
- Του Παναγιώτη Κουσίδη
Μετά τις τελευταίες συναντήσεις και εξελίξεις σε διεθνές διμερές και πολυμερές επίπεδο υπάρχουν δύο σενάρια για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία.
Σενάριο 1: Παραχώρηση εδαφών με προστασία και εγγυήσεις ασφαλείας
Η ουκρανική ηγεσία έχει αποδειχθεί ότι δεν έχει την στρατιωτική ισχύ για να επανακτήσει όλα τα χαμένα εδάφη. Ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι άφησε να εννοηθεί ότι θα διαπραγματευτεί για τα εδάφη αλλά μόνο μετά από μια συνθήκη ειρήνης που θα παγώσει τη σημερινή γραμμή μετώπου. Το Κίεβο και οι Ευρωπαίοι ξεκαθαρίζουν ότι δεν θα αναγνωρίσουν ποτέ νομικά τις ρωσικές κατακτήσεις, διότι κάτι τέτοιο θα μετέτρεπε το διεθνές δίκαιο σε «κίνητρο για νέες εισβολές» αντί για αποτρεπτικό. Ωστόσο δείχνουν διατεθειμένοι να ανεχθούν τη de facto ρωσική κατοχή.
Το καλύτερο σενάριο για το Κίεβο είναι να περιοριστεί η Ρωσία σε ό,τι κατέχει -περίπου 20% της Ουκρανίας. Όμως η Μόσχα απαιτεί και την αποχώρηση των ουκρανικών δυνάμεων από τμήματα που δεν έχει καταλάβει, κυρίως από το υπό ουκρανικό έλεγχο τμήμα του Ντονέτσκ. Το κρίσιμο ερώτημα είναι τί θα γίνει με το υπόλοιπο 80% της χώρας. Τελικά η Ε.Ε. θα καταβάλει το τίμημα για την ανασυγκρότηση της υπόλοιπης Ουκρανίας.
Οι Ουκρανοί και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι θέλουν να προστατεύσουν μια ισχυρή στρατιωτική άμυνα και δυτική βοήθεια ασφαλείας. Μια «συμμαχία προθύμων» με επικεφαλής το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία εξετάζει την αποστολή στρατευμάτων για να αποτρέψει μελλοντική ρωσική επίθεση. Οι Ευρωπαίοι ελπίζουν ότι και οι ΗΠΑ θα συμμετάσχουν σε αυτές τις εγγυήσεις ασφαλείας για το μέλλον της Ουκρανίας.
Ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα θύμιζε το τέλος του Πολέμου της Κορέας το 1953, που άφησε τη χερσόνησο διαιρεμένη αλλά τη Νότια Κορέα ασφαλή υπό την αμερικανική προστασία. Για τον Πούτιν, ωστόσο, αυτό θα ισοδυναμούσε με ιστορική αποτυχία: Θα κρατούσε μόνο το 20% της Ουκρανίας, κατεστραμμένο σε μεγάλο βαθμό, ενώ θα έβλεπε το υπόλοιπο να προστατεύεται από δυτικά στρατεύματα.
Σενάριο 2: Παραχώρηση εδαφών με υποταγή

Από το 2022 η Μόσχα ζητά όχι μόνο εδαφικά κέρδη αλλά και περιορισμό του ουκρανικού στρατού, μείωση των δυτικών όπλων, μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και αλλαγές στο πολιτικό σύστημα και στο Σύνταγμα, καθώς και έλεγχο σε θέματα γλώσσας, ιστορίας και ταυτότητας. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ουκρανία δεν είναι μόνο να χάσει τα ανατολικά και νότια εδάφη της, αλλά να μην μπορεί να αντισταθεί σε μια τρίτη εισβολή. Αυτό θα την ανάγκαζε να συμμορφώνεται με τις επιθυμίες της Μόσχας για την ηγεσία της και την πολιτική της στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Ένα τέτοιο σενάριο θα μετέτρεπε την Ουκρανία σε προτεκτοράτο της Ρωσίας -μια ουσιαστική συνθηκολόγηση για μια χώρα που επιδιώκει να εδραιώσει τη δημοκρατία της και να ενταχθεί στη Δύση.
Το μόνο μέσο για να πετύχει ο Πούτιν κάτι τέτοιο είναι το πεδίο της μάχης. Αν τα εδαφικά κέρδη είναι μικρά, ο στόχος της Ρωσίας είναι να φθείρει τον ουκρανικό στρατό και να τον μειώσει, ώστε να φθείρει και τη θέληση της Ουκρανίας να συνεχίσει τον αγώνα.
Μετά από 3,5 χρόνια πολέμου, οι Ουκρανοί στρατιώτες είναι κουρασμένοι και αριθμητικά κατώτεροι, αλλά συνεχίζουν να αντιστέκονται. Ο χαρακτήρας του πολέμου, όπου τα drones κυριαρχούν, ευνοεί την άμυνα. «Δεν βλέπω τον ουκρανικό στρατό να καταρρέει. Αλλά αν η Ουκρανία δεν λύσει τα προβλήματα ενίσχυσης των δυνάμεών της, μπορεί να νικηθεί στο πεδίο της μάχης αλλά θα εξαντληθεί όλο και περισσότερο», λέει ο Michael Kofman, στρατιωτικόw αναλυτής του Carnegie Endowment for International Peace.
Παρότι η Ρωσία διαθέτει υπεροχή σε πληθυσμό, στρατό και πόρους, οι αναλυτές τονίζουν ότι η Ουκρανία έχει αποδειχθεί ευέλικτη και ανθεκτική. Μέχρι στιγμής, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, έχει καταφέρει να παρατείνει την αντίστασή της και να κρατήσει ανοιχτό το τελικό αποτέλεσμα.
Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι, άμεσα ή έμμεσα, σε αυτόν τον πόλεμο, τον μεγαλύτερο μετά τον Β΄Π.Π., είναι εξαντλημένοι και χαμένοι. Γι αυτό επείγει μια ειρηνική λύση.