
Ακόμη πριν καν γεννηθεί, προτού δει τη μορφή του,
έχει αγωνία ο γονιός. – Πώς θα ‘ναι το παιδί του;
Γεννήθηκε; Αρχίζουνε τα πώς και τα γιατί;
– Πώς είναι στην υγεία του; Τι κάνει το παιδί;
Αρχίζει η κόρη το σχολειό κι ο γιος ακολουθά.
Πάλι αγωνία ο γονιός. – Πώς πάνε τα παιδιά;
Τέλειωσαν την εκπαίδευση. Αρχίζει η βιοπάλη.
Πού θα δουλέψουν τα παιδιά; Να η αγωνία πάλι!
Μεγάλωσαν πια τα παιδιά. Καιρός να παντρευτούνε.
Ποια θα ‘ναι η νύφη, ο γαμπρός; Πώς, άραγε, θα ζούνε;
Ήρθε η ώρα κι έγιναν και τα παιδιά γονείς.
Αυτά ρωτάνε τώρα πια. – Παιδί μου, που πονείς;
Κι όμως! Και πάλι ο γονιός, που ‘γινε πια παππούς,
ανησυχεί κι αγωνιά, γι’ αγγόνια και για γιους.
Κι αν τον ρωτήσεις κάποτε. – Πώς νιώθεις για τ’αγγόνια;
για των παιδιών σου τα παιδιά, μετά από τόσα χρόνια;
Σου απαντά περήφανα, μ’ αγάπη και καμάρι.
Πως, των παιδιών του τα παιδιά έχουν… μιαν άλλη χάρη.
Αθ. Παπατριανταφύλλου