Ο “Ακρίτας” με έδρα την Αλεξανδρούπολη, είναι η μοναδική βιομηχανία ξύλου που δεν έχει κλείσει τις παραγωγικές της μονάδες και εξακολουθεί να λειτουργεί κανονικά σε τέσσερις (4) βάρδιες
Σε γρήγορες διορθωτικές κινήσεις για επιστροφή στη κερδοφορία το 2013, με συνέχιση της αυξητικής τάσης στις πωλήσεις, τις εξαγωγές και την εξασφάλιση ικανοποιητικού cash flow, πέρασε η βιομηχανία τεχνητής ξυλείας «Ακρίτας Α.Ε.».
Η «Ακρίτας», με έδρα την Αλεξανδρούπολη, είναι ουσιαστικά η μόνη ελληνική βιομηχανία ξύλου που έχει μείνει να δίνει τη μάχη για τον κλάδο, χωρίς να κλείσει παραγωγικές μονάδες, η μόνη που λειτουργεί κανονικά (σε 4 βάρδιες) και ανταποκρίνεται κανονικά στις υποχρεώσεις της, σε έναν τομέα που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 είχε τουλάχιστον έξι μεγάλες βιομηχανίες.
Η «Ακρίτας», έπρεπε το 2012, για μία ακόμη χρονιά, να επιλέξει την αύξηση των διεθνών πωλήσεων έστω και με αρνητική επίπτωση στα αποτελέσματα, προκειμένου να εξασφαλίσει αύξηση τζίρου, ρευστότητα και, να αποφύγει, κατ’ επέκταση, την ακόμη χειρότερη επίπτωση από το μεγάλο κόστος της κάμψης της παραγωγικής λειτουργίας.
«Τα αρνητικά ΕΒΙΤDA ήταν αποτέλεσμα της αύξησης των πωλήσεων σε αγορές όπως της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων, όπου οι τιμές ήταν εξαιρετικά πιεσμένες λόγω του σκληρού ανταγωνισμού από Ισπανία, Ιταλία και Γαλλία.
Μάλιστα στα Βαλκάνια φτάσαμε να πουλήσουμε σε τιμές κάτω του κόστους έως και κατά 20%.
«Οι εξαγωγές της μητρικής ανήλθαν στο 42% του συνολικού κύκλου εργασιών, αυξημένες κατά 63% έναντι του 2011, αλλά η «Ακρίτας» πλήρωσε το τίμημα σε επίπεδο αποτελεσμάτων», εξηγεί ο αναπλ. διευθύνων σύμβουλος, Γιάννης Τζίτζικας.
Σε επίπεδο οικονομικής διαχείρισης, η εταιρεία κατέβαλε προσπάθειες για περιορισμό των ζημιών.
Πέτυχε μείωση των δανείων της κατά 8,1 εκατ. ευρώ, υπέγραψε επιχειρησιακή σύμβαση με μέση μείωση στους μισθούς κατά 15%-16% και, έβαλε τις βάσεις για επιστροφή στην κερδοφορία, τόσο για τη μητρική όσο και για τη θυγατρική «Αkritas Bulgaria», με μέτρα που ήδη έχουν αρχίσει να αποδίδουν στο α΄τρίμηνο 2013.
Η «Αkritas Bulgaria» που πέρυσι είχε συνολικό τζίρο 9,7 εκατ. ευρώ (παραγωγική και εμπορική δραστηριότητα) αλλά και προ φόρων ζημίες 1,5 εκατ. ευρώ, προχώρησε σε περιορισμό της παραγωγής στο 1/3 και σε παράλληλη αύξηση της εμπορίας ξυλείας ( δραστηριότητα επικερδής) προς τη μητρική και προς τρίτους.
Στόχος είναι η αύξηση των πωλήσεων κατά 10% στο έτος από μία κυρίως εξαγωγική εταιρεία ( Ρουμανία, Σερβία, Αλβανία, πΓΔΜ), ο οποίος, όπως φαίνεται μπορεί να επιτευχθεί αφού στο α΄τρίμηνο οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 24,6% στα 2 εκατ. ευρώ, με το 90% να αφορά εξαγωγές.
«Το 2013 η «Akritas Bulgaria» θα είναι κερδοφόρα και μάλιστα θα παίξει σημαντικό ρόλο στην αύξηση των εξαγωγών του ομίλου στην Τουρκία, μία αγορά – στόχο, στην οποία υπάρχουν περιθώρια πώλησης προϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας», προσθέτει ο κ. Τζίτζικας.
Για τη “μαμά” εταιρεία, που πρέπει να συνεχίσει να σηκώνει την τεράστια ύφεση που έχει πλήξει την εσωτερική αγορά, το 2013 μπορεί να μην είναι εύκολο αλλά δεν είναι και κακό.
Στο α΄τρίμηνο οι πωλήσεις ήταν στα 7,550 εκατ. ευρώ, δηλαδή στα επίπεδα του αντίστοιχου περυσινού τριμήνου. Οι εξαγωγές έφτασαν τα 3,3 εκατ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 43,4%, ενώ εάν στο υπόλοιπο της χρονιάς επιτευχθεί ο σχεδιασμός της διοίκησης, θα φθάσουν να αντιστοιχούν στο 55% του συνολικού τζίρου, ο οποίος και αυτός θα καταγράψει άνοδο της τάξης του 15%.
«Έχουμε παραγγελίες ίσες προς το 130% της παραγωγικής μας δυναμικότητας, οπότε έχουμε περιθώρια επιλογής πελατών όπως και διαφοροποίησης του μείγματος των πωλήσεων.
Κινούμαστε από τη μοριοσανίδα προς τις μελαμίνες και στρεφόμαστε με μεγαλύτερη έμφαση σε αγορές που μπορούμε να πετύχουμε καλύτερες τιμές, όπως είναι η Τουρκία, ο Λίβανος, η Τυνησία αλλά και η Μάλτα», δηλώνει ο αναπληρωτή Διευθύνων Σύμβουλος προσθέτοντας ότι η επόμενη αγορά που πλέον μπαίνει στο στόχαστρο του ομίλου, είναι αυτή της Λιβύης.
Στην ελληνική αγορά η «Ακρίτας» έχει πλέον το 80% ενώ το υπόλοιπο 20% καλύπτεται κυρίως από εισαγωγές.
Οι πελάτες εσωτερικού για την «Ακρίτας», δεν συνεπάγονται μεγάλες επισφάλειες και ζημίες, αλλά στην περίπτωση της χώρας μας, το μέγα πρόβλημα οφείλεται στην κρίση στον κατασκευαστικό τομέα.
Άννη Καρολίδου






