Α’ Μέρος

Γενική Ιστορική Ανασκόπηση
- Επιχειρώντας, να προσδιορίσουμε σήμερα γεωγραφικά, τα όρια, του εναπομείναντος, αδούλωτου χώρου, μέσα στην προϋπήρξασα απεραντοσύνη αυτού, στον οποίο έδρασε, επί χιλιετηρίδες, ο ελληνισμός, αναφερόμαστε: Στα νότια όρια αυτού, που είναι η Νότια Πελοπόννησος, τα Κύθηρα και η Κρήτη. Στα βόρεια όρια αυτού, που είναι η Ήπειρος και Μακεδονία. Στα ανατολικά όρια, που είναι ένα μέρος της όλης Θράκης και το Βόρειο Αιγαίο, στα δυτικά όρια, αυτού, που είναι το Ιόνιο πέλαγος.
- Η Κύπρος, κόντρα στις τουρκικές πομφολύγες, για «Γαλάζια Πατρίδα» βρίσκεται εκεί, στην Ανατολική Μεσόγειο και αποτελεί, επί χιλιετηρίδες, τις προφυλακές μάχης, σύμπαντος του ελληνισμού. Οι οποιοσδήποτε τζιχαντιστικές και ισλαμοφασιστικές, δόλιες και ύπουλες συζητήσεις και μεθοδεύσεις για σύναψη Τουρκοσυριακού συμφώνου, όπου η ΑΟΖ Κύπρου και Ελλάδας, θα έχει καταποντιστεί, θα βρεθούν προ της ισχυρής και μαχητικές θέσης του απανταχού ελληνισμού. Φτάνει πια, όχι άλλες υποχωρήσεις στους υποκριτές και δόλιους Συμμάχους μας και στις κάθε μορφής διεθνείς θεραπαινίδες, που υποκλίνονται και γονατίζουν στον Τούρκο. Ας προσέξει επίσης ο κάθε «AL Collani» (Αχμέτ Αλ Σάρα) της Συρίας και ας αφήσει τους ασπασμούς και εναγκαλισμούς, με τους Τούρκους. Το φάντασμα της σκλαβωμένης και τουρκοπατημένης Συριακής «ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΤΤΑΣ», που το 1939 παρά την μειοψηφία των Τούρκων, έγινε Τουρκική, θα τους καταδιώκει. Ας προσέξουν και πάλι για να μην ακολουθήσουν, τον δρόμο της Αλεξανδρέττας και άλλες περιοχές της Συρίας, μη εξαιρούμενης ακόμη και αυτή της πρωτεύουσας Δαμασκού, όπως τόνισε ο τούρκος πρόεδρος. Ας προσέξουν ακόμη μήπως από ήρωες που λανσάρουν σήμερα, αύριο, χαρακτηρισθούν προδότες της Συριακής πατρίδας τους. Οι Τούρκοι, όπως στο παρελθόν, οραματίζονται, μια Συρία, δεμένη πισθάγκωνα κάτω από τον ισλαμοφασιστικό μανδύα τους. Πρώτος στόχος τους είναι οι Κούρδοι της Συρίας και μετά έρχεται η σειρά κάποιων άλλων, αν δεν αφυπνιστούν, οι εθελοτυφλούντες αρμόδιοι.
