Σε τούτο τ’ απέραντο πράσινο
μάταια αναζητώ χρόνους πολλούς
το χρώμα της ελπίδας
Κάτω απ’ τα βαριά σύννεφα
ζουν μόνο μήνες ξεθωριασμένοι
απ’ τον ανύπαρκτο ουρανό
Τούτοι οι ορίζοντες δεν θα γεννήσουν
το ουράνιο τόξο της χαράς
μακριά απ’ τα μαβιά μάτια της θάλασσας
και τα γλυκά χαμόγελα της χαραυγής
Ποιος ήλιος θα στεγνώσει
τα μουσκεμένα μου φτερά
κι η άνοιξη η κοντόφθαλμη
δέσμιο ακόμα με κρατά
μες τα υγρά κελιά της
Κι αν έκτισα εγώ με τα δικά μου χέρια
της ξενιτιάς μου το λαβύρινθο
άλλοι τεχνίτες τα θεμέλια έχουν βάλει
στην άμοιρη πατρίδα από κακία
Το μίτο σου θέλω Αριάδνη
το δρόμο να βρω για να βγω
και τα γερά σου ξύλα Πήλιο
για μια γοργόπλοη Αργώ
στο φως για να ρθω στην Πατρίδα
που τη στερήθηκα ο φτωχός
Δημήτρης Κ. Κοσμίδης
Stuttgart