“Παιδί μου, έχεις σοβαρό πρόβλημα κήλης. Δεν μπορείς να καταταγείς” – “Γιατρέ, εγώ δεν γυρνάω στο χωριό ντροπιασμένος – Ή κατατάσσομαι ή αυτοκτονώ”
Λίγο πριν ο πατέρας μου αποδημήσει εις Κύριον, μου αποκάλυψε ότι είχε παρασημοφορηθεί για τις υπηρεσίες του στο Αλβανικό Μέτωπο.
– Και που είναι τα παράσημά σου, πατέρα; τον ρώτησα.
Καθηλωμένος στο κρεβάτι, με κοίταξε, σήκωσε τους ώμους και απάντησε.
– Δεν τα παρέλαβα ποτέ!
Με δυσκολία, τις λίγες επόμενες ημέρες που έζησε, του απέσπασα μερικά ακόμη λόγια.
Τα παράσημά του βρίσκονταν στην αρμόδια κρατική υπηρεσία και θα μπορούσαμε να τα παραλάβουμε με μια απλή αίτηση.
– Γιατί δεν πήγες να τα παραλάβεις; τον ρώτησα και μου απάντησε, με μια φωνή που δύσκολα έβγαινε πια.
– Μά, τί λες; Να παίρνουν παράσημα εκείνοι που επέζησαν, όταν τόσοι άλλοι έδωσαν και την ίδια τους τη ζωή;
Αλήθεια, πόσοι ήταν εκείνοι που άφησαν την τελευταία τους πνοή στο Μέτωπο;
Πόσοι πότισαν με το αίμα τους τα χώματα της Βορείου Ηπείρου, της Πίνδου, των Οχυρών;
Πόσοι αντίκρυσαν με τα μάτια ολάνοιχτα και φωνάζοντας «Ζήτω η Ελλάς» το εκτελεστικό απόσπασμα;
Πόσοι και πόσες δεν έπεσαν από τις σφαίρες των κατακτητών στους δρόμους των ελληνικών πόλεων, πολεμώντας για την ελευθερία;
Όσο περνούν τα χρόνια και βλέποντας τα παράσημα του πατέρα μου στον τοίχο (τα παραλάβαμε τα παιδιά του μετά θάνατον), αντιλαμβάνομαι πόσο δίκιο είχε, παραμένοντας σιωπηλός, τιμώντας τους νεκρούς συμπολίτες του.
«Απονέμομεν το Μετάλλιον Εξαιρέτων Πράξεων»…
«Απονέμομεν τον χρυσούν σταυρόν» εις τον υπίατρον κ.λπ.
Δεν τα παρέλαβε, διότι εκείνος επέζησε και χιλιάδες άλλοι έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα.
Πώς οριζόταν εκείνο το συναίσθημα; «Συναίσθησις καθήκοντος», νομίζω, και «Συναίσθησις
της πραγματικότητος».
Εκείνα, δηλαδή, τα συναισθήματα που παντελώς λείπουν σήμερα από την πλειονότητα των νεοελλήνων.
Βλέπω σήμερα αξιωματικούς με «πλάκα τα γαλόνια».
Βλέπω πολιτικούς να παραλαμβάνουν «Μεγαλόσταυρους», «Φοίνικες» και άλλα βαριά παράσημα.
Ποια, αλήθεια, αξία, πλην του να τα θαυμάζει κανείς σε κάποια βιτρίνα ή να μεταφέρονται, με βήμα αργόσυρτο, σε κάποιες κηδείες, επάνω σε μαξιλαράκια;
Ποιες είναι σήμερα οι «εξαίρετες πράξεις»; Σε ποια μέτωπα πολεμούν οι παρασημοφορούμενοι;
Θα πείτε πείτε: «Μά, έτσι είναι τα πράγματα σήμερα. Τι να κάνουμε; Να πάμε στον πόλεμο;».
Όχι, ασφαλώς, αλλά-πώς να το κάνουμε;- τα παράσημα είναι «βαριά υπόθεση».
Ας επιστρέψω, όμως, στα του Αλβανικού Μετώπου.
Έχω κρατήσει κάποιες «κασέτες» με αφηγήσεις του πατέρα μου, τις οποίες εκείνος δνε πρόκαμε να εκδώσει.
Ελπίζω να το κατορθώσω εγώ. Είχε, λοιπόν, υπό τις οδηγίες του τον στρατιώτη Παναγιώτη Κανελλόπουλο!
Μάλιστα, τνο σπουδαίο Ιστορικό συγ-ραφέα, καθηγητή, πολιτικό και έπ’ ολίγον πρωθυπουργό της χώρας!
Ευρισκόμενος στην εξορία από το τότεκ αθεστώς, ζήτησε να υπηρετήσει στο Μέτωπο ως απλός στρατιώτης!
– Παιδί μου, έχεις βαρό πρόβλημα κήλης. Δεν μπορείς να καταταγείς, είπε ο πατέρας μου σε έναν νεαρό Σερραίο, που παρουσιάσθηκε στο Μέτωπο.
– Γιατρέ, εγώ δεν γυρνάω στο χωριό ντροπιασμένος. Ή κατατάσσομαιή αυτοκτονώ!
Τον δέχθηκε και έπειτα από τρεις ημέρες, τον έφεραν νεκρό!
ΙΠΠΟΔΑΜΟΣ