- Ελληνισμός και Κύπρος
Η εμφάνιση της Κύπρου στο προσκήνιο της προϊστορίας, ανάγεται στην

6η χιλιετηρίδα π.Χ. Η εποχή του χαλκού αρχίζει από τις αρχές της 3ης χιλιετηρίδας π.Χ. Μυκηναίοι έμποροι προσελκύονταν, από την αφθονία του Κυπριακού χαλκού και κατευθυνόταν προς την μεγαλόνησο. Αναμνήσεις από τους αρχαίους εκείνους αποικισμούς, έμειναν στη μνήμη των μεταγενέστερων με τις ονομασίες «Αχαιών Ακτή» και «Αχαιομάντεις». Οι Έλληνες αρχηγοί, οι οποίοι ίδρυσαν, στη συνέχεια πολλές αποικίες στην Κύπρο ήταν: Ο Τεύκρος αδελφός του Αίαντα, ο οποίος καταγόταν από τη Σαλαμίνα, ίδρυσε πόλη με το ίδιο όνομα (Σαλαμίνα), τα ερείπια της οποίας, σήμερα, μολύνονται από τους Τούρκους κατακτητές. Ο Αγαπήνορ, από την Αρκαδία, ο οποίος ίδρυσε την Πάφο. Ο Χαλκάνωρος, ο οποίος ίδρυσε, στο κέντρο της Κύπρου το Ιδάλια. Ο Πράξανδρος από την Λακωνία, ο οποίος ίδρυσε τη Λάπηθο, στις βόρειες ακτές της Κύπρου κλπ. Ο Ηρόδοτος αναφέρει, ότι κάτοικοι της Κύπρου, ήταν Αθηναίοι, Αργείοι, Αρκάδες, Σαλαμίνιοι, Λάκωνες κλπ. Έτσι, τόσο οι ιστορικές πηγές όσο και οι μυθικές παραδόσεις, εδραιώνουν την άποψη της μεγάλης εγκατάστασης των Ελλήνων στην Κύπρο, από πάρα πολλά μέρη της Ελλάδας και σε χρονική περίοδο, δύο περίπου χιλιετηρίδων. Μεταξύ των μεταναστών Ελλήνων και των αυτόχθονων Κυπρίων (Ετεοκυπρίων), δεν υπήρξε καμία διαμάχη, αλλά αρμονική συνύπαρξη και βαθμιαία συγχώνευση, όπου το ελληνικό στοιχείο, ως δυναμικότερο, επεκράτησε, στο αμάλγαμα, Ετεοκυπρίων και Ελλήνων.
- Διείσδυση των Φοινίκων
Μετά, από μία και πλέον χιλιετηρίδα από της αποικήσεως της Κύπρου, από τους Έλληνες, περί τα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ., εγκαθίστανται στην Κύπρο Φοίνικες άποικοι. Οι Φοίνικες δεν επιδιώκουν τον αποικισμό της Νήσου και δεν αντιμετωπίζουν, εχθρικά τους Έλληνες. Όταν όμως η Κύπρος, θα υποκύψει στους Ασσυρίους, στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., στους Αιγυπτίους το 560 π.Χ. και στους Πέρσες το 545 π.Χ., οι Φοίνικες πάντα τάσσονται, με το μέρος των κατακτητών, για να εδραιώσουν τη θέση τους και να εισχωρήσουν στο εσωτερικό της Κύπρου.
Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., υπήρχαν στην Κύπρο δέκα βασίλεια, με επικρατέστερο αυτός της Σαλαμίνας. Επί όλων των κατακτήσεων, τα βασίλεια αυτά, φόρου υποτελή, διατηρούσαν εν μέρει την αυτονομία τους. Ο Δαρείος όμως, θέλοντας να επιβάλει, κάποια μόνιμη τάξη στις σχέσεις Κύπρου με την υπόλοιπη Αυτοκρατορία την κατέταξε στην πέμπτη Σατραπεία μαζί με την Φοινίκη και Παλαιστίνη, με φόρο υποτέλειας. Αυτό προκάλεσε δυσαρέσκεια, μεταξύ των Κυπρίων και άρχισε να καλλιεργείται στην Κύπρο πνεύμα αντιστάσεως, εναντίον της Περσικής καταπιέσεως. Μερικοί καιροσκόποι βασιλείς, ακολούθησαν φιλοπερσική πολιτική, καθώς και οι Φοίνικες. Έτσι, μ’ όλο που η ελληνική καταγωγή και ο ελληνικός τρόπος ζωής, αποτελούσε κοινό κτήμα όλων των Κυπρίων, ο διχασμός ήταν αναπόφευκτος. Το ίδιο συνέβει και τον 20ο αιώνα, οι Τουρκοκύπριοι στο ρόλο των Φοινίκων και η Τουρκία στον ρόλο της Περσίας.
- Κυπριακή Επανάσταση

Το 499-8, όταν έπνευσε, στην Ιωνία (παράλια Μ. Ασίας), ο άνεμος της Ελευθερίας, οι Κύπριοι συσπειρώθηκαν, γύρω από τον Σαλαμίνιο Βασιλέα Ονήσιλο και κήρυξαν την επανάσταση κατά των Περσών (όπως το 1955 η ΕΟΚΑ, κατά των Άγγλων). Ο Ονήσιλος ζήτησε τη βοήθεια των αδελφών Ελλήνων Ιώνων. Στη θάλασσα οι Πέρσες ηττήθηκαν. Επικράτησαν όμως στην ξηρά, λόγω και της αυτομόλησης κάποιων (Στησήνωρ), στους Πέρσες, με τα πολεμικά άρματα των Σαλαμίνιων και η μάχη χάθηκε. Οι Πέρσες, έπληξαν αμείλικτα τα Κυπριακά βασίλεια. Έτσι, οι Κύπριοι, όπως γράφει ο Ηρόδοτος, μετά ένα χρόνο ανεξαρτησίας, «υποδουλώθηκαν και πάλι στους Πέρσες». Ο Δαρείος αντικατέστησε, όλους τους βασιλείς με φιλοπερσικά και φοινικά στοιχεία, τα οποία με 150 πλοία, εξαναγκάστηκαν να βοηθήσουν τον Ξέρξη (υιό του Δαρείου), εναντίον των Ελλήνων το 480 π.Χ. (Θερμοπύλες, Σαλαμίνα, Πλαταιές, Μυκάλη 479 π.Χ.). Ο σπόρος όμως τον οποίο έσπειρε, στο πεδίο μάχης της Κυπριακής Σαλαμίνας, ο Ονήσιλος, είχε βαθιές ρίζες στον ελληνισμό και δεν επρόκειτο να κατασιγάσουν την επαναστατική διάθεση των Κυπρίων για ελευθερία. Οι ελπίδες τους αναπτερώθηκαν μετά την συντριπτική ήττα των Περσών το 480 π.Χ. Και οι Έλληνες όμως, δεν λησμόνησαν ποτέ, την Κύπρο, προπύργιο του ελληνισμού, η οποία έπρεπε και αυτή το δώρο της Ελευθερίας να απολαύσει.
- Ελληνική εκστρατεία στην Κύπρο κατά των Περσών
Οι Έλληνες, μετά τις νίκες τους, κατά των Περσών, στην Σαλαμίνα (ελληνική) και Πλαταιές, το 480 π.Χ., θέλησαν να ελευθερώσουν τις ελληνικές πόλεις των παραλίων της Μ. Ασίας και την Κύπρο και να εξαλείψουν τους περσικούς θύλακες στην ηπειρωτική Ελλάδα (Ηίονα Δραβίσκου και Βυζαντίου). Για λόγους στρατηγικούς, προτεραιότητα δόθηκε στην Κύπρο, η οποία αποτελούσε, το ορμητήριο του στόλου των Περσών και των Φοινίκων. Το 478 π.Χ., με αρχηγό τον νικητή των Πλαταιών Παυσανία και τον Αθηναίο Αριστείδη, ο σπαρτιατικός και αθηναϊκός στόλος απέπλευσαν για την Κύπρο, αφού πανελλήνια απόφαση της Δήλου ήταν, να ελευθερωθεί η Κύπρος.
Δεν είναι γνωστές οι ενέργειες του Παυσανία, ούτε τι απέγινε, μετά την αναχώρηση του (ανάκληση του από Σπάρτη). Οι Έλληνες, ωστόσο δεν είχαν εγκαταλείψει το πάγιο σχέδιο τους, να απελευθερώσουν την Κύπρο. Οι Αθηναίοι τότε, το 449 π.Χ., έστειλαν τον στρατηγό Κίμωνα, με 200 πλοία, στην Κύπρο, ο οποίος πολιόρκησε το Κίτιο, που είχε φοινικικό πληθυσμό και είχε λάβει ισχυρές περσικές ενισχύσεις. Οι Κίμων πέθανε κατά την πολιορκία, ενώ στη θάλασσα ο στόλος του νίκησε τους Πέρσες. Στην ξηρά, οι Έλληνες Αθηναίοι, δεν μπόρεσαν να επικρατήσουν, για τον λόγο αυτό σύναψαν ειρήνη με τους Πέρσες. Ο Πελοποννησιακός πόλεμος 431-404 π.Χ., προκάλεσε τόσα δεινά, διαίρεσε τους Έλληνες και έτσι δεν μπόρεσαν να αναλάβουν πανελληνίους αγώνες, όπως πρότερα, κατά των Περσών και η Κύπρος συνεχιζόταν να κατέχεται υπό των Περσών.
Τότε όμως εμφανίζεται ο Ευαγόρας, ο οποίος ακολούθησε το παράδειγμα του Ονήσιλου. Ο στόλος των Αθηναίων υπό τον Κόνωνα και των Κυπρίων υπό τον Ευαγόρα, το 391 π.Χ. νίκησαν τους Πέρσες στην Κνίδο της Μ. Ασίας. Ο αγώνας εναντίον των Περσών και των Φοινίκων παρά το ότι κράτησε πολύ, δεν κατέληξε στην πολυπόθητη ένωση όλων των Κυπρίων υπό έναν πανελλήνιο πολιτικό (Ευαγόρα), καθώς και την απομάκρυνση των Περσών. Το 387 π.Χ., μεταξύ Σπάρτης και Περσών, υπογράφεται η Ανταλκίδειος Ειρήνη, η οποία διευκόλυνε τη διαίρεση και αυτονομία, όπως το ήθελε η Περσία. Από την Σπάρτη, αναγνωρίστηκε η Περσική επιρροή στη Κύπρο και ο Ευαγόρας δεν μπορούσε να εξασφαλίσει βοήθεια από την Αθήνα και συνέχισε να αγωνίζεται μόνος του για να υπερασπίσει τον ελληνισμό της Κύπρου, μέχρι το 374 π.Χ., οπότε και δολοφονήθηκε.

- Ο Μέγας Αλέξανδρος το 333 π.Χ. ελευθερώνει την Κύπρο
Επί 53 χρόνια, συνέχισαν να αγωνίζονται οι διάδοχοι του Ευαγόρα για να απαλλαγούν από την Περσική τυραννία, χωρίς θετικό αποτέλεσμα. Επί Μεγάλου Αλεξάνδρου, μετά τη μάχη της Ισσού το 333 π.Χ., η Κύπρος επιτέλους απελευθερώνεται οριστικά από τους Πέρσες και Φοίνικες. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Κύπρος, στην περίοδο των διαδόχων αυτού, τάχθηκε με τους Πτολεμαίους μέχρι το 58 π.Χ., οπότε κυριεύθηκε από τους Ρωμαίους, διατηρούσε όμως τον ελληνισμό της ακμαιότατο. Με τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η Κύπρος περιήλθε στο ανατολικό τμήμα αυτής (Βυζαντινή Αυτοκρατορία) και το 649 μ.Χ., καταλήφθηκε από τους Άραβες.
Η καθόλου βυζαντινή περίοδος της Κύπρου αρχίζει από το 965 μ.Χ. Το 1191 μ.Χ. αποσπάστηκε από τον εθνικό κορμό, από τους σταυροφόρους της 3ης Σταυροφορίας. Από τότε πέρασε διαδοχικά στην κυριαρχία του Οίκου Λουζινιάν και ύστερα της Βενετίας.
- Τουρκοκρατία στην Κύπρο
Το 1571, την κατέλαβαν οι Τούρκοι. Η Αμμόχωστος αμύνθηκε ηρωικά και παραδόθηκε στους Τούρκους κατόπιν Συμφωνίας. Οι Τούρκοι ως συνήθως (1974), παρασπουδίσαντες, έπνιξαν στο αίμα, όλη την Κύπρο. Η συμμετοχή των Κυπρίων Φιλικών, στην επανάσταση του 1821, είχε ως αποτέλεσμα την 9η Ιουλίου 1821, οι Τούρκοι να προβούν σε σφαγές, οι οποίες κράτησαν 30 ημέρες και επαναλήφθησαν το 1827, μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου.
Μετά την άφιξη του Καποδίστρια στην Ελλάδα, οι Κύπριοι του ζήτησαν να επιδιώξει την αναγνώριση της Κύπρου, ως τμήματος του υπό δημιουργία Ελληνικού κράτους. Οι προσπάθειες αυτές συνεχίστηκαν μέχρι το 1830 άνευ αποτελέσματος.
- Αγγλοκρατία στην Κύπρο
Το 1878, οι Τούρκοι παραχώρησαν την Κύπρο, έναντι ενοικίου 92.800 στερλινών ετησίως, στην Αγγλία, καθ’ όσον με την παρέμβαση του Αγγλικού Στόλου, ανακόπηκε η κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους εγγύς αυτής, ευρισκόμενους Ρώσους, κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877-1878. Σε όλη τη διάρκεια της Βρετανικής κατοχής, οι Κύπριοι δεν έπαψαν ποτέ να επιδιώκουν την ένωση με την πατρίδα Ελλάδα.
Στο ξέσπασμα, του ατυχούς ελληνοτουρκικού, το 1897, 6.000 Κύπριοι έσπευσαν να καταταγούν στον Ελληνικό Στρατό.
Το 1912-1913, η έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων, αναζωπύρωσε τους πόθους των Κυπρίων για ένωση. Τότε νέο κύμα εθελοντών από την Κύπρο, πλημμύρισε τη Μητέρα Πατρίδα. Ωστόσο, οι Βρετανοί δεν σεβάστηκαν τα αισθήματα των Κυπρίων, αλλά το 1914 προσάρτησαν επίσημα την Κύπρο στην κτήση του Στέμματος.
Η λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο πολέμησαν 11.000 Κύπριοι υπέρ της ΑΝΤΑΝΤ, επανέφερε το ζήτημα της Ένωσης το 1915, στην Ελλάδα. Η Βρετανία έθεσε ως όρο για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, να παραχωρηθεί στη Βουλγαρία η περιοχή της Καβάλας, προκειμένου η Βουλγαρία να ταχθεί με τη Συμμαχία της ΑΝΤΑΝΤ. Οι Κύπριοι παράλληλα στράφηκαν προς την ελληνική κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου άλλα έκρουσαν θύρες κλειστές.
Τον Οκτώβριο του 1931, ο λαός της Λευκωσίας εξεγέρθηκε, ανοικτά κατά των κατοχικών δυνάμεων. Ακολούθησαν φονικές συγκρούσεις, άοπλων Κυπρίων και στρατευμάτων κατοχής, με δεκάδες νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες Κυπρίους. Οι ηγέτες της εξέγερσης, με πρώτο τον Μητροπολίτη Κιτίου εξορίστηκαν. Ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, αρνήθηκε να στηρίξει έστω και φραστικά την κυπριακή εξέγερση.
Ακολουθεί μέχρι το 1940, μια περίοδος άγριας καταπίεσης των Κυπρίων από τους Βρετανούς, η οποία διακόπτεται μετά από την σθεναρά και ηρωική αντίσταση της Ελλάδος κατά του άξονα. Τότε οι Βρετανοί θυμήθηκαν τους Κυπρίους, οι οποίοι έσπευσαν να πολεμήσουν στο πλευρό τους. Σε ηλικία 6 ετών, θυμάμαι, σαν να το ζω τώρα, τους δύο στρατιώτες, του εκστρατευτικού Σώματος της Αγγλίας, οι οποίοι μιλούσαν ελληνικά, διότι ήταν Κύπριοι, οι οποίοι είχαν αποκοπεί και δεν είχαν διαφύγει στη Μέση Ανατολή από το λιμάνι της Καλαμάτας, η οποία μετά από σκληρές και φονικές μάχες, στις 28 Απριλίου 1941, κατελήφθηκε από τους Γερμανούς. Οι Κύπριοι αυτοί κρυπτόμενοι και τροφοδοτούμενοι από τους κατοίκους του χωριού Βέργα (γενέτειρα μου), αργότερα διέφυγαν.
Μετά την κατάληψη της Κρήτης, τον Μάιο του 1941, από τους Γερμανούς, η Ελληνική Κυβέρνηση Τσουδερού και ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’, ζήτησαν από τον Τσώρτσιλ, να επιτρέψει την εγκατάστασή τους στην Κύπρο και να προχωρήσει στην παραχώρηση του νησιού στην Ελλάδα, κίνηση καλής θέλησης και αναγνώρισης της προσφοράς της Ελλάδας στον κοινό συμμαχικό αγώνα, όπου ο Τσώρτσιλ έλεγε «Μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες, τώρα θε λέμε ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».

Όταν τελείωσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Βρετανοί «σύμμαχοι», για την Κύπρο τήρησαν σιγή ιχθύος. Δεν υπήρχε πλέον άλλη λύση, από τους τόσους εμπαιγμούς και προδοσίες, παρά μόνο η ένοπλη διεκδίκηση της Ελευθερίας της Κύπρου.
Ακολουθεί Β’ Μέρος
Παν. Χόχολης
Αντιστράτηγος ε.α.
Επίτιμος Διοικητής
Ανωτάτης Σχολής Πολέμου