καθώς και οι προς τούτο αρμόδιοι πολιτικοί και στρατιωτικοί φορείς. Με τον τρόπο αυτό, θα φθάσει ο ελληνικός λαός, στο απαιτούμενο στάδιο της αναγκαίας και επιβαλλόμενης υψηλής ετοιμότητάς του και μαχητικότητάς του, ξεπερνώντας κάθε κίβδηλο εφησυχασμό, όπως επιχειρούν, να περάσουν κάποιοι στρατηγικοί αναλυτές και κάποια συμμαχικά-Νατοϊκά φερέφωνα «Σύμμαχοι είσαστε, γιατί να κάνετε πόλεμο, βρείτε τα μεταξύ σας» και ενώ ο φρενήρης, απειλητικός τουρκικός εκβιασμός, καθημερινά αυξάνεται.
Το αποτέλεσμα κάθε πολέμου, κρίνεται και προδιαγράφεται, όπως η ιστορία το παρουσιάζει και το διδάσκει, από τα επακολουθήσαντα του πολέμου, και διάφορα γεγονότα, πολιτικά και στρατιωτικά, καθώς και της ψυχολογικής εμμονής και υπεροχής εκάστου των αντιπάλων.
2. Σχετικά Ελληνικά ιστορικά γεγονότα
Στην ελληνική ιστορία, από συστάσεως του ελληνικού κράτους, μετά την επανάσταση του 1821, υπάρχουν ιστορικά γεγονότα, ήττας και θριάμβου, ως εκ των προηγηθέντων σφαλμάτων, λαθών, παραλείψεων αλλά και ορθής εκτίμησης και εκτέλεσης, των επιβαλλομένων να γίνουν.
Τα πολεμικά αυτά γεγονότα, δέον να αποτελούν αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης, για τη χάραξη στη συνέχεια, της επιβαλλόμενης, ορθής, ρεαλιστικής εκτίμησης και πολιτικής για την αντιμετώπιση κάθε εμφανιζόμενης εχθρικής απειλής, όπως η παρούσα εδώ και χρόνια, της τουρκικής, στο Αιγαίο, Ανατολική Μεσόγειο, Κύπρο και Δυτική Θράκη.
- Ατυχής Πόλεμος 1987 – Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913
Ο πόλεμος του 1897, αποτελεί για την Ελλάδα, την πρώτη σε μεγάλη κλίμακα, πολεμική εμπλοκή της, αφ’ ότου απέκτησε την εθνική ανεξαρτησία της. Κατά τον πόλεμο αυτόν, δοκιμάστηκαν σκληρά όλες οι Εθνικές Δυνάμεις της και απέδειξαν ότι ήταν τραγικά ανέτοιμες, για να αναλάβουν την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας. Εν συγκρίσει με τις άλλες Βαλκανικές χώρες, οι οποίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους πολύ αργότερα (από την Ελλάδα), η Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο του 1897 τελείως απροπαρασκεύαστη, με έναν στρατό, ανοργάνωτο, ολιγάριθμο, ανέτοιμο και ουσιαστικά ανίκανο για εκστρατεία.
Η μεγάλη έλλειψη στελεχών, η μη εκγύμναση του ικανού για στράτευση ανθρώπινου δυναμικού της Ελλάδας, η ανυπαρξία οργανώσεώς του, το χαμηλό επίπεδο εκπαιδεύσεως και ασκήσεως του στρατεύματος στην τακτική της μάχης, καθώς και οι σοβαρές ελλείψεις σε οπλισμό και μέσα, αποτέλεσαν την κύρια αιτία της ήττας. Μολονότι, ο πόλεμος αυτός κηρύχθηκε από την Τουρκία, στην ουσία αυτός προκλήθηκε από την Ελλάδα, εξαιτίας του τότε Κρητικού ζητήματος και του πολεμικού παραληρήματος του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας και του λαού της, το οποίο δε δικαιολογιόταν, ως εκ του επιβαλλόμενου υπολογισμού, του συσχετισμού δυνάμεων.
Ο ρόλος του παλατιού και των βασιλικών πριγκίπων, μη εξαιρουμένου και του διαδόχου Αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου, στον πόλεμο υπήρξε εξοργιστικός και επιζήμιος. Η μόνη υπεροχή της Ελλάδας στη θάλασσα, ουδόλως αξιοποιήθηκε, σε μια εκστρατεία χωρίς σχέδια επιχειρήσεων. Γερμανοί αξιωματικοί, όχι μόνο εκπαιδεύουν, αλλά και επανδρώνουν τουρκικές μονάδες. Η ίλη του τούρκικου ιππικού, η οποία πρώτη εισήλθε, προελαύνουσα, στη Λάρισα, την οποία εγκατέλειπε ο διάδοχος Έλληνας Αρχιστράτηγος, ήταν Γερμανός αξιωματικός του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’ (γυναικαδέλφου του διαδόχου Κωνσταντίνου).
Από τη σκληρή, όμως αυτή δοκιμασία, προέκυψαν και θετικά στοιχεία, αφού αντλήθηκαν τα ορθά διδάγματα, τα οποία έμελλε να οδηγήσουν στην εθνική ανάταση και ανάσταση του ελληνισμού, ο οποίος έδρεψε τους θριάμβους και δόξες του 1912-1913, διπλασιάζοντας την έκταση της Ελλάδας, από Μελούνα Θεσσαλίας, μέχρι Νέστο ποταμό. Κατανοήθηκε, δηλαδή από τους ιθύνοντες, ότι χωρίς σοβαρή πολεμική προπαρασκευή και χωρίς τη σύναψη συμμαχιών, με τους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς και χωρίς τη βελτίωση της διοικήσεως και των οικονομικών του κράτους, δεν ήταν δυνατό να επιτευχθούν οι εθνικοί μας στόχοι και τα μεγάλα οράματα του λαού μας. Μετά το 1900, άρχισε να αναλαμβάνεται κάποια προσπάθεια αναδιοργάνωσης και εφοδιασμού με υλικά και μέσα του στρατού, η οποία κορυφώθηκε, με τα μέτρα που έλαβε η επανάσταση του 1909 (Γουδί) και ολοκληρώθηκε το 1910, από την κυβέρνηση του μεγαλόπνοου πολιτικού, Ελευθερίου Βενιζέλου. Εδώ κρίνεται σκόπιμο, να αναφερθεί, η επιβαλλόμενη πολιτική αναγκαιότητα, για την ανάληψη ενός πολέμου και τη διεξαγωγή του. Ενώ η Ελληνική Στρατιά κατευθυνόταν από τον διάδοχο Κωνσταντίνο προς Μοναστήρι και απέκλινε από τη Θεσσαλονίκη, την οποία έσπευδαν δρομαίως να την καταλάβουν οι Βούλγαροι, με άμεση επιτακτική παρέμβαση του Βενιζέλου, προς τον Κωνσταντίνο, η Στρατιά άλλαξε πορεία και εστράφει προς Θεσσαλονίκη, η οποία κατελήφθει από τους Έλληνες, των Βούλγαρων εχόντων φθάνει στις παρυφές της πόλεως.
Ακολουθεί το Δεύτερο Μέρος
Παν. Χόχολης
Αντιστράτηγος ε.α.
Επίτιμος Διοικητής
Ανωτάτης Σχολής Πολέμου