
Μισώ τον χρόνο που μετράει τις ανάσες μας
που σβήνει τις χαρές στου πόνου μας την πλάτη
και σπέρνει θλίψη περισσή στης λησμονιάς τ’αυλάκι
Αφού μπορεί ο χρόνος να μετριέται
ειλικρινά σου λέω αδελφέ μου
πως βαθιά κάθε μέρα με πληγώνει
ανθρώπων πονηρών η αναισθησία
κι αιμορραγώ συχνά χωρίς γιατρειά
από βαθιές των ανθρώπων μαχαιριές
ακέφαλων κορμιών του παράλογου
στην πολυπόθητη μου ακριβή πατρίδα
Αυθόρμητα ήρθα στη γενέτειρα μου
μετά από πολλά χρόνια στα ξένα
και τώρα ανελέητα με τιμωρεί
με διώχνει μακριά σαν να ‘μαινόθο της παιδί
Κάθε μέρα με στήνει στα έξι μέτρα
Κάθε μέρα μου τρώει το συκώτι
όμως εγώ δεν είμαι ο Προμηθέας
κι ούτ’ έχω να προσμένω Ηρακλή
Δημήτρης Κ. Κοσμίδης