9.4 C
Alexandroupoli
Monday, June 30, 2025

“Λούης” για μια… ξαπλώστρα

Γράφει ο ΣΧΟΛ-ιαστής

ksaplostres

Πριν, καμιά εικοσαριά χρόνια και βάλε, οι διακοπές σε κοσμοπολίτικο νησί, ήταν πράγματι κάτι ξεχωριστό.

Σαν ξένοιαστος τότε Αλεξ/πολίτης, όταν ερχόταν καλοκαίρι, πες ότι σ’ έτρωγε η περιέργεια για διαφορετικές διακοπές απ’ αυτές που περνούσες συνήθως σε παραλίες της πόλης σου. Πες ότι ήθελες κάτι διαφορετικό.

- Advertisement -

Ακόμα, επειδή άκουγες από γνωστούς και φίλους να σε πιλατεύουν καθημερινά, πόσο γοητευμένα και ειδυλλιακά πέρασαν σε πολυδιαφημισμένο ελληνικό νησί, τσινάριζε το “ΚΙΜΠΑΡΛΙΚΙ” σου να δοκιμάσεις κι εσύ μια τέτοια ζωή.

Εξάλλου, εκείνη την εποχή “λεφτά υπήρχαν” τρόικα και μνημόνια δεν εφευρέθηκαν, στενάχωρα φορολογικά παλευόταν, γιατί λοιπόν, να μη δοκιμάσεις κι εσύ το όνειρο με βάρκα την ελπίδα, για τον απόλυτο αφελή περιηγητή σε κάποιο τέτοιο νησί.

Πέταγες, λοιπόν, δύο αλλαξιές, μια βερμούδα με φουτουριστικά μασκαραλίκια στα μπατζάκια, φορούσες ακόμη εκδρομική στολή με καπελάκι ψάθινο ή τζόκεϊ της μακλάρεν, μακό μπλουζάκι με στάμπα πλάτης τρένο που περνάει από σήραγγα και ένα όρνιο που το καταδιώκει από πάνω, σαγιονάρες, σανδαλιέ και αναχωρούσες με προορισμό για πρωτόγνωρη τουριστική περιπέτεια.

Όλα δηλαδή, έξτρα πρίμα γκούτ.

Δεν ήταν δύσκολο να βρεις εκείνο που ζητούσες.

Σε όποιο νησί και αν κατέβαινες, σε περίμενε ένα φιλόξενο δωμάτιο, μια ταβέρνα παρά θιν’ αλός μια απόμερη παραλία. Όλα αυτά σου παρέχονταν απλόχερα, δώρο από το ίδιο καλοκαίρι.

Μια προσφορά που κάθε καλοκαίρι τη δεχόσουν και την απολάμβανες με την ίδια ευγνωμοσύνη, χωρίς εσύ να έχεις χρειαστεί να κάνεις τίποτε.

Μόνο να κατέβεις σε όποιο λιμάνι σου έκανε κέφι.

Σήμερα αν δεν έχεις κράτηση είναι προτιμότερο να καθήσεις σπίτι σου.

Ειδικά κατά τους μήνες τουριστικής αιχμής.

Γιατί φίλε Αλεξ/πολίτη, πρέπει να κλείσεις έγκαιρα τα εισιτήρια για το πλοίο, να νοικιάσεις έγκαιρα – αν το επιθυμείς – αυτοκίνητο, να καπαρώσεις έγκαιρα δωμάτιο.

Γίνεται, δηλαδή, μια υπόθεση που απαιτεί άριστο προγραμματισμό.

Αν όμως δεν το έχεις κλείσει το δωμάτιο του Ιουλίου ή Αυγούστου από τον προηγούμενο Μάιο, τότε είσαι προετοιμασμένος να περάσεις τη νύκτα σου στην παραλία.

Αν βρεις θέση και εκεί. Διότι κρατήσεις πλέον δεν γίνονται σε εισιτήρια και ξενοδοχεία, γίνονται και στις ξαπλώστρες.

Εγώ, λοιπόν, που ζω, ως φαίνεται, σε έναν δικό μου μακρινό από τη γη πλανήτη, έτσι την πάτησα.

