
Δεύτερο Μέρος
1. Συνέχεια Ιστορικών Γεγονότων
- Οι τελευταίες πολεμικές επιχειρήσεις, μεταξύ Αθηναϊκής Συμμαχίας και Περσών, έλαβαν χώρα στην Κύπρο. Ο Κίμων, το 450 π.Χ., με Αθηναϊκές και συμμαχικές τριήρεις, 200 κατά τον Θουκυδίδη και 300 κατά τον Πλούταρχο, αντιμετώπισε 300 περσικές τριήρεις στην Κύπρο και 300.000 στρατό στην Κιλικία. Οπωσδήποτε, η διπλή νίκη στη θάλασσα και την ξηρά, ήταν λαμπρή, μεταθανάτια αμοιβή του Κίμωνος, άξια της ένδοξης ζωής του, ο οποίος απεβίωσε στην Κύπρο, το 450 π.Χ.
- Το 449 π.Χ., συνάπτεται ειρήνη μεταξύ Αθηναϊκής Συμμαχίας και Περσών. Οι νίκες γενικά των Ελλήνων και ειδικά της Αθηναϊκής Συμμαχίας, ήταν βαρύ πλήγμα για τους Πέρσες. Ο Αρταξέρξης κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι οι Αθηναίοι και οι Σύμμαχοι τους ήταν επικίνδυνοι αντίπαλοι και έδωσε εντολή στους στρατηγούς του, να διαπραγματευτούν ειρήνη με τους Αθηναίους. Ο Περικλής, που ασκούσε τότε, μεγάλη επιρροή στην πόλη των Αθηνών, έπεισε τους Αθηναίους να δεχτούν τις προτάσεις των Περσών για ειρήνη. Πρεσβευτές ειρήνης εστάλησαν στα Σούσα, Ο Καλλίας και Ιππόνικος. Η συνθήκη υπεγράφη το 449 π.Χ. και εξέφραζε την ισορροπία Δυνάμεων και ήταν αποτέλεσμα αμοιβαίων παραχωρήσεων. Από την ελληνική πλευρά εγκαταλείφθη η Κύπρος, οι δε ελληνικές παράλιες πόλεις της Μ. Ασίας, θα είχαν την ελευθερία τους, έναντι των Περσών, οι οποίοι δέον όπως «παραμένουν μακριά από θάλασσα, σε απόσταση πορείας τριών ημερών». Η πρώτη έκκληση για βοήθεια, από την μητροπολιτική Ελλάδα, από τις παράκτιες ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας (Ιωνίας, Αιολίδας), είχε με επιτυχία πραγματοποιηθεί. Αυτό επαναλήφθηκε και άλλες φορές, στο πέρασμα δυόμιση χιλιετηρίδων και ο ελληνισμός παρέμεινε «ριζωμένος» εκεί, παρά τις τόσες πολλές εισβολές βαρβάρων και επίδοξων κατακτητών, ώσπου έφτασε η αποφράς περίοδος, της αρχή του εικοστού αιώνα (1922), οπότε οριστικά και αμετάκλητα ξεριζώθηκε από τις πατρογονικές εστίες του. Αυτό αποδεικνύει ότι «εμείς, οι πατεράδες και οι παππούδες μας» υπήρξαμε οι πιο «στιγματισμένες και ντροπιασμένες ελληνικές γενιές». Φέρουμε δε, βαριά ευθύνη για να μην υποπέσουμε σε άλλα ολέθρια λάθη και να διατηρήσουμε την ελληνικότητα των νησιών, που μας έχουν απομείνει, ως το «έσχατον, οριακόν ελληνικό σημείον», απέναντι, τόσο κοντά, στις χαμένες, δακρυσμένες ακτές της σκλαβωμένης και αιματοβαμμένης γης της Ιωνίας, εκεί που έζησαν και θάφτηκαν για χιλιάδες χρόνια, εκατομμύρια Έλληνες.
- Το 404 π.Χ., λήγει ο Πελοποννησιακός πόλεμος, μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης. Ήταν διάρκειας 27 ετών (431-404 π.Χ.) και είχε επεκταθεί σε όλο τον ελληνικό, τότε χώρο και στις αποικίες αυτού, μέχρι την Σικελία-Συρακούσες. Ο Θουκυδίδης χαρακτηρίζει τον Πελοποννησιακό πόλεμο, ως τον μέγιστον των πολέμων, ακόμη και των μηδικών, σε ανθρώπινες απώλειες, καταστροφές και ωμότητες. Είναι ίδιον των Ελλήνων να ρέπουν, από της εποχής εκείνης, στη διεξαγωγή σκληρών εμφυλίων συγκρούσεων μέχρι σήμερα, ενώ θα μπορούσαν να κυριαρχούν, αριθμητικά και δυναμικά στην ευρύτερη περιοχή Ευξείνου Πόντου, Μ. Ασίας, Ανατολικής Μεσογείου, Νότια Ιταλίας, Σικελίας κ.λ.π. Δυστυχώς κατάντησαν και αναγκάστηκαν να αγωνίζονται σκληρά, επί χιλιετηρίδες για να επιβιώσουν, στα νότια της «ξέρας», της Βαλκανικής Χερσονήσου.
Την Ηγεμονία τότε της Αθήνας, επάνω στα ερείπια της, την διαδέχτηκε η Ηγεμονία της Σπάρτης. Οι ελληνικές πόλεις της Ιωνίας, Αιολίδας, μέχρι τώρα ελεύθερες, απειλούνται και πάλι από τον Αρταξέρξη Β’, βασιλιά των Περσών, διότι με 13.000 άνδρες, είχαν ταχθεί στο πλευρό του αδελφού του Κύρου, στην εμφύλια περσική σύγκρουση στα Κούναξα της Βαβυλώνας, το 401 π.Χ. («Κύρου Ανάβασις κάθοδος Μυρίων» του Ξενοφώντος).
- Ρήξη Σπάρτης – Περσών (400-397 π.Χ.)

Οι ελληνικές πόλεις των παραλίων της Μ. Ασίας, προ του κινδύνου να υποταχθούν, πάλι στους Πέρσες, ζήτησαν την προστασία της Σπάρτης, όπως παλαιότερα την είχαν ζητήσει, από την Αθήνα. Οι Σπαρτιάτες δεσμευόταν νομικά να ανταποκριθούν, σε αυτήν την έκκληση, διότι είχαν υπογράψει συνθήκες, με τις οποίες παρέδιδαν τις πόλεις της Μ. Ασίας στον Μ. Βασιλέα (Αρταξέρξη Β’). Αλλά κατάλαβαν ότι, αν δεν επενέβαιναν θα κλονιζόταν το κύρος τους μεταξύ των Ελλήνων. Κατ’ αρχάς εξεστράτευσε εναντίον των Περσών, πελοποννησιακός στρατός, υπό τον Θρίμβωνα (400 π.Χ.) και υπό τον Δερκυλίδα (399 π.Χ.). Οι δύο αυτές εκστρατείες, πέτυχαν ασήμαντα όμως αποτελέσματα. Στη συνέχεια (396 π.Χ.), του Πελοποννησιακού εκστρατευτικού σώματος, την ηγεσία, ανέλαβε ο Σπαρτιάτης Αγησίλαος. Ικανότατος, φιλόδοξος και πανελληνίου αντιλήψεως, ο οποίος απελευθέρωσε, όλες τις Ιωνικές πόλεις από τον περσικό ζυγό και στη συνέχεια εξεστράτευσε εναντίον του κυρίου όγκου του, εις Μ. Ασία, εδρεύοντος περσικού στρατού. Ο Αγησίλαος συνέτριψε τις περσικές δυνάμεις στις Σάρδεις και εισχώρησε στη συνέχεια στην Παφλαγονία, σχεδίαζε δε, έχοντας την ορμή και δύναμη να εκδιώξει τους Πέρσες από τη Μ. Ασία. Τη νικηφόρα όμως πορεία του Αγησίλαου, ανέκοψε η ανάκλησή του, λόγω του εμφυλίου Κορινθιακού πολέμου (395-387 π.Χ.) και της καταστροφής του σπαρτιάτικου στόλου στη ναυμαχία της Κνίδου (394 π.Χ.), από τον αθηναϊκό στόλο, ο οποίος είχε ναυπηγηθεί με περσικά χρήματα, από τον Αθηναίο ναύαρχο Κόνωνα. Η ηγεμονία της Σπάρτης υπέστη το πρώτο δεινό πλήγμα. Η Αθήνα άρχισε ολίγον, κατ’ ολίγον να αποκτά την παλαιά δύναμη και αίγλη της. Ακόμη είχε ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ Σπάρτης και των Συμμάχων της. Στη συμμαχία που είχε συναφθεί μεταξύ Αθήνας και Θήβας, προσχώρησαν η Κόρινθος, το Άργος και άλλες ελληνικές πόλεις. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, οι οποίες έλαβαν χώραν την περίοδο αυτή, καταγράφονται ως Κορινθιακός Πόλεμος.
