Έγινα αετός και πέταξα ψηλά
ψάχνω να σέ βρω στα ουράνια
στους πάγους μ’ οδηγήσανε οι τάρανδοι
κι οι φάλαινες σ’ ωκεανών τα βάθη
σ’ όρη ψηλά δάση πυκνά
σε λίμνες σε ποτάμια σε ερήμους
αγάπη σ’ αναζήτησα παντού
μα συ ‘σαι πλάι μου
βαθιά μες την καρδιά μου ριζωμένη
αιώνια αναλλοίωτη στο χρόνο
τις καταιγίδες ξεπερνάς ολόρθη
ο πόλεμος να σε νικήσει δε μπορεί
ολημερίς πεθαίνεις κι ανασταίνεσαι
τα ιδανικά μου συ τα κουβαλείς
τις παρακαταθήκες των προγόνων
σώες στο χρονοπέρασμα κρατώ
τη λύρα ακούω του Ορφέα και ριγώ
και βιοκίνητρα αντλώ για τη συνέχεια
βαπτίζοντας στο φως και στη σοφία σου
πηγή αστείρευτη γλυκιά μάνα Ελλάδα
ήρωες γεννοβόλησες πολλούς
ορθοί σταθήκαν στους αιώνες
μ’ αυτοθυσία προστατέψανε το βιός σου
συνεχιστές της δόξας σου
βαδίζουμε στο δρόμο αντάμα
στα χέρια σε σηκώνουμε πατρίδα
στο νου και στην καρδιά μας
τη θέση συ κατέχεις την καλύτερη
τρανή μου δίνεις δύναμη
και αντοχή περίσσια
τα βάσανά μου στη ζωή
σ’ ανέμους να σκορπώ
ξυπνάει ο γίγαντας βρυχάται
σε νέες κατακτήσεις προχωρεί
τη θέση που ταιριάζει του στον κόσμο
να καταλάβει γρήγορα μπορεί
αρκεί να το θελήσουμ’ όλοι
τους επιβήτορες να διώξουμ’ απ’ τη χώρα
δεμένοι χέρι-χέρι στο στρατί
στην πρόοδο να ωθήσουμε μαζί
γιοφύρια αθάνατα να στήσουμε
και με το μέλλον να συνδέσουμε το τώρα
κι ήρθε η ώρα να παλέψει ο Διγενής
ξανά στα μαρμαρένια αλώνια
ολούθε ξεπροβάλλουν οι εχθροί
το παλλικάρι προσπαθούν να αφανίσουν
στέκει στητός μπροστά τους και ολόρθος
άφοβα προκαλεί τους και αντρίκεια
καθάρια τις προθέσεις τους να δείξουν
κι αν τους κοιτάει όλοι μαζί ας το τολμήσουν
το πλήθος τους δε λογαριάζει και τα όπλα
μηδέ φανφάρες λόγια τρανταχτά
η αντρειοσύνη του τρανή και ξακουστή
με αυταπάρνηση τα δίκια του στηρίζει κι είναι ακατάβλητη
η ορμή του και η πίστη στ’ άφθαρτα της φυλής μας
ιδεώδη στόχος λαμπρός στέκουν εμπρός μας
μες της δημιουργίας το αέναο
στα χέρια, τα σηκώνουμε ψηλά και πάμε
να κατακτήσουμε τον κόσμο έτσι μας πρέπει
τη λήθη δε θ’ αφήσω να σκεπάσει
αγώνες και θυσίες χιλιετηρίδων
τα πάντα έκαναν οι άξιοι πρόγονοί μας
για να κρατήσουν της φυλής τα ιερά
απ’ όλες τις μεριές οι εχθροί χτυπούσαν
μα να δαμάσουν δε μπορέσαν το θεριό
που κρύβει μέσα του αγέρωχος ρωμιός
κι επιβουλές αντιπαλεύει και ορέξεις
μάθημα δίνει σ’ όλους για πατρίδα
για ηθική, δημιουργία, για ειρήνη
οι Παρθενώνες και οι Ολυμπίες
τ’ άπειρα θέατρα διάσπαρτα στη φύση
το πνεύμα δένουν με το σώμα αρμονικά
(αρχαίο πνεύμα αθάνατο αγνέ πατέρα…)
στο Πάνθεο του κόσμου των σοφών
εσύ Σωκράτη στέκεις κορωνίδα
το,-κάλλος σου να φτάσει ποιος μπορεί (;)
τρανός και άπιαστος θα μένεις στους αιώνες
όσο κι αν προσπαθούν να μας μειώσουν
συνευρωπίτες μας αχρείοι κερδοσκόποι
τόσο προβάλλει περισσότερο
της φτώχιας τους κι ανημποριάς ασκήμια
όλοι τους στο ζύγι μαζί να μπούνε
φτιάχνουν μα ναι προνόμιο δικό μας είναι
ιδέες να γεννάει το μυαλό μας
να τις σμιλεύουμε σ’ ανθρώπινες αξίες
προοπτική στο ζωοειδούς μας
να ορίζουν ειρηνική
να φτιάχνουν τη συμβίωση προορισμός
είν’ επί γης αυτός του Έλληνα του ανεμοδαρμένου
με περηφάνεια προχωράει περισσή
η αιωνιότητα του χάραξε το δρόμο
Γιάννης Κ. Κοσμίδης
Μαΐστρος, Αλεξανδρούπολη