
Καίγεται απόψε μια καρδιά
γιατί θυμήθηκε πράγματα σκληρά,
εκείνη που αγάπησε τόσο πολύ
έφυγε δυστυχώς ένα πικρό πρωί.
Ήταν γι΄ αυτόν μια μαχαιριά
να αρνηθεί τη δική του αγκαλιά,
αυτός να της φέρει μια γλυκιά χαραυγή
κι αυτή να τον ζώσει με σκοτάδι βαθύ.
Στον γκρεμό νιώθει πως βαδίζει,
δεν έχει κάτι να ελπίζει,
η αγάπη ποτέ δεν της έλειψε
μα εκείνη αλύπητα τον εγκατέλειψε.
Δεν το περίμενε έτσι να τον προδώσει
σα φύλλο σε άνεμο δυνατό να νιώσει,
να ανοίξει μέσα του πληγή βαθιά
και να μην αντέχει τίποτα πια.
Αδικία που δε σβήνει καμιά γόμα,
τώρα θέλει να πίνει να γίνεται λιώμα,
να ζαλίζεται και να ξεχνά
αφού δεν του έμεινε τίποτα άλλο για παρηγοριά.
Δεν έπρεπε όλα να τα δώσει,
στα πόδια της όλα να τα απλώσει,
δεν μπόρεσε την καρδιά της να συγκινήσει
γιατί δεν ήταν άξια να τα εκτιμήσει.
Χρόνε, αλήθεια, πόσο αργά περνάς
όταν τον πόνο γύρω σκορπάς
μα θα ΄ρθει η ώρα που τις πίκρες θα γιατρέψεις
και με καινούρια αγάπη θα τον μαγέψεις.
Τάνια Στεφάνου – Τσαβδάρη
Αλεξανδρούπολη