- Του Παναγιώτη Κουσίδη

Ενώ ακόμα η Γκίλφοϊλ Κίμπερλι, πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, δεν έχει ακόμα εγκατασταθεί στην Πρεσβεία των ΗΠΑ της Αθήνας, Ο Τομ Μπαράκ, νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία δέχεται προειδοποιήσεις και κριτικές ότι έχει ταυτιστεί με την ατζέντα του κράτους υποδοχής και με τα τουρκικά συμφέροντα.
Ο πρώην σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου (Ντόναλντ Τραμπ) Τζον Μπόλτονπροειδοποίησε τον Τομ Μπαράκ, πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Τουρκία και ειδικό απεσταλμένο της Ουάσινγκτον στη Συρία, να μη ταυτιστεί με την Άγκυρα. Σε άρθρο του στο Independent Arabia, o Tζον Μπόλτον αναφέρει ότι είναι απαραίτητο να προειδοποιηθεί ο πρέσβης Τομ Μπαράκ για τα συμπτώματα που εμφανίζει, καθώς τόσο εκείνος, όσο και ο Λευκός Οίκος έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους μέχρι να κατανοήσουν τις πολυπλοκότητες της περιοχής.
Το άρθρο του πρώην συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Τραμπ
Η αμερικανική διοίκηση φαίνεται να επικεντρώνεται στην ικανοποίηση των τουρκικών και συριακών προτεραιοτήτων, σε βάρος των ιδίων συμφερόντων των ΗΠΑ. Η νέα κυβέρνηση της Συρίας οφείλει να ανοίξει πλήρως τα αρχεία του καθεστώτος Άσαντ σε θέματα όπως οι ξένοι όμηροι και τα προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής. Αναμφίβολα, η αποκάλυψη όλων των συμφωνιών του Άσαντ με τη Χεζμπολάχ θα αποτελέσει πολύτιμο υλικό.
Πριν μερικές μέρες, ο Αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία μίλησε για «αποκλιμάκωση και διάλογο» στη Συρία. Την επόμενη μέρα, όμως, οι αμερικανικές ειδικές δυνάμεις εξαπέλυσαν επίθεση κοντά στο Χαλέπι, σκοτώνοντας ανώτατο ηγετικό στέλεχος του ISIS. Η αντίφαση αυτή αποτυπώνει την πολυπλοκότητα του συριακού μέλλοντοςκαι τα διεθνή διακυβεύματα που το συνοδεύουν. Από τη στιγμή που το Ισραήλ αντιλαμβάνεται τα βόρεια σύνορά του με Συρία και Λίβανο ως ενιαίο μέτωπο που απαιτεί συντονισμένη άμυνα, οι απειλές από τον Λίβανο συνδέονται στενά με τις συριακές – και ευρύτερα με την ιρανική αποσταθεροποιητική δράση στη Μέση Ανατολή.
Η πτώση του απολυταρχικού καθεστώτος Άσαντ στις 8 Δεκεμβρίου, σε συνδυασμό με τις βαριές απώλειες της Χεζμπολάχ και της Χαμάς, αλλά και τα πλήγματα κατά των ιρανικών πυρηνικών και πυραυλικών προγραμμάτων, συνιστούν θεμελιώδη μεταβολή του περιφερειακού «συσχετισμού δυνάμεων», κατά την παλαιά σοβιετική ορολογία. Η κατάρρευση της ιρανικής στρατηγικής του «δακτυλίου φωτιάς» κατά του Ισραήλ δείχνει ότι η Τεχεράνη δεν είναι πλέον η μόνη κυρίαρχη πηγή απειλής.
Με την αποδυνάμωση της ιρανικής επιρροής στη Συρία, η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερνογάν αναδείχθηκε σε κύριο παράγοντα ήδη από την εποχή της Αραβικής Άνοιξης, απειλώντας σοβαρά το καθεστώς Άσαντ. Κατά τη διάρκεια του συριακού εμφυλίου, ο Ερντογάν υποστήριξε διάφορες αντάρτικές ομάδες. Ελπίζοντας να εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς των Αδελφών Μουσουλμάνων στη Δαμασκό – υπό τουρκικό έλεγχο, ανεξάρτητο από την Τεχεράνη.
Αν και η HTS (πρώην Μέτωπο αλ-Νούσρα, παρακλάδι Αλ Κάιντα) δεν ήταν η ιδανική επιλογή για τον Ερντογάν, την θεώρησε προτιμότερη από την απουσία εναλλακτικής. Έτσι, σε συνεργασία με τον ηγέτη της HTS, Αμπού Μοχάμαντ αλ-Τζουλάνι, εκμεταλλεύτηκε το τέλος του 2024 να ρίξει τον Άσαντ, επωφελούμενος από τη ρωσική εμπλοκή στην Ουκρανία και την ιρανική αναστάτωση στη Μέση Ανατολή. Χωρίς τουρκική υποστήριξη, η HTS δεν θα είχε ανατρέψει τον Άσαντ. Ωστόσο, παρά την αποδυνάμωση της Ρωσίας και την απομάκρυνση του Ιράν από τη Συρία, η τύχη του νέου καθεστώτος της HTS παραμένει αβέβαιη: θα υλοποιήσει ο Ερντογάν το σχέδιό του ή θα επιστρέψει η HTS στην τρομοκρατική της φύση; Κανείς δεν γνωρίζει. Η επανένταξη πρώην τζιχαντιστών στον νέο συριακό στρατό γεννά ανησυχίες. Το τελευταίο που χρειάζεται η ευαίσθητη περιοχή είναι μια νέα Οθωμανική Αυτοκρατορία – ή, ακόμα χειρότερα, ένα «Αφγανιστάν στις ακτές της Μεσογείου» με ευθύνη της Τουρκίας.
Πέραν τούτου ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία Τόμας Μπαράκ ελέγχεται επίσης γιατί άσκησε κριτική στο Ισραήλ για τις επιθέσεις του εναντίον στρατιωτικών κέντρων διοίκησης στη Δαμασκό, εμπίπτοντας στον πυρήνα του «ταυτίζομαι με την ατζέντα του κράτους υποδοχής», δηλαδή με την Τουρκία.