
Ο Θουκυδίδης ήτανε του Όλορου ο γιος,
και της Ηγησιπόλης μοναδικός βλαστός.
Κατάγονταν από γενιά βασιλική, της Θράκης,
γόνος πράγματι ευγενών. Ήτανε ολιγάρχης.
Ο πατέρας του, ο Όλορος είχε χρυσωρυχεία*
κι ανήκε ιδεολογικά, στη ντόπια ολιγαρχία.
Όταν κάποτε βρέθηκε, στο Δήμο Αλιμούντα**
εκεί εγκαταστάθηκε, κι είχε δουλειές …με φούντα!
Σ’ αυτόν, λεν, πως γεννήθηκε τον τόπο, ο Θουκυδίδης
και σαν πολίτης Αθηνών, έγινε ευπατρίδης.
Στα χρόνια ήταν του Περικλή και του σοφού Σωκράτη,
του μέγιστου φιλόσοφου, και όχι …φαυλοκράτη.
Αλλά επηρεάστηκε, απ’ τον Αναξαγόρα,
τον υλιστή φιλόσοφο, άντρα για άλλα …«φόρα».
Κι όμως έγινε στρατηγός, και στην Αμφίπολη πάει,
ενάντια στον Λάκωνα, Βρασίδα, να τον …φάει!
Αφού δεν τα κατάφερε, την πόλη να γλιτώσει,
μόνος του εξορίστηκε, τη φήμη του να σώσει.
Πήγε στην Ύλη τη Σκαπτή, εκεί στα κτήματά του,
την ιστορία του έγραψε, τα απομνημονεύματά του.
Έγραψε για τον πόλεμο, Αθηνών κατά Σπάρτης,
ως αγώνα επικράτησης κι αυτού δεν ήταν λάτρης.
Και λεν, πως τωόντι έγραψε, πραγματική ιστορία,
χωρίς μύθους κι υπερβολές κι επέμβαση απ’ τα θεία!
Κι έτσι αναγνωρίστηκε, μέγας ιστορικός,
και το έργο του ήταν ο πόλεμος, ο Πελοποννησιακός.
Ο πόλεμος ανάμεσα, σε φύλα ελληνικά,
που χρόνους πολλούς εκράτησε, και με πολλά κακά.
* Στη Σκαπτή Ύλη του Παγγαίου.
** Στη σημερινή ‘Αλιμο
Αθ. Παπατριανταφύλλου