
Σαν το κύμα στα βράχια έσπασε
και χάθηκε με δύναμη και θυμό
έτσι και η φωνή της ξέσπασε
ζητώντας φυγή με αναστεναγμό.
Κύματα και φουρτούνες η σχέση τους.
Άνεμοι που φέραν σύννεφα μαύρα.
Κανείς τους δεν κατάλαβετη θέση τους,
κανείς τους δεν ένιωσε απαλή αύρα.
Σαν κύμα που χάιδευε την αμμουδιά
έπρεπε να είναι η κάθε κίνησή τους
και όχι με ανάσα βαριά
να ζητούν να καλμάρουν τη ζωή τους.
Σαν αεράκι απαλό, δροσερό
ο λόγος ο γλυκός να έπνεε,
να ανέβαινε η ψυχή στον ουρανό
και τραγούδια αγάπης να ενέπνεε.
Σαν πουλί με ωραία φτερά
με κελάηδημα γλυκόλαλο, χαρωπό
να γέμιζε γαλήνη την καρδιά
και να ήταν η αγάπη γι αυτούς φυλαχτό.
Σαν νεράκι να πότιζε τις κάψες τους,
να γέμιζε τον κήπο τους λουλούδια.
Κι όμως δεν δρόσισε τις δίψες τους
και δεν τους χάρισε η ζωή τραγούδια.
Ένα γιατί πλανάται στον αέρα
τώρα που είναι πια μακριά
γιατί δεν κάνανε τα προβλήματα πέρα
να κοιμούνται πάντα αγκαλιά.
Παράδεισος να ήταν κάθε στιγμή
καθώς θα βίωναν με αγάπη.
Να σκόρπιζε φως κάθε χαραυγή
και χαρά σε όλα τα μήκη και πλάτη.
Τάνια Στεφάνου – Τσαβδάρη