- Ανταλκίδειος Ειρήνη
Προ της παρακμής της και αποδυνάμωσής της, η Σπάρτη στράφηκε δραστηρίως, ατυχώς όμως, προς τους Πέρσες, τους οποίους ζήτησε να προσεταιρισθεί, με ανταλλάγματα, ατιμωτικά για την Ελλάδα. Η Σπάρτη ζήτησε τη φιλία και συμμαχία του Μεγάλου Βασιλέως της Περσίας, διότι απέδιδε τις επιτυχίες των εχθρών της, στην περσική, πάσης μορφής βοήθεια, κυρίως όμως οικονομική και διπλωματική. Το γεγονός αυτό, προκάλεσε την απαξίωση της Σπάρτης, από ολόκληρη την Ελλάδα και επέφερε τον πολιτικό και ηγεμονικό θάνατο αυτής. Το 386 π.Χ. συνομολογείται μεταξύ Περσών και Σπάρτης συνθήκη, η γνωστή ως «Ανταλκίδειος Ειρήνη», ή «Βασιλέως Ειρήνη», διότι εις την πραγματικότητα ουδέν άλλον εξυπηρετεί, παρά τον Πέρση Βασιλιά. Η Σπάρτη δια της Συνθήκης αυτής ουδέν άλλο επέτυχε, παρά να γίνει «ο χωροφύλακας των Περσών» στην Ελλάδα, με τελικά συνέπεια, τον αφανισμό αυτής.
2. Ελλάδα, Έλληνες, εναντίον Περσών
Η Ελλάδα είναι μία μικρή άγονη, ορεινή χώρα, χωρίς απέραντες πεδιάδες και σιτοβολώνες και για τον λόγο αυτό, ευφυολογώντας, την αποκαλέσαμε «ξέρα» της Νότιας Ελληνικής (Βαλκανικής, Αίμου) χερσονήσου. Ευφημίζοντας την όμως, θα την αποκαλέσουμε γεωπολιτικό «ογκόλιθο», λόγω της θέσεως της, η οποία αποτελεί, το μεταίχμιο τριών Ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής και αναγκαστική γέφυρα, επικοινωνίας μεταξύ αυτών.
Στο τέλος της γ’ χιλιετηρίδας, στον Ελλαδικό χώρο, οι πραγματικοί πρόγονοι των Ελλήνων, κατήλθαν από το βορρά, (Ίωνες, Αιολείς, Δωριείς) και βραδύτερον Θράκες και Ιλλύριοι. Οι πρώτοι αυτοί Έλληνες ήταν λαός με πολεμικές αρετές και διεξήγαγαν, τραχείς και μακρούς αγώνες αρχικά κατά των αυτοχθόνων Πελασγών και μεταξύ τους, αργότερα.
Καίτοι, με το πέρασμα του χρόνου, είχαν αμοιβαίως αφομοιωθεί μεταξύ τους, έχοντες κοινή θρησκεία, γλώσσα, ήθη, έθιμα κ.λ.π. λόγω και της έντονης διαμερισμάτωσης του εδάφους, δεν είχαν συγκροτήσει ενιαίο κράτος αλλά πόλεις-κράτη.
Επιφανείς Έλληνες, όπως ο Περικλής από την Αθήνα και ο βασιλιάς Αγησίλαος από την Σπάρτη, επεδίωκαν την ένωση των πόλεων-κρατών, τα οποία εμάχοντο μεταξύ τους (Πελοποννησιακός Πόλεμος, Κορινθιακός Πόλεμος κ.λ.π.). Λόγω των εμφυλίων αυτών συγκρούσεων και της συνεχούς χρήσεως των όπλων, η μαχητική ικανότητα και ετοιμότητα, του συνόλου του ελληνισμού, ήταν πάρα πολύ υψηλή και αξιόλογος, προ του οποιουδήποτε κοινού εχθρού, όπως των Περσών. Όλες οι πόλεις-κράτη, εκτός αυτών που είχαν, υπό φόβο «μηδίσει», ενώθηκαν, σε πανστρατιά και συνέτριψαν του Πέρσες και η Ευρώπη σώθηκε, από τον εκβαρβαρισμό της.
Ακολουθεί το Τρίτο Μέρος
Παναγιώτης Χόχολης
Αντιστράτηγος ε.α.
Επίτιμος Διοικητής
Ανωτάτης Σχολής Πολέμου