
Βλέπει στον καθρέφτη τον εαυτό της,
ψυχρό και άγχρωμο το πρόσωπό της.
Βλέπει αυτό που δε θα ‘θελε να δει,
αυτό που έγινε κι έχει αυτήν την αλλαγή.
Είναι και δεν είναι το ίδιο εγώ,
άλλος άνθρωπος, άλλο σκηνικό.
Έχασε τον κόσμο, το χαμόγελό της,
έχασε ό,τι καλό είχε δικό της.
Σκλήρυνε πολύ η καρδιά
και βγήκε στην ματιά.
Σκλήρυνε και η ψυχή
και δε βρίσκει αγάπης αφορμή.
Αυτήν την όψη δεν την αναγνωρίζει.
Τίποτα πια δεν ξεχωρίζει.
Θέλει να έρθουν παλιές στιγμές,
να έρθουν αλλοτινές εποχές.
Ένα γιατί πλανάται στον αέρα.
Λυπάται πέρα για πέρα
μα οι συνθήκες ήταν τραγικές
και χάλασαν ό,τι ένιωθε στο χθες.
Πώς να βρει την καλοσύνη που στερήθηκε.
Πως να παραβλέψει ό,τι έφταιξε και παραπλανήθηκε.
Περιμένει να έρθει της αγάπης το φως
και να λάμψει ξανά ο δικός της ουρανός.
Να σβήσει απ’ τη μνήμη της
ό,τι της πήρε τη δύναμή της,
τη χαμένη της πίστη να αναστήσει
και τη ζωή που έχασε να ξαναζήσει.
Τάνια Στεφάνου-Τσαβδάρη
Αλεξανδρούπολη