Γιατί δεν ξαναπάω σε κοσμοπολίτικο νησί, ύστερα από ένα φρικτό τριήμερο, που πέρασα πριν από λίγα χρόνια.

Τουτέστιν, έχω αποφασίσει ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ.

Το τήρησα. Και δεν μετανιώνω μ’ αυτά που αποφάσισα, και που πέρασα τότε.

Για τις αστρονομικές τιμές που πλήρωσα για να μου σερβίρει ένα γκαρσόνι, που έζεχνε ιδρωτίλα, μια καρμπονάρα πνιγμένη στην κρέμα γάλακτος. Για την ταρίφα του ξενοδοχείου που με έβλεπαν για άνθρωπο του οικονομικού διαμετρήματος ενός Βαρδινογιάννη, για την μετατροπή της μιας μετά την άλλη των παραλιών σε ευτελείς ντίσκο με μουσική στη διαπασών και ζαλισμένα από το κρασί πλήθη να αγωνίζονται να εκτονώσουν τα πειραγμένα νεύρα τους ή να τραβήξουν επάνω τους το βλέμματα.

Τα είχα δει με τα μάτια μου αυτά και φαντάζομαι τώρα εν έτει 2013 θα είναι ακόμη χειρότερα.

Αμ, το άλλο, που τηλεφωνούσαν από πολλά μέρη της Ελλάδος για να κλείσουν ξαπλώστρες – τιμή ενοικιάσεως 12 ευρώ παρακαλώ – μια εβδομάδα, και βάλε, πριν. Δεν το έβγαλα από το μυαλό μου.

Σκεφθείτε, ότι τρεις ημέρες, πριν την άφιξή μου, οι πρώτες δύο σειρές με ξαπλώστρες, σε μια από τις παραλίες του νησιού, ήταν άδειες μεν, πιασμένες δε.

Τις κλείνουν από το προηγούμενο βράδυ ή και τηλεφωνικώς ημέρες, είπε ο ξαπλωστάρχης της περιοχής, σε φίλους που ενδιαφέρθηκαν να καθίσουν.

Το ίδιο είπε και σ’ εμένα.

Λίγο αργότερα ο ίδιος καπετάνιος ξαπλωστράρχης τσακωνόταν με μια γκαγκανιασμένη από τον ήλιο κότα, ή οποία επέμενε να καθίσει στην πρώτη σειρά.

Δεν μπορώ να σας αφήσω, είναι όλες πιασμένες, προσπαθούσε να της εξηγήσει, ενώ εκείνη άφριζε και τον προειδοποιούσε.

Πρόσεξε πως μου φέρεσαι και τι μου λες. Γιατί του χρόνου που θα έχω σπίτι εδώ στο νησί, θα έχεις την ανάγκη μου.

Σας ορκίζομαι, τον διάλογο που είναι αυθεντικότατος στις εκφορές του, τον παρακολούθησα λίγο πιο πέρα κοντά, εκτός ξαπλώστρας, στην άμμο καθισμένος.

Του χρόνου, νομίζω, η εν λόγω κότα, θα καλείται να κάνει κράτηση και για την άμμο.

Φαντάζομαι την στιχομυθία που θα γίνει τηλεφωνικά.

“Έλα νησί τάδε εκεί; Εδώ Ελίζαμπεθ Καλοπερασίδου του πλουσίου. Θα ήθελα δύο τετραγωνικά άμμου για το επόμενο καλοκαίρι, στη δεξιά άκρη της παραλίας κάτω από το βίντεο γουόλ, δίπλα στο ηχείο με θέα τον Λάκη τον μπάρμαν. Τι; Ο Λάκης απολύθηκε; Τον ξαναπροσλαμβάνω εγώ”.

Τουθόπερ, όσο πιο καλή θα είναι η ποιότητα της άμμου και οι παροχές του Λάκη, τόσο πιο πολλά θα δίνουν κάτι Ελίζαμπεθ Καλοπερασίδες, αυτού του κόσμου.

