Η άγνωστη σύγκρουση του Ιεράρχη με τον Βούλγαρο Στρατηγό Βέλτσεφ – Μία αποκαλυπτική Ρωσική έκθεση για τις Βουλγαρικές θηριωδίες στην Θράκη

Ο Μητροπολίτης Πολύκαρπος, υπήρξε μια σημαντική αγωνιστική μορφή του Ελληνισμού της Θράκης. Συνέδεσε το όνομά του με άρρηκτους ιστορικούς δεσμούς με την Αδριανούπολη και την Νέα Ορεστιάδα, τις οποίες ποίμανε σε χαλεπούς καιρούς.
Ο Πέτρος Βαρβάκης, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε στα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας στις 27 Ιουλίου 1862. Υπήρξε απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης το 1887. Στις 19 Δεκεμβρίου 1893 προήχθη σε Μέγα Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στις 6 Ιουνίου 1894 χειροτονήθηκε στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως τιτουλάριος Επίσκοπος Λεύκης, Βοηθός Επίσκοπος της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως και Αρχιερατικός Προϊστάμενος της Ιεράς Μονής Ζωοδόχου Πηγής Μπαλουκλή. Στις 21 Οκτωβρίου 1900 εξελέγη Μητροπολίτης Ελασσόνας. Αργότερα στις 12 Αυγούστου 1910 εξελέγη Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως. Με την υποχρεωτική εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον Ελληνικό πληθυσμό το 1922 μετέφερε την έδρα της Μητρόπολης στα Κάραγατς. Το 1923 με τη συνθήκη της Λωζάνης, οι Καραγατσιανοί μεταφέρθηκαν στην ελληνική επικράτεια αναζητώντας νέα πατρίδα και ίδρυσαν τη Νέα Ορεστιάδα. Το 1924 ανατέθηκε στον Πολύκαρπο η διαποίμανση της προσωρινής Μητροπόλεως Νέας Ορεστιάδας με τον τίτλο “Αδριανουπόλεως και Νέας Ορεστιάδας”. Στις 12 Φεβρουαρίου 1931 εξελέγη Μητροπολίτης Χίου. Στις 28 Νοεμβρίου 1933 παραιτήθηκε. Απεδήμησε εις Κύριον στις 5 Φεβρουαρίου 1945.
Αυτή με λίγα λόγια ήταν η ιστορική διαδρομή του Πολύκαρπου, ο οποίος σε πάμπολλες κρίσιμες στιγμές του Ελληνισμού στάθηκε μπροστάρης και ακατάβλητος αγωνιστής. Στο προαύλιο του ιερού ναού των Αγίων Θεοδώρων της Νέας Ορεστιάδας, υπάρχει σήμερα η προτομή του. Αλλά και στις καρδιές των Ορεστιαδιτών δεσπόζει η μνήμη του, γιατί υπήρξε από αυτούς που δημιούργησαν αυτή τη νεώτερη πόλη της Ελλάδας, παρά το γεγονός ότι δοκίμασε και πικρίες.
Στην ιστοσελίδα αυτή, πολλές φορές έχουμε αναφερθεί σε περιπτώσεις δράσης του Μητροπολίτη Πολύκαρπου είτε όταν ήταν στην Αδριανούπολη.
Η Βουλγαρική πολιτική το 1913
Σήμερα θα αναφερθούμε σε μια αντιπαράθεση του Μητροπολίτη Πολύκαρπου με τον Βούλγαρο στρατιωτικό διοικητής Αδριανούπολης στρατηγό Βέλτσεφ το 1913. Όπως είναι γνωστό κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο που άρχισε στις 5 Οκτωβρίου 1912, οι Βούλγαροι απώθησαν τους Τούρκους και κατέλαβαν ένα μεγάλο μέρος της Ανατολικής Θράκης, που δεν μπόρεσαν να το κρατήσουν μετά το Β’ Βαλκανικό Πόλεμο. Στο σύντομο όμως αυτό διάστημα, οι Βούλγαροι έδειξαν το σκληρό και αδυσώπητο πρόσωπό τους στον Τουρκικό, τον Ελληνικό και τον Εβραϊκό πληθυσμό. Οι καταγγελίες για θηριωδίες είναι αναρίθμητες.
Με ομόφωνες δηλώσεις τους οι πρόξενοι της Αδριανούπολης, ο Μητροπολίτης, ο Μουφτής και πολλοί άλλοι, συμφωνούσαν ότι ο στρατηγός Βέλτσεφ ήταν «εξαιρετικώς σκαιός και κτηνωδώς αγέρωχος». Ο Βούλγαρος στρατηγός ήταν απόφοιτος της Ρωσικής Στρατιωτικής Ακαδημίας.
Υποστήριζε απροκάλυπτα, ότι η Βουλγαρία δεν είχε καμιά ανάγκη ούτε από τους Έλληνες ούτε από τους Μουσουλμάνους και ότι μόλις της δοθεί η ευκαιρία θα καταστρέψει την ελληνική και την μουσουλμανική συνοικία με όλους τους κατοίκους της!!!
Μια αποκαλυπτική ρωσική έκθεση

Προς τα μέσα Αυγούστου 1913 στην βρετανική εφημερίδα «Νταίηλυ Τέλεγκραφ» δημοσιεύθηκε μια συγκλονιστική ανταπόκριση του συνεργάτη της στην Κωνσταντινούπολη ‘Ασμετ Μπάρτλετ, που βασίζονταν σε μια έκθεση των θηριωδιών, τις οποίες διέπραξαν οι Βούλγαροι κατά του Τουρκικού, του Ελληνικού και το Εβραϊκού πληθυσμού της Θράκης. Η έκθεση αυτή είχε ρωσική προέλευση. Την είχε συντάξει ανώτερος Ρώσος διπλωματικός υπάλληλος κατ’ εντολή της κυβέρνησής του. Για το λόγο αυτό, με βάση του την Κωνσταντινούπολη ερεύνησε επί οκτώ ημέρες και εξακρίβωσε τις κατηγορίες που είχαν διατυπωθεί κατά των Βουλγαρικών στρατευμάτων, στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.
Η σύγκρουση Πολύκαρπου- Βέλτσεφ
Στις 25 Ιουνίου 1913 ο Μητροπολίτης Πολύκαρπος μετέβη στο Διοικητήριο για να ζητήσει να ληφθεί μέριμνα για τον μητροπολίτη Μυρέων (Καβάλας) Αθανάσιο, ο οποίος είχε απαχθεί με άλλους 20 πρόκριτους και είχε μεταφερθεί στην Αδριανούπολη. Αλλά εκεί τους είχαν αναγκάσει να στέκονται όρθιοι στο προαύλιο, ανάμεσα σε άλλους ποινικούς κατάδικους. Στην Αδριανούπολη τους μετέφεραν σιδηροδρομικώς από την Γκιουμουλτζίνα (Κομοτηνή) μέσα σε ένα βαγόνι πετροκάρβουνου, πεινασμένους και διψασμένους! Στο σταθμό του Κάραγατς που τους αποβίβασαν, υπήρχε παραταγμένος βουλγαρικός στρατός και λίγοι Βούλγαροι πολίτες, που άρχισαν να τους φτύνουν και να τους χλευάζουν. Πεζούς κάτω από καυτό ήλιο τους οδήγησαν από το σταθμό του Κάραγατς στην αυλή του Διοικητηρίου της Αδριανούπολης. Τους άφησαν εκεί πέντε μέρες ξαπλωμένους στα χώματα, χωρίς να τους δίνουν σταγόνα νερού.
Έτσι αναγκάσθηκε να παρέμβει ο Μητροπολίτης της Αδριανούπολης Πολύκαρπος προς τον Βούλγαρο στρατηγό.
Ο Πολύκαρπος ζητούσε να πάρει τουλάχιστον τον Μητροπολίτη Αθανάσιο, για να διανυκτερεύσει στη Μητρόπολη.
Ο Βέλτσεφ εξαγριώθηκε και άρχισε να απειλεί ότι θα τουφεκίσει όλους τους Έλληνες πρόκριτους, αρχίζοντας πρώτα από τον ίδιο τον Πολύκαρπο, που δεν εννοούσε όπως έλεγε ο Βούλγαρος, να καθίσει ήσυχος και έδειχνε εχθρότητα προς τους Βουλγάρους.
Ο Πολύκαρπος τόλμησε να δικαιολογηθεί, αλλά τον διέκοψε αγριεμένος ο στρατηγός λέγοντάς του στα Τουρκικά «Σουςςςς!». Δηλαδή «Σκάσε!».
Επί σχεδόν μία ώρα ο Βέλτσεφ επιτιμούσε τον Έλληνα Μητροπολίτη και απειλούσε με θάνατο όλους τους Έλληνες.
Κάποια στιγμή δεν άντεξε ο Πολύκαρπος, ο οποίος τον άκουγε ήρεμος και τον διέκοψε:
-Σφάξτε μας λοιπόν!
-Μη φοβάσαι! Θα σφάξω βέβαια και δεν θα ζητήσω την άδειά σου! Απάντησε ο Βούλγαρος.

Τελικά μόλις και μετά βίας, επετράπη στον Μητροπολίτη Μυρέων Αθανάσιο να αναπαυθεί για λίγες ώρες σε κάποιο δωμάτιο και στους Καβαλιώτες προκρίτους έδωσαν λίγο νερό να πιούν. Από την Αδριανούπολη τους φόρτωσαν σε ένα ρυπαρό βαγόνι με κοπριές αλόγων και τους οδήγησαν στο εσωτερικό της Βουλγαρίας.
Ο Ρώσος διπλωματικός υπάλληλος εξηγούσε στην έκθεσή του ότι όλοι Βούλγαροι, από τον αρχιστράτηγο έως τον τελευταίο στρατιώτη έλεγαν συνεχώς, ότι η Οντρίν (Αδριανούπολη) κυριεύθηκε με τα όπλα μας και με τη θυσία του αίματος και της ζωής των Βουλγάρων. Επομένως οι περιουσίες και η ζωή των κατοίκων της, ανήκουν σε μας. Έχουμε το δικαίωμα να τους κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Οι απειλητικές αυτές διαθέσεις των Βουλγάρων προκαλούσαν σοβαρότατες ανησυχίες και στον πληθυσμό και στους προξένους των ξένων κρατών. Οι πρόξενοι μάλιστα είχαν τηλεγραφήσει στη Σόφια ζητώντας τη βοήθεια των αντίστοιχων πρεσβειών τους. Ειδικά μάλιστα ο Ρώσος πρόξενος Γιακίμωφ και ο Γάλλος συνάδελφός του Κυναί, επισκέφθηκαν τον Βέλτσεφ και τον συμβούλευσαν εν ονόματι των κυβερνήσεών τους, να μην κακοποιεί ο στρατός του, τους κατοίκους είτε Έλληνες είτε Τούρκους.
Ο άκαμπτος στρατηγός απάντησε με ιταμότητα:
-Τι δικαίωμα έχετε εσείς να αναμιγνύεστε στις υποθέσεις μας; Είναι υπήκοοί σας;
-Όχι, απάντησε ο Κυναί. Δεν είναι υπήκοοί μας, αλλά είναι ακόμα Οθωμανοί υπήκοοι.
Ο Γιακίμωφ παρατήρησε ότι εκτελούσε εντολή της κυβέρνησής του και ότι είναι περιττή κάθε άλλη συζήτηση. Μετά από αυτό οι πρόξενοι αποχώρησαν άπρακτοι. Αυτό ήταν το πνεύμα που επικρατούσε τις μέρες εκείνες στην Αδριανούπολη.
Εκείνο το διάστημα μια επιτροπή υπό τον Ρεσίντ Σεφκέτ Μπέη πήγε στο Λονδίνο και σε άλλες πρωτεύουσες της Ευρώπης για να εκθέσει εκ μέρους των Μουσουλμάνων, των Ελλήνων και των Εβραίων της Αδριανούπολης, την θλιβερή κατάσταση της περιοχής τους. Στη βρετανική πρωτεύουσα, εξέδωσαν ανακοίνωση τονίζοντας μεταξύ άλλων για τη Θράκη υπό Βουλγαρική κατοχή:
«Δεν υπάρχει πλέον μία καλύβη, έν χωρίον, το οποίον να μην μετετράπη εις τέφραν».
Οι εφημερίδες αναφερόμενες στην έκθεση του Ρώσου διπλωματικού υπαλλήλου επισήμαναν ότι «αι γυναίκες της Αδριανουπόλεως υπέστησαν αφάνταστα μαρτύρια, Μωαμεθανίδες, Ελληνίδες, Εβραίαι, Αρμενίδες, νέαι και γραίαι, αδιακρίτως τάξεως, εβιάσθησαν και εσφάγησαν. Η έκθεσις τονίζει την κτηνωδίαν και απανθρωπίαν του στρατηγού Βέλτσεφ, διοικητού Αδριανουπόλεως και καταλήγει λέγουσα ότι οι πρόκριτοι Αδριανουπόλεως εν περιπτώσει αποδόσεως της πόλεως εις τους Βουλγάρους θα ζητήσουν παρά της Ρωσίας όπως ειδοποιηθούν εγκαίρως δια να εκπατρισθούν».
Ο Ρώσος διπλωματικός υπάλληλος συνάντησε και τον Μουφτή της Αδριανούπολης, γέροντα σεβάσμιο, ο οποίος του αφηγήθηκε πολλά περιστατικά βουλγαρικών κακουργημάτων, κλαίγοντας.
Παντελής Στεφ. Αθανασιάδης