
Σκέψου φίλε μου καλέ,
και στη μνήμη σου ας μείνει,
ότι, αθώο θύμα έγινες,
για να χαρεί εκείνη.
Δέξου το δε καρτερικά,
το χτύπημα της σπάθης,
και πες, πως ήταν Θεού θέλημα
ότι έμελλες να πάθεις.
Και ‘κείνη η σκληρή και άκαρδη,
ας αναλογιστεί, τι έχει κάνει.
Κι ας θυμάται, μη έχοντας εσένα -νε,
τι είχε και τι χάνει.
Η θύμησή σου πάντοτε
ας είναι, στα όνειρά της,
μια ένδειξη παρηγοριάς,
ανάμνηση μιας αγάπης.
Μιας αγάπης, που άδοξα χάθηκε,
γιατί το θέλανε άλλοι,
που της φύτεψαν ιδέες κακές,
στο όμορφό της κεφάλι.
Ο Ριμαδόρος