Κοστίζουν, λοιπόν, οι διακοπές αυτού του είδους στα κοσμοπολίτικα νησιά της Ελλάδος, όχι παντού τρελά, όπως σ’ αυτό που πήγα αφελώς εγώ, κοστίζουν όμως.

Καλούμαστε να πληρώσουμε πολλά, όταν την ίδια στιγμή εκείνοι που μας γδύνουν μα παρέχουν πολύ λίγα. Και μας λοιδορούν κιόλας.

“Να σου πω, εδώ δεν είναι η πατρίδα σου ή το χωριό σου” αγριοκοίταξε ο εστιάτορας του νησιού που κατέληξα, στον φίλο και συμπολίτη μου τον ΤΖΙΛ τον Εθνικάρα, που είχε την τύχη να εκδράμη κι αυτός με παρέα σ’ αυτό το νησί. Και αυτό γιατί ο συμπαθής φίλος, τόλμησε να του ζητήσει ένα δεύτερο καθαρό πιάτο για το κυρίως φαγητό και συνέχισε.

“Άκου δεύτερο πιάτο, που έρχεστε όλοι από την επαρχία φορτωμένοι απαιτήσεις και ξεσπάτε σε εμάς”.

Όπου στην τοπική διάλεκτο του νησιού το να ζητήσεις δεύτερο πιάτο, εκλαμβάνεται, ως φαίνεται, ως επιθετική ενέργεια κατά του ντόπιου. Τι να πεις κανείς.

Συνέχιζε να αγριοκοιτάζει ο εν λόγω κάπελας του εστιατορίου την παρέα των Αλεξ/πολιτών του γκρουπ που ανήκει και ο ΤΖΙΛ και τα ‘βαλε στη συνέχεια με γνωστό μου της παρέας συνταξιούχο υδραυλικό που ζητούσε ταπεινά ή μπριζόλα του να είναι καλοψημένη.

“Εδώ τις ψήνουμε έτσι με λίγο αίμα γιατί είμαστε ευρωπαϊκό εστιατόριο και μη ζητάς πολλά”. “Αυτό μας έλλειπε”. Του αποκρίθηκε με περίσσιο θράσος, ο ταβερνιάρης.

Πιο πέρα, ο αειθαλής πρόεδρος του γκρουπ των συνταξιούχων Κώστας, τον παρακάλαγε να κατεβάσει ακόμα λίγο την τέντα του μαγαζιού.

“Άκου να σου πως, αν θέλεις πιο σκιά να πας μέσα στο μαγαζί να φας”.

Του ανταπάντησε ο οινομάγειρας, συνοφρυομένος.

Ο καλαμπουρτζής – σαματατζής της ομήγυρης Μανόλης του έλεγε ότι στη Σαμοθράκη – αν την ήξερε – τρως νοστιμότατο κρέας από βραστή γίδα – σπεσιαλιτέ του νησιού – και όχι βιδέλα κορσιασμένα σαν κι αυτά που σερβίρισε.

“Να μην ερχόσουν, κύριος, εδώ αυτά έχουμε”.

Τον αποκρίθηκε, ο  Τζες της ιδιοκτησίας και έγινε της αναλήψεως μέσα στην κουζίνα του.

Το συμπέρασμα. Αλλιώς είχαμε μάθει προ νεοπλουτισμού και νεογαϊδουριάς, εμείς οι απανταχού Έλληνες.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έρριξα πέτρα όπως είπα παραπάνω ότι δεν ξαναπάω σε κοσμοπολίτικο νησί.

Τουλάχιστον δεν εξευτελίζω την ντε – φάκτο απόφαση μου μες στην πολλή συνάφεια των διακοπών, μες στις πολλές ξαπλώστρες και βαβούρες του τόπου.

Άντε, καλές διακοπές σύντεκνοι.

Ο ΣΧΟΛ-αστής

Aegean
Monday, June 30, 2025

Latest News

Σύσκεψη ελαιοπαραγωγών στα Δίκελλα Αλεξανδρούπολης

Οργή και αγανάκτηση επικρατεί στον αγροτικό κόσμο του Έβρου, με τους ελαιοπαραγωγούς να στέλνουν ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν θα...

More Articles